Αφήνοντας την Σαμοθράκη
Σελίδα 1 από 1
Αφήνοντας την Σαμοθράκη
Ο ήχος από τις ράγες, καθώς οι τροχοί του τρένου κυλούν πάνω τους, με υπνωτίζει. Τα βλέφαρά μου κάθε τόσο βαραίνουν και για λίγο ή περισσότερο χάνομαι πίσω σ΄αυτή την ασφάλεια και την ελευθερία…
Εικόνες επιστρέφουν στο μυαλό μου, εικόνες από τις τελευταίες μέρες, εικόνες όμορφες. Παρατείνω έτσι λίγο ακόμα τον αποχωρισμό μου, έστω κι αν χθες αφέθηκα στον αποχαιρετισμό. Σήμερα το τρένο με πηγαίνει όλο και πιο μακριά.
Μακριά της. Μακριά από τη δυσπρόσιτη ομορφιά της, μακριά από τους φίλους της, μακριά από τις αναμμένες φωτιές στην παραλία τα κρύα βράδια, μακριά από την επιβλητική γαλήνη της. Και πίσω σ’ εμένα.
Μα, το πίσω αυτό δεν είναι όπως πρότινος. Είμαι κι εγώ λειψή, έχοντάς της αφήσει κομμάτια μου για να τα απαντήσω επιστρέφοντας, έχοντας πάρει δικά της για συντροφιά.
Εκεί που τα βλέφαρα τρεμοπαίζουν, αναποφάσιστα αν θ’ ανοίξουν περαιτέρω ή αν θα σφαλίσουν και πάλι, αχνοφαίνεται η ίδια σκηνή, σαν σε οθόνη με λίγα χιόνια.
Βγαίνω στο κατάστρωμα με τη μηχανή σφιχτά στα χέρια. Εδώ που φτάσαμε, μου μένει μόνο να την βλέπω να ξεμακραίνει.
Κάποιοι, λίγοι, που μένουν πίσω χαιρετούν είτε πρόσχαρα είτε με νοσταλγία. Κι όταν το πλοίο κάποια στιγμή είναι έτοιμο, αρχίζει να μας απομακραίνει όλους. Στην αρχή νομίζεις ακόμα πως μπορείς να αγγίξεις τα κτήρια ένα ένα και μετά από λίγο ξεγελιέσαι πως όλο το λιμάνι χωρά στη χούφτα σου, όλη η Καμαριώτισσα. Τις λεπτομέρειες τις βλέπει πια περισσότερο η μνήμη παρά τα μάτια. Όσοι χαιρετούσαν στις κουπαστές, σιγά σιγά κάθονται ∙ οι δικοί τους είναι κουκίδες σε έναν μικρόκοσμο.
Γλάροι εμφανίζονται στον ορίζοντα ∙ όπως και την προηγούμενη φορά. Κυκλώνουν το πλοίο, κάνοντας επιβλητικά βόλτες γύρω του. Κάποιοι, ίσως οι νεότεροι, μένουν πίσω του και τα νερά τρεμοπαίζουν στο πέρασμά τους, ακολουθώντας το πλοίο, εμάς.
Δάκρυα κυλούν από τα μάτια μου, ελεύθερα όσο και εγώ. Κι όμως γαντζώνονται από τα μάγουλα, κι αυτή η ελευθερία ριζώνει στο κορμί, θάβεται στις αισθήσεις. Ορθώνεται αγέρωχη μέσα μου. Μία ελευθερία άφατη ∙ απαλλαγμένη από φόβο.
Τους κοιτάζω και τους περιεργάζομαι μέσα από το σκόπευτρο της μηχανής. Όταν έχουμε ξεμακρύνει ήδη αρκετά, μοιάζουν να πετούν πάνω απ’ το νησί. Και να επιστρέφουν πλάι μας ακαριαία.
Ξέρω την ευχή μου ∙ ήταν η ίδια κάθε φορά. Μα τώρα δεν ακούγεται στο μυαλό μου, ούτε την ψελλίζουν τα χείλη μου. Τώρα τους ακολουθώ με το βλέμμα θαυμάζοντάς τους, καταλαβαίνοντας.
Εικόνες επιστρέφουν στο μυαλό μου, εικόνες από τις τελευταίες μέρες, εικόνες όμορφες. Παρατείνω έτσι λίγο ακόμα τον αποχωρισμό μου, έστω κι αν χθες αφέθηκα στον αποχαιρετισμό. Σήμερα το τρένο με πηγαίνει όλο και πιο μακριά.
Μακριά της. Μακριά από τη δυσπρόσιτη ομορφιά της, μακριά από τους φίλους της, μακριά από τις αναμμένες φωτιές στην παραλία τα κρύα βράδια, μακριά από την επιβλητική γαλήνη της. Και πίσω σ’ εμένα.
Μα, το πίσω αυτό δεν είναι όπως πρότινος. Είμαι κι εγώ λειψή, έχοντάς της αφήσει κομμάτια μου για να τα απαντήσω επιστρέφοντας, έχοντας πάρει δικά της για συντροφιά.
Εκεί που τα βλέφαρα τρεμοπαίζουν, αναποφάσιστα αν θ’ ανοίξουν περαιτέρω ή αν θα σφαλίσουν και πάλι, αχνοφαίνεται η ίδια σκηνή, σαν σε οθόνη με λίγα χιόνια.
Βγαίνω στο κατάστρωμα με τη μηχανή σφιχτά στα χέρια. Εδώ που φτάσαμε, μου μένει μόνο να την βλέπω να ξεμακραίνει.
Κάποιοι, λίγοι, που μένουν πίσω χαιρετούν είτε πρόσχαρα είτε με νοσταλγία. Κι όταν το πλοίο κάποια στιγμή είναι έτοιμο, αρχίζει να μας απομακραίνει όλους. Στην αρχή νομίζεις ακόμα πως μπορείς να αγγίξεις τα κτήρια ένα ένα και μετά από λίγο ξεγελιέσαι πως όλο το λιμάνι χωρά στη χούφτα σου, όλη η Καμαριώτισσα. Τις λεπτομέρειες τις βλέπει πια περισσότερο η μνήμη παρά τα μάτια. Όσοι χαιρετούσαν στις κουπαστές, σιγά σιγά κάθονται ∙ οι δικοί τους είναι κουκίδες σε έναν μικρόκοσμο.
Γλάροι εμφανίζονται στον ορίζοντα ∙ όπως και την προηγούμενη φορά. Κυκλώνουν το πλοίο, κάνοντας επιβλητικά βόλτες γύρω του. Κάποιοι, ίσως οι νεότεροι, μένουν πίσω του και τα νερά τρεμοπαίζουν στο πέρασμά τους, ακολουθώντας το πλοίο, εμάς.
Δάκρυα κυλούν από τα μάτια μου, ελεύθερα όσο και εγώ. Κι όμως γαντζώνονται από τα μάγουλα, κι αυτή η ελευθερία ριζώνει στο κορμί, θάβεται στις αισθήσεις. Ορθώνεται αγέρωχη μέσα μου. Μία ελευθερία άφατη ∙ απαλλαγμένη από φόβο.
Τους κοιτάζω και τους περιεργάζομαι μέσα από το σκόπευτρο της μηχανής. Όταν έχουμε ξεμακρύνει ήδη αρκετά, μοιάζουν να πετούν πάνω απ’ το νησί. Και να επιστρέφουν πλάι μας ακαριαία.
Ξέρω την ευχή μου ∙ ήταν η ίδια κάθε φορά. Μα τώρα δεν ακούγεται στο μυαλό μου, ούτε την ψελλίζουν τα χείλη μου. Τώρα τους ακολουθώ με το βλέμμα θαυμάζοντάς τους, καταλαβαίνοντας.
helena- Μέλος της Συντακτικής Ομάδας
- Αριθμός μηνυμάτων : 361
Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2010
Ηλικία : 31
Τόπος : Χωρίς Σύνορα
Απ: Αφήνοντας την Σαμοθράκη
17 Αυγούστου, πλοίο Σαμοθράκη - Αλεξανδρούπολη
18 Αυγούστου, τρένο Θεσσαλονίκη - Αθήνα
18 Αυγούστου, τρένο Θεσσαλονίκη - Αθήνα
helena- Μέλος της Συντακτικής Ομάδας
- Αριθμός μηνυμάτων : 361
Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2010
Ηλικία : 31
Τόπος : Χωρίς Σύνορα
Απ: Αφήνοντας την Σαμοθράκη
είναι ΥΠΕΡΟΧΟ! <3
-οκτωβρία
-οκτωβρία
helena- Μέλος της Συντακτικής Ομάδας
- Αριθμός μηνυμάτων : 361
Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2010
Ηλικία : 31
Τόπος : Χωρίς Σύνορα
Σελίδα 1 από 1
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης