Η Τριλογία Μου (άτιτλη, **** την τρέλα μου, κάθε μέρος έχει δικό του τίτλο)
4 απαντήσεις
Σελίδα 1 από 1
Η Τριλογία Μου (άτιτλη, **** την τρέλα μου, κάθε μέρος έχει δικό του τίτλο)
"Ηλιθιωδώς και για λόγους ηλιθιώδους, ηλιθιωδώς ανεπίσημης, πνευματικής ιδιοκτησίας, είμαι αρκετά ηλίθιος ώστε να μην το ανεβάσω εδώ. Αν θέλετε να το διαβάσετε, f***ing email me, please." 29-5-2011
Ο βασιλιάς σηκώθηκε να πάει να μιλήσει στον λαό του. Ακόμα κι αυτό είχε γίνει δύσκολο πια για ένα γέρο. Γεννήθηκε για να κυβερνά αυτή τη χώρα- ο ίδιος ο λαός τον είχε βρει από τη φτωχική, επιπόλαια οικογένειά του. «Από αγκάθι βγαίνει ρόδο» του είπαν οι γέροντες που αποφάσισαν γι’ αυτόν, και κατέληξε στα σωστά χέρια ώστε να αποδειχθεί ότι είχαν δίκιο. Ψυχολόγοι, δάσκαλοι, μάγοι, ένας που ήξερε όλους τους νόμους της χώρας και προπονητές κάθε είδους, όλοι προσπαθούσαν να φτιάξουν τον τέλειο πολιτικό για τη χώρα-πλανήτη. Με πολλή προσπάθεια τα κατάφεραν. Είχαν ακόμα και την συναίνεση της οικογένειας για να μην του δείξουν ποτέ τι γονίδια έχει, να μην βρει ποτέ τι απόβρασμα μπορεί να γίνει, πόσο χαμηλά μπορεί να πέσει με τα σφάλματά του.
Ήρθε και η ώρα που η οικογένειά του τελείωσε φαινομενικά το δρόμο της και έμεινε αυτός ο μάλλον τελευταίος απόγονος. Όσοι είχαν καταπιαστεί με την εκπαίδευσή του συνέχισαν το έργο τους. Όντας όλοι γέροι, όμως, τον είχαν προετοιμάσει από μικρό για τον καιρό που θα πέθαιναν κι αυτοί. Και οργάνωσαν το θάνατό τους, μετατρέποντάς τον σε τελικές εξετάσεις για το μελλοντικό βασιλιά. Το σχέδιο: μια μέρα μετά τα γενέθλια ενηλικίωσής του, έπρεπε να σκοτωθούν σε μάχη. Θα προξενούνταν μάχη ενάντια σε εγκληματίες και έτσι θα έπαιρναν μαζί τους βάρη της κοινωνίας. Πέρασε τις εξετάσεις και έγινε βασιλιάς τη στιγμή του χειροκροτήματος του λαού, αφού είπε αυτά:
«Πρέπει να κάνουμε σε λίγες μέρες πολλές κηδείες. Αν μη τι άλλο, θα τιμήσουμε όσο μπορούμε τους νεκρούς. Επρόκειτο για τους πιο λόγιους και σοφούς ανθρώπους και είναι από τις μεγαλύτερες απώλειες του αιώνα. Αλλά εμείς, οι επιζώντες, οφείλουμε να συνεχίσουμε το έργο τους και να ακολουθήσουμε πολλά των παραδειγμάτων τους. Ας ξέρουμε επίσης πόσο νόημα είχαν όσα έκαναν, αλλά νόημα είχε ακόμα και ο θάνατός τους. Δεν γύρισαν στους ουρανούς άπραγοι, αλλά πήραν κινδύνους και άφησαν γνώσεις. Για όλα αυτά, υπόσχομαι να τους αντικαταστήσω επάξια και συμβουλεύω να κάνουμε μαζί το ίδιο.»
Τα κατάφερε. Η χώρα-πλανήτης βελτιωνόταν μέρα με τη μέρα. Δημόσια έργα, νόμοι που ανταποκρίνονταν στις ανάγκες του λαού, εμπόριο, και προώθηση της παιδείας και των επιστημών. Νέα ξόρκια κάθε μέρα. Οι γνώσεις των σοφών και των λόγιων δεν πέθαναν, αλλά υπήρχαν κι άλλοι που αγωνίζονταν να τους αντικαταστήσουν επάξια, βοηθούσαν τον κόσμο και αφοσιώνονταν στο έργο τους, αλλά και ο βασιλιάς κατείχε τις γνώσεις των δασκάλων του. Η τεχνολογία γνώρισε ακμή. Η χώρα-πλανήτης ευεργετήθηκε σίγουρα από αυτόν τον αρχηγό.
Επί 6 δεκαετίες κυβερνούσε, και τις πρώτες 3 άριστα και χωρίς προβλήματα. Αλλά ήρθε η ώρα που ασχολήθηκε με την προσωπική του ζωή: γνώρισε μια κοπέλα και παντρεύτηκαν. Η βασίλισσα, λοιπόν, δεν ήταν τόσο βασίλισσα και δεν ασχολούνταν με τη διακυβέρνηση της χώρας. Κυρίως ήταν «η προσωπική ζωή του βασιλιά» και έκανε τη δική της δουλειά, άσχετη με την πολιτική. Στην ίδια δεκαετία, εκεί που είχαμε μείνει, μαζί με το γάμο τους, ήρθε και μονογενής γιος. Τότε κάποιος άγνωστος προφήτης είχε πει: «Από ρόδο βγαίνει αγκάθι». Ο γιος γεύτηκε πλούτη από τη βασιλεία του πατέρα του που οι γονείς του ήταν αποφασισμένοι να αγνοήσουν.
Ο βασιλιάς, όμως, δεν ήθελε να μετατραπεί το παιδί του σε κακοδιαχειριστή της εξουσίας και μαλθακό κληρονομικά πλούσιο και προσπάθησε να σταματήσει τη διαδικασία που περίμενε και μόλις είχε αρχίσει. Έτσι αποφάσισε να γίνει ένας σχετικά αυστηρός πατέρας. Το παιδί μεγάλωσε και έγινε ανήλικος νέος. Μόνο ελάχιστα και κρυφά από τον πατέρα του έπαιρνε χρυσάφι από το πλανητικό ταμείο. Θα ‘λεγε κανείς πως ο πατέρας του είχε αρχίσει να γερνά και απλά έκανε τον καθιερωμένο του έλεγχο, κουρασμένος ως πατέρας, επικεντρωμένος στην τέλεια διακυβέρνηση της χώρας. Ειπώθηκε επίσης ότι, αφού δεν είχε μεγαλώσει με γονείς, ο βασιλιάς δεν είχε ιδέα πως να φερθεί σωστά στο γιο του. Η δε μητέρα αγάπησε υπερβολικά το γιο της και ποτέ δε διαφώνησε μαζί του. Ο γιος, εκείνες τις στιγμές που έμπαινε στην αίθουσα με το χρυσάφι, είχε την αίσθηση πως άκουγε μια φωνή να τον παροτρύνει να πάρει πολλά πλούτη και να φύγει από το σπίτι, να ζήσει άνετα και χωρίς πολλή σκέψη και ανησυχία, να κάνει μια ζωούλα. Ήταν σίγουρος πως, χωρίς αυτήν τη φωνή, δεν θα άγγιζε το χρυσάφι- μάλιστα, κάθε φορά που το έπιανε στα χέρια του ένιωθε ένα ρίγος και έλεγε: «Τύψεις είναι, που δεν ακούς τον πατέρα σου και κλέβεις τον πλανήτη».
Συμβάν αυτό επί 2 χρόνια, έφτασε μια νύχτα που ο γιος είχε φύγει από το σπίτι για να πάρει χρυσάφι από το θησαυροφυλάκιο και ο φορέας της φωνής έκανε την εμφάνισή του. Εννοώντας πως κατέβηκε επιτέλους στον πλανήτη- ναι, ήταν ένας Πλανητοπερπατητής, δηλαδή ένας διαπλανητικός ταξιδιώτης και εξαιρετικά δυνατός μάγος για να πετύχει κάτι τέτοιο. Διάφορα πράγματα έμειναν μυστήριο γι’ αυτόν: κανείς δεν ήταν βέβαιος πώς το έκανε και γιατί. Οι φήμες βέβαια είπαν αργότερα ότι τράβηξε μεγάλο ποσό χρήσιμων πληροφοριών και πλούτου- για να μην αναφέρουμε ότι την ίδια νύχτα εξαφανίστηκε η βασίλισσα και ταυτόχρονα ξεχάστηκε από τους ανθρώπους. Μόνον ο βασιλιάς άντεξε να κρατήσει τη μνήμη του ενάντια στη μαγική λήθη για λίγες μέρες, ώσπου τα γεγονότα του τράβηξαν όλη τη φαιά ουσία του και έμεινε μια ελάχιστη εικόνα της στο μυαλό του-μερικές φορές αναρωτιόταν πως έγινε και έκανε το γιο.
Ας διηγηθούμε τη νύχτα, λοιπόν. Στο δρόμο για το θησαυροφυλάκιο, ο γιος συναντά τον Πλανητοπερπατητή.
-Ποιος είσαι πάλι εσύ;
-Πάλι γυρνάς έξω, γόνε τιμημένου βασιλιά;
-Εντάξει, με έπιασες, αλλά δείξε ανθρωπιά! Αν δε διασκεδάσω τώρα, πότε θα ζήσω;
-Δεν με νοιάζει τι κάνεις τώρα. Ήρθα για να σου δείξω μυστικά που σε αφορούν...
-Και που ξέρεις εσύ για το τι με αφορά;
-..., μυστικά που σου έκρυψε ο πατέρας σου, σε συνεργασία με ανθρώπους που τα πήραν στον τάφο.
Αυτό ήταν. Ο Πλανητοπερπατητής ήξερε πως είχε κινήσει το ενδιαφέρον του βασιλόπουλου. Ήξερε τι έκανε απ’ την αρχή. Υπόκωφες φωνές τη σωστή στιγμή, αντιμετώπιση του ξορκιού-παγίδα που είχε εγκαταστήσει ο βασιλιάς στο χρυσάφι με ραδιοκύματα, εμφάνιση την κατάλληλη στιγμή και τώρα ένα μικρό ψέμα. Όλα λειτουργούσαν τέλεια. Πώς τα έκανε όλα αυτά; Κανείς δεν ξέρει.
-Τι θες να πεις;
-Έχω να σου δείξω πολλά. Έμαθες ποτέ για την πατρογονική σου οικογένεια; Δεν αναρωτήθηκες ποτέ τι είσαι προορισμένος να γίνεις;
-Προορισμένος να γίνω; Τι θες από μένα;
-Ω, εγώ δεν θέλω τίποτα! Εσύ, αντιθέτως, χρειάζεσαι αυτά που ξέρω. Εγώ απλά, αν δεχτείς, θα σου δώσω οδηγίες και θα καταφέρουμε πολλά μαζί.
-Πρώτα θα ήθελα να περάσω από εκεί που πήγαινα.
-Όχι, πρώτα πρέπει να δεις κάποια πράγματα. Θα πάμε και για χρυσάφι.
-Πρέπει να πάμε τώρα. Φοβάμαι τον φρουρό της επόμενης βάρδιας...
-Εντάξει, εντάξει!
Και αφού έφτασαν στην αίθουσα, πήραν χρυσό και έφυγαν. Ο Πλανητοπερπατητής άρχισε να οδηγεί το βασιλόπουλο προς... το παλιό ξεχαρβαλωμένο πια συντρίμμι του παλιού πατρικού σπιτιού. Και οι δύο σκέφτηκαν το ίδιο όταν έφτασαν: Ένα σπίτι αραχνιασμένο, σκονισμένο και καλυμμένο από κλήματα σε βαθμό κακουργήματος.
-Τι είναι αυτό το αχούρι;
-Εδώ υπήρξε η οικογένεια του πατέρα σου μέχρι το δικό του πατέρα. Ο ίδιος δεν έζησε σχεδόν καθόλου εδώ. Τους εγκατέλειψε νωρίς, χωρίς να ενδιαφερθεί ποτέ για αυτούς. Αλλά εσένα πρέπει να σε ενδιαφέρει ό,τι πληροφορία έχει απομείνει κάτω απ’ τα χαλάσματα.
Σταμάτησε στον πεσμένο τοίχο με το κενό όπου κάποτε υπήρχε παράθυρο και τώρα σωζόταν ένα τεράστιο βιβλίο, όπως είχε δει από το διάστημα. Έβγαλε το πολύ χώμα από το βιβλίο και το έδωσε στο βασιλόπουλο.
-Είναι το ιστορικό της οικογένειάς σου. Κάποτε είχαν την οικονομική ευχέρεια να έχουν τέτοιες πολυτέλειες.
-Ώστε είχα πλούσιους προγόνους;
-Μην προτρέχεις! Πρώτα διάβασε να καταλάβεις. Πήγαινε στη σελίδα 89.
Άρχισε να διαβάζει δυνατά:
Ιανουάριος 237 μ.Χ., Κάπου στην απέραντη Σουηδία: Έχουμε σταματήσει σε ένα χωριό για να περάσουμε την πρωτοχρονιά. Πηγαίνουμε στο 3ο παλάτι που έχουμε χτίσει για να δούμε τους εκεί υπηκόους μας. Η χρονιά έχει ξεκινήσει καλά. Όλοι δουλεύουν πυρετωδώς για μας και έχουν ξεχάσει να μας ζητήσουν χρήματα, οπότε τους ταΐζει η γη. Το κακό είναι ότι, με τους τελευταίους υπολογισμούς, ελέγχουμε όλη την επικράτειά μας κάθε 3 χρόνια και 1,5 μήνα. Εμπιστευόμαστε όμως τα πρόσωπα που διατάζουν για μας εκεί που δεν είμαστε και είμαστε σίγουροι ότι μας τρέμουν.
-Πήρες μια γεύση, έτσι; Ο πατέρας σου είναι λιτός, αλλά στην αρχή είσαστε άπληστοι. Καταλαβαίνεις ότι αυτό θα σας άξιζε. Αλλά, μη βγάλεις ακόμα συμπέρασμα: πήγαινε στη σελίδα 100.
-Βαρετό, αλλά τέλος πάντων!
Μάρτιος 241 μ.Χ., Παράξενα μπλε εδάφη που δεν μπορείς να τα πατήσεις, αλλά βουλιάζουν: Είναι η πρώτη φορά που γράφουμε μετά από 1 χρόνο και μερικοί από μας δεν είναι πια μαζί μας. Φαίνεται ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι δεν άξιζαν την εμπιστοσύνη μας. Όταν πήγαμε να ελέγξουμε τα Μεσαία Ορυχεία μας, μας υποδέχτηκαν με υποκριτικές τιμές, γιατί το ίδιο βράδυ, όταν κανείς μας δεν μπορούσε να κουνηθεί πια επειδή έπρεπε να χωνέψει, δεχτήκαμε αιφνιδιαστική επίθεση. 20 πρόσωπα με το ίδιο αίμα, μόνον οι 11 γλιτώσαμε όταν οι υπήκοοι σκότωναν τους άλλους. Όλη τη νύχτα φεύγαμε από το ανάκτορο ώσπου κουραστήκαμε και πέσαμε λιπόθυμοι το χάραμα. Είναι θαύμα το ότι ξαναξυπνήσαμε. Πήγαμε πίσω στο ορυχείο, που είχε αδειάσει, καθώς μας έψαχναν, πήραμε όσο χρυσό μπορούσαμε και φύγαμε με όσα άλογα μπορούσαμε- αρκετά για εμάς. Μετά, και όλο τον υπόλοιπο χρόνο σχεδόν, πηγαίναμε να ελέγξουμε τα πλούτη μας και συνέβαινε παραδόξως το ίδιο σε κάθε παλάτι, ορυχείο ή χωράφι: μάλιστα μας αποτυπώθηκε στη μνήμη μια σειρά λέξεων όπως «δικαιώματα», «συνθήκες ζωής» και «καταπίεση», τις οποίες ακόμα προσπαθούμε να καταλάβουμε. Κάποια στιγμή σταματήσαμε να προχωρούμε στη χώρα, αφού συναντήσαμε για πρώτη φορά εδάφη που δεν μπορούσαμε να πατήσουμε- μπλε εδάφη που το μόνο που στεκόταν ήταν κάτι παράξενες άμαξες χωρίς ρόδες, χωρίς άλογα, μόνο κάτι ξύλα που τους είχαν δώσει σχήμα φτυαριού. Δεν μας άρεσε η νέα εμπειρία, αλλά δεν είχαμε επιλογή, καθώς 2500 άνθρωποι μας πλησίαζαν για να μας σκοτώσουν, και να πάρουν όσο χρυσάφι καταφέραμε να περισώσουμε. Ανεβήκαμε στην άμαξα και από τότε δεν ξαναείδαμε τη Σουηδία. Μπορούμε μόνο να ελπίζουμε.
-Μπορώ να σε διαβεβαιώσω ότι δεν ξαναείδαν τη Σουηδία ποτέ, ούτε οι απόγονοί τους. Πάντως το χρυσάφι κυκλοφόρησε στην οικογένεια για πολλές γενιές ακόμα. Γύρνα στη σελίδα 532.
Σεπτέμβριος 1204 μ.Χ., Λουτεσία, Φραγκικό Κράτος: Ελέγχουμε σήμερα όλα τα γιδοπρόβατα της 2ης ομάδας βοσκής. Όσοι είναι στη δούλεψή μας είναι ευχαριστημένοι από εμάς, τα αγροκτήματα μας τρέφουν πλήρως, τα άλογά μας είναι υγιέστατα. Τα αμπέλια απέδωσαν πολύ φέτος, πολλούς τόνους παραπάνω. Όμως, όλοι μας για κάποιο λόγο, κάθε μέρα που περνάει έχουμε λιγότερα χρήματα, και μας ανησυχεί αυτό, μια και πρόκειται για το λιωμένο χρυσάφι των προγόνων μας. Επίσης, μάθαμε ότι δεν συμβαίνει πρώτη φορά αυτό. Μερικοί παππούδες μας, μέχρι πολλών γενεών πίσω, είχαν υποψίες αλλά τώρα ανεξαιρέτως το λέμε με βεβαιότητα: Κάποιος από την οικογένεια φθονεί από γενιά σε γενιά τα υπόλοιπα μέλη της.
-Έλεος, βαρέθηκα. Τι προσπαθείς να μου πεις; Ό,τι κι αν είναι θα το πιστέψω.
-Εντάξει! Ο προδότης της οικογένειας δρούσε ανεξέλεγκτος, αφού όλα τα μέλη όφειλαν τυφλή εμπιστοσύνη μεταξύ τους. Τελικά, ο προδότης εκείνης της εποχής έφαγε όλα τα χρήματα και σκότωσε ότι είχε απομείνει από την οικογένεια. Αλλά και αυτός ξόδεψε το χρήμα σε κραιπάλες και δεν πέρασε στιγμή ξεμέθυστος από τότε. Ο γιος του, μην αντέχοντας τόση αμαρτία, έφυγε με το πρώτο καράβι ακόμα πιο νότια σε κάτι ακτές με πελάγη γεμάτα βραχονησίδες, όπου η Ιταλία μοίραζε εδάφη που έπαιρναν με σπαθιά από Ανατολικούς. Και τώρα να σου πω τι πρέπει να αποκομίσεις από όλο αυτό. Ο αποκαλούμενος «προδότης» έδειξε ειλικρινώς για τι ζωή έχεις γεννηθεί- και ο πατέρας σου που δεν το αποδέχεται. Είσαι γεννημένος για να περάσεις μια ζωή πολυτέλειας και πλούτου.
-...
Το βασιλόπουλο δεν είχε τι να πει. Το μυαλό του ταυτόχρονα είχε σταματήσει και ήθελε να δουλέψει πυρετωδώς. Αλλά βαριόταν να δουλέψει πυρετωδώς. Αυτό είχε μάθει να κάνει όλη του τη ζωή, έπαιρνε χρήματα και έβγαινε τα βράδια. Ο πατέρας του δεν ήξερε τίποτα από όλα αυτά...
-...ήξερε μόνο τους άλλους και όχι την οικογένειά του, έτσι; Ποτέ δεν έδειξε να ενδιαφέρεται για σένα, έτσι; Σας παρακολουθούσα. Και είμαι εδώ για να σε βοηθήσω να πάρεις την εξουσία και να ζήσεις όπως είσαι προορισμένος.
-Μ’ αρέσει. Καν’ το!
Τα υπόλοιπα αυτού του συμβάντος δεν έγιναν ποτέ γνωστά. Πρώτα πετάχτηκαν μπλε λάμψεις από το στόμα του Πλανητοπερπατητή και μετά απόκοσμη ομίχλη. Και από την άλλη μέρα το βασιλόπουλο έλεγε ότι φόρεσε χρωματιστούς φακούς επαφής- τα μάτια του ήταν, από πράσινα, μαύρα- δύσκολα ξεχώριζες ασπράδι με τον καιρό. Έτσι η νύχτα αυτή του 46ου έτους της βασιλείας καθόρισε το πώς θα ερχόταν σε κρίση ο πλανήτης. Έτσι, σε μία νύχτα!
Ο καιρός περνούσε. Το βασιλόπουλο άρχισε τις μεγάλες ληστείες από το κράτος. Από λίγα χρήματα για βραδινές εξόδους, πέρασε σε κεφάλαια για να χτίσει μια βίλλα, να αγοράσει ό,τι ακριβό υπήρχε και να προσλάβει υπηρετικό προσωπικό. Μετακόμισε σ’ αυτή τη βίλλα και εγκατέλειψε τη λιτή ζωή του παλατιού. Ο Πλανητοπερπατητής του έμαθε να κάνει μαγικά για τη μνήμη και συμφώνησαν να ξεχαστεί από το μυαλό όλων η ύπαρξη του βασιλόπουλου, με πρώτο το βασιλιά, οπότε έγινε ένας άλλος.
Η 6η δεκαετία μπήκε με προβλήματα. Τα κρατικά ταμεία άδειαζαν μυστηριωδώς και μια άγνωστη διασημότητα, πιο πλούσιος από τους άλλους εμφανίστηκε και διαδόθηκε από στόμα σε στόμα, με λέξεις και με ξόρκια. Ο βασιλιάς όταν έβλεπε αυτήν τη διασημότητα θυμόταν κάτι απόμακρο... Και όταν πια αδειάζουν τα ταμεία και αρχίζουν οι υποθήκες, ερχόμαστε στη σκηνή με την οποία αρχίσαμε: ο βασιλιάς σηκώνεται να πάει να μιλήσει στο λαό του, πρέπει να το κάνει. Αλλά, αν και δεν έβλεπε κανέναν στην αίθουσα του θρόνου, δεν ήταν μόνος του.
Πληρωμένος από το βασιλόπουλο δολοφόνος αόρατος με ξόρκι-καμουφλάζ πίσω από το θρόνο έχει έτοιμο το ραβδί του. Έβαλε τα σχέδια των ληστειών του βασιλόπουλου, ανυπόγραφα φυσικά, μέσα σε μια εσοχή του ρούχου του βασιλιά. Πρέπει λοιπόν να σκοτωθεί και να πέσει από ένα μπαλκόνι στα χέρια του κόσμου.
Περπατάει, περπατάει, η αίθουσα είναι μεγάλη και τώρα πια κουτσαίνει, ενώ το πέτρινο πάτωμα δε βοηθάει, κι ας είναι ότι καλύτερο υπάρχει. Το χέρι του δολοφόνου αρχίζει και τρέμει. Άκου δουλειά που του έβαλαν... να σκοτώσει έναν άνθρωπο που για 50 και βάλε χρόνια ευεργέτησε τον πλανήτη, βελτίωσε το νόμο, έζησε λιτά και προέκτεινε τη μαγεία...
Οι πόρτες ανοίγουν και φαίνεται το μπαλκόνι της αίθουσας με δισεκατομμύρια ανθρώπους από κάτω. Έχε έτοιμο το ραβδί... Και ξαφνικά κινήθηκαν οι φωνητικές του χορδές, παλλόμενες πραγματικά δυνατά:
-ΑΚΙΝΗΤΟΣ!
-Ποιος είσαι; Τι συμβαίνει εδώ; Τι... Τι κάνεις με το ραβδί;
-Έλα εδώ να σου πω κάτι. ΓΡΗΓΟΡΑ (σημάδεψε καλύτερα)!
-Μίλα.
-Θα πεις στο λαό σου πόση δύναμη έχει από μόνος του, κατάλαβες; Θα τους κάνεις να πιστέψουν ότι θα μπορούν να ελέγξουν την κατάσταση μόνοι τους και ότι θα δώσουν αυτοί την εξουσία στον επόμενο βασιλιά αν θέλουν. Είναι επείγον να τα πεις αυτά. ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ;
-Εντάξει, θα κάνω ότι μπορώ.
Ξέρουμε την ευφράδεια του βασιλιά. Έπεισε το λαό του και τους έδωσε δύναμη που κανείς δεν φαντάστηκε. Και αμέσως μετά... υλοποιήθηκαν τα αρχικά σχέδια με το πτώμα να κείτεται μπροστά από το μπαλκόνι.
Έτσι το μαλθακό βασιλόπουλο έγινε ο χειρότερος βασιλιάς της Ιστορίας. Και η ιστορία δε σταματάει εδώ...
Τα Ρόδα και τα Αγκάθια
Ο βασιλιάς σηκώθηκε να πάει να μιλήσει στον λαό του. Ακόμα κι αυτό είχε γίνει δύσκολο πια για ένα γέρο. Γεννήθηκε για να κυβερνά αυτή τη χώρα- ο ίδιος ο λαός τον είχε βρει από τη φτωχική, επιπόλαια οικογένειά του. «Από αγκάθι βγαίνει ρόδο» του είπαν οι γέροντες που αποφάσισαν γι’ αυτόν, και κατέληξε στα σωστά χέρια ώστε να αποδειχθεί ότι είχαν δίκιο. Ψυχολόγοι, δάσκαλοι, μάγοι, ένας που ήξερε όλους τους νόμους της χώρας και προπονητές κάθε είδους, όλοι προσπαθούσαν να φτιάξουν τον τέλειο πολιτικό για τη χώρα-πλανήτη. Με πολλή προσπάθεια τα κατάφεραν. Είχαν ακόμα και την συναίνεση της οικογένειας για να μην του δείξουν ποτέ τι γονίδια έχει, να μην βρει ποτέ τι απόβρασμα μπορεί να γίνει, πόσο χαμηλά μπορεί να πέσει με τα σφάλματά του.
Ήρθε και η ώρα που η οικογένειά του τελείωσε φαινομενικά το δρόμο της και έμεινε αυτός ο μάλλον τελευταίος απόγονος. Όσοι είχαν καταπιαστεί με την εκπαίδευσή του συνέχισαν το έργο τους. Όντας όλοι γέροι, όμως, τον είχαν προετοιμάσει από μικρό για τον καιρό που θα πέθαιναν κι αυτοί. Και οργάνωσαν το θάνατό τους, μετατρέποντάς τον σε τελικές εξετάσεις για το μελλοντικό βασιλιά. Το σχέδιο: μια μέρα μετά τα γενέθλια ενηλικίωσής του, έπρεπε να σκοτωθούν σε μάχη. Θα προξενούνταν μάχη ενάντια σε εγκληματίες και έτσι θα έπαιρναν μαζί τους βάρη της κοινωνίας. Πέρασε τις εξετάσεις και έγινε βασιλιάς τη στιγμή του χειροκροτήματος του λαού, αφού είπε αυτά:
«Πρέπει να κάνουμε σε λίγες μέρες πολλές κηδείες. Αν μη τι άλλο, θα τιμήσουμε όσο μπορούμε τους νεκρούς. Επρόκειτο για τους πιο λόγιους και σοφούς ανθρώπους και είναι από τις μεγαλύτερες απώλειες του αιώνα. Αλλά εμείς, οι επιζώντες, οφείλουμε να συνεχίσουμε το έργο τους και να ακολουθήσουμε πολλά των παραδειγμάτων τους. Ας ξέρουμε επίσης πόσο νόημα είχαν όσα έκαναν, αλλά νόημα είχε ακόμα και ο θάνατός τους. Δεν γύρισαν στους ουρανούς άπραγοι, αλλά πήραν κινδύνους και άφησαν γνώσεις. Για όλα αυτά, υπόσχομαι να τους αντικαταστήσω επάξια και συμβουλεύω να κάνουμε μαζί το ίδιο.»
Τα κατάφερε. Η χώρα-πλανήτης βελτιωνόταν μέρα με τη μέρα. Δημόσια έργα, νόμοι που ανταποκρίνονταν στις ανάγκες του λαού, εμπόριο, και προώθηση της παιδείας και των επιστημών. Νέα ξόρκια κάθε μέρα. Οι γνώσεις των σοφών και των λόγιων δεν πέθαναν, αλλά υπήρχαν κι άλλοι που αγωνίζονταν να τους αντικαταστήσουν επάξια, βοηθούσαν τον κόσμο και αφοσιώνονταν στο έργο τους, αλλά και ο βασιλιάς κατείχε τις γνώσεις των δασκάλων του. Η τεχνολογία γνώρισε ακμή. Η χώρα-πλανήτης ευεργετήθηκε σίγουρα από αυτόν τον αρχηγό.
Επί 6 δεκαετίες κυβερνούσε, και τις πρώτες 3 άριστα και χωρίς προβλήματα. Αλλά ήρθε η ώρα που ασχολήθηκε με την προσωπική του ζωή: γνώρισε μια κοπέλα και παντρεύτηκαν. Η βασίλισσα, λοιπόν, δεν ήταν τόσο βασίλισσα και δεν ασχολούνταν με τη διακυβέρνηση της χώρας. Κυρίως ήταν «η προσωπική ζωή του βασιλιά» και έκανε τη δική της δουλειά, άσχετη με την πολιτική. Στην ίδια δεκαετία, εκεί που είχαμε μείνει, μαζί με το γάμο τους, ήρθε και μονογενής γιος. Τότε κάποιος άγνωστος προφήτης είχε πει: «Από ρόδο βγαίνει αγκάθι». Ο γιος γεύτηκε πλούτη από τη βασιλεία του πατέρα του που οι γονείς του ήταν αποφασισμένοι να αγνοήσουν.
Ο βασιλιάς, όμως, δεν ήθελε να μετατραπεί το παιδί του σε κακοδιαχειριστή της εξουσίας και μαλθακό κληρονομικά πλούσιο και προσπάθησε να σταματήσει τη διαδικασία που περίμενε και μόλις είχε αρχίσει. Έτσι αποφάσισε να γίνει ένας σχετικά αυστηρός πατέρας. Το παιδί μεγάλωσε και έγινε ανήλικος νέος. Μόνο ελάχιστα και κρυφά από τον πατέρα του έπαιρνε χρυσάφι από το πλανητικό ταμείο. Θα ‘λεγε κανείς πως ο πατέρας του είχε αρχίσει να γερνά και απλά έκανε τον καθιερωμένο του έλεγχο, κουρασμένος ως πατέρας, επικεντρωμένος στην τέλεια διακυβέρνηση της χώρας. Ειπώθηκε επίσης ότι, αφού δεν είχε μεγαλώσει με γονείς, ο βασιλιάς δεν είχε ιδέα πως να φερθεί σωστά στο γιο του. Η δε μητέρα αγάπησε υπερβολικά το γιο της και ποτέ δε διαφώνησε μαζί του. Ο γιος, εκείνες τις στιγμές που έμπαινε στην αίθουσα με το χρυσάφι, είχε την αίσθηση πως άκουγε μια φωνή να τον παροτρύνει να πάρει πολλά πλούτη και να φύγει από το σπίτι, να ζήσει άνετα και χωρίς πολλή σκέψη και ανησυχία, να κάνει μια ζωούλα. Ήταν σίγουρος πως, χωρίς αυτήν τη φωνή, δεν θα άγγιζε το χρυσάφι- μάλιστα, κάθε φορά που το έπιανε στα χέρια του ένιωθε ένα ρίγος και έλεγε: «Τύψεις είναι, που δεν ακούς τον πατέρα σου και κλέβεις τον πλανήτη».
Συμβάν αυτό επί 2 χρόνια, έφτασε μια νύχτα που ο γιος είχε φύγει από το σπίτι για να πάρει χρυσάφι από το θησαυροφυλάκιο και ο φορέας της φωνής έκανε την εμφάνισή του. Εννοώντας πως κατέβηκε επιτέλους στον πλανήτη- ναι, ήταν ένας Πλανητοπερπατητής, δηλαδή ένας διαπλανητικός ταξιδιώτης και εξαιρετικά δυνατός μάγος για να πετύχει κάτι τέτοιο. Διάφορα πράγματα έμειναν μυστήριο γι’ αυτόν: κανείς δεν ήταν βέβαιος πώς το έκανε και γιατί. Οι φήμες βέβαια είπαν αργότερα ότι τράβηξε μεγάλο ποσό χρήσιμων πληροφοριών και πλούτου- για να μην αναφέρουμε ότι την ίδια νύχτα εξαφανίστηκε η βασίλισσα και ταυτόχρονα ξεχάστηκε από τους ανθρώπους. Μόνον ο βασιλιάς άντεξε να κρατήσει τη μνήμη του ενάντια στη μαγική λήθη για λίγες μέρες, ώσπου τα γεγονότα του τράβηξαν όλη τη φαιά ουσία του και έμεινε μια ελάχιστη εικόνα της στο μυαλό του-μερικές φορές αναρωτιόταν πως έγινε και έκανε το γιο.
Ας διηγηθούμε τη νύχτα, λοιπόν. Στο δρόμο για το θησαυροφυλάκιο, ο γιος συναντά τον Πλανητοπερπατητή.
-Ποιος είσαι πάλι εσύ;
-Πάλι γυρνάς έξω, γόνε τιμημένου βασιλιά;
-Εντάξει, με έπιασες, αλλά δείξε ανθρωπιά! Αν δε διασκεδάσω τώρα, πότε θα ζήσω;
-Δεν με νοιάζει τι κάνεις τώρα. Ήρθα για να σου δείξω μυστικά που σε αφορούν...
-Και που ξέρεις εσύ για το τι με αφορά;
-..., μυστικά που σου έκρυψε ο πατέρας σου, σε συνεργασία με ανθρώπους που τα πήραν στον τάφο.
Αυτό ήταν. Ο Πλανητοπερπατητής ήξερε πως είχε κινήσει το ενδιαφέρον του βασιλόπουλου. Ήξερε τι έκανε απ’ την αρχή. Υπόκωφες φωνές τη σωστή στιγμή, αντιμετώπιση του ξορκιού-παγίδα που είχε εγκαταστήσει ο βασιλιάς στο χρυσάφι με ραδιοκύματα, εμφάνιση την κατάλληλη στιγμή και τώρα ένα μικρό ψέμα. Όλα λειτουργούσαν τέλεια. Πώς τα έκανε όλα αυτά; Κανείς δεν ξέρει.
-Τι θες να πεις;
-Έχω να σου δείξω πολλά. Έμαθες ποτέ για την πατρογονική σου οικογένεια; Δεν αναρωτήθηκες ποτέ τι είσαι προορισμένος να γίνεις;
-Προορισμένος να γίνω; Τι θες από μένα;
-Ω, εγώ δεν θέλω τίποτα! Εσύ, αντιθέτως, χρειάζεσαι αυτά που ξέρω. Εγώ απλά, αν δεχτείς, θα σου δώσω οδηγίες και θα καταφέρουμε πολλά μαζί.
-Πρώτα θα ήθελα να περάσω από εκεί που πήγαινα.
-Όχι, πρώτα πρέπει να δεις κάποια πράγματα. Θα πάμε και για χρυσάφι.
-Πρέπει να πάμε τώρα. Φοβάμαι τον φρουρό της επόμενης βάρδιας...
-Εντάξει, εντάξει!
Και αφού έφτασαν στην αίθουσα, πήραν χρυσό και έφυγαν. Ο Πλανητοπερπατητής άρχισε να οδηγεί το βασιλόπουλο προς... το παλιό ξεχαρβαλωμένο πια συντρίμμι του παλιού πατρικού σπιτιού. Και οι δύο σκέφτηκαν το ίδιο όταν έφτασαν: Ένα σπίτι αραχνιασμένο, σκονισμένο και καλυμμένο από κλήματα σε βαθμό κακουργήματος.
-Τι είναι αυτό το αχούρι;
-Εδώ υπήρξε η οικογένεια του πατέρα σου μέχρι το δικό του πατέρα. Ο ίδιος δεν έζησε σχεδόν καθόλου εδώ. Τους εγκατέλειψε νωρίς, χωρίς να ενδιαφερθεί ποτέ για αυτούς. Αλλά εσένα πρέπει να σε ενδιαφέρει ό,τι πληροφορία έχει απομείνει κάτω απ’ τα χαλάσματα.
Σταμάτησε στον πεσμένο τοίχο με το κενό όπου κάποτε υπήρχε παράθυρο και τώρα σωζόταν ένα τεράστιο βιβλίο, όπως είχε δει από το διάστημα. Έβγαλε το πολύ χώμα από το βιβλίο και το έδωσε στο βασιλόπουλο.
-Είναι το ιστορικό της οικογένειάς σου. Κάποτε είχαν την οικονομική ευχέρεια να έχουν τέτοιες πολυτέλειες.
-Ώστε είχα πλούσιους προγόνους;
-Μην προτρέχεις! Πρώτα διάβασε να καταλάβεις. Πήγαινε στη σελίδα 89.
Άρχισε να διαβάζει δυνατά:
Ιανουάριος 237 μ.Χ., Κάπου στην απέραντη Σουηδία: Έχουμε σταματήσει σε ένα χωριό για να περάσουμε την πρωτοχρονιά. Πηγαίνουμε στο 3ο παλάτι που έχουμε χτίσει για να δούμε τους εκεί υπηκόους μας. Η χρονιά έχει ξεκινήσει καλά. Όλοι δουλεύουν πυρετωδώς για μας και έχουν ξεχάσει να μας ζητήσουν χρήματα, οπότε τους ταΐζει η γη. Το κακό είναι ότι, με τους τελευταίους υπολογισμούς, ελέγχουμε όλη την επικράτειά μας κάθε 3 χρόνια και 1,5 μήνα. Εμπιστευόμαστε όμως τα πρόσωπα που διατάζουν για μας εκεί που δεν είμαστε και είμαστε σίγουροι ότι μας τρέμουν.
-Πήρες μια γεύση, έτσι; Ο πατέρας σου είναι λιτός, αλλά στην αρχή είσαστε άπληστοι. Καταλαβαίνεις ότι αυτό θα σας άξιζε. Αλλά, μη βγάλεις ακόμα συμπέρασμα: πήγαινε στη σελίδα 100.
-Βαρετό, αλλά τέλος πάντων!
Μάρτιος 241 μ.Χ., Παράξενα μπλε εδάφη που δεν μπορείς να τα πατήσεις, αλλά βουλιάζουν: Είναι η πρώτη φορά που γράφουμε μετά από 1 χρόνο και μερικοί από μας δεν είναι πια μαζί μας. Φαίνεται ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι δεν άξιζαν την εμπιστοσύνη μας. Όταν πήγαμε να ελέγξουμε τα Μεσαία Ορυχεία μας, μας υποδέχτηκαν με υποκριτικές τιμές, γιατί το ίδιο βράδυ, όταν κανείς μας δεν μπορούσε να κουνηθεί πια επειδή έπρεπε να χωνέψει, δεχτήκαμε αιφνιδιαστική επίθεση. 20 πρόσωπα με το ίδιο αίμα, μόνον οι 11 γλιτώσαμε όταν οι υπήκοοι σκότωναν τους άλλους. Όλη τη νύχτα φεύγαμε από το ανάκτορο ώσπου κουραστήκαμε και πέσαμε λιπόθυμοι το χάραμα. Είναι θαύμα το ότι ξαναξυπνήσαμε. Πήγαμε πίσω στο ορυχείο, που είχε αδειάσει, καθώς μας έψαχναν, πήραμε όσο χρυσό μπορούσαμε και φύγαμε με όσα άλογα μπορούσαμε- αρκετά για εμάς. Μετά, και όλο τον υπόλοιπο χρόνο σχεδόν, πηγαίναμε να ελέγξουμε τα πλούτη μας και συνέβαινε παραδόξως το ίδιο σε κάθε παλάτι, ορυχείο ή χωράφι: μάλιστα μας αποτυπώθηκε στη μνήμη μια σειρά λέξεων όπως «δικαιώματα», «συνθήκες ζωής» και «καταπίεση», τις οποίες ακόμα προσπαθούμε να καταλάβουμε. Κάποια στιγμή σταματήσαμε να προχωρούμε στη χώρα, αφού συναντήσαμε για πρώτη φορά εδάφη που δεν μπορούσαμε να πατήσουμε- μπλε εδάφη που το μόνο που στεκόταν ήταν κάτι παράξενες άμαξες χωρίς ρόδες, χωρίς άλογα, μόνο κάτι ξύλα που τους είχαν δώσει σχήμα φτυαριού. Δεν μας άρεσε η νέα εμπειρία, αλλά δεν είχαμε επιλογή, καθώς 2500 άνθρωποι μας πλησίαζαν για να μας σκοτώσουν, και να πάρουν όσο χρυσάφι καταφέραμε να περισώσουμε. Ανεβήκαμε στην άμαξα και από τότε δεν ξαναείδαμε τη Σουηδία. Μπορούμε μόνο να ελπίζουμε.
-Μπορώ να σε διαβεβαιώσω ότι δεν ξαναείδαν τη Σουηδία ποτέ, ούτε οι απόγονοί τους. Πάντως το χρυσάφι κυκλοφόρησε στην οικογένεια για πολλές γενιές ακόμα. Γύρνα στη σελίδα 532.
Σεπτέμβριος 1204 μ.Χ., Λουτεσία, Φραγκικό Κράτος: Ελέγχουμε σήμερα όλα τα γιδοπρόβατα της 2ης ομάδας βοσκής. Όσοι είναι στη δούλεψή μας είναι ευχαριστημένοι από εμάς, τα αγροκτήματα μας τρέφουν πλήρως, τα άλογά μας είναι υγιέστατα. Τα αμπέλια απέδωσαν πολύ φέτος, πολλούς τόνους παραπάνω. Όμως, όλοι μας για κάποιο λόγο, κάθε μέρα που περνάει έχουμε λιγότερα χρήματα, και μας ανησυχεί αυτό, μια και πρόκειται για το λιωμένο χρυσάφι των προγόνων μας. Επίσης, μάθαμε ότι δεν συμβαίνει πρώτη φορά αυτό. Μερικοί παππούδες μας, μέχρι πολλών γενεών πίσω, είχαν υποψίες αλλά τώρα ανεξαιρέτως το λέμε με βεβαιότητα: Κάποιος από την οικογένεια φθονεί από γενιά σε γενιά τα υπόλοιπα μέλη της.
-Έλεος, βαρέθηκα. Τι προσπαθείς να μου πεις; Ό,τι κι αν είναι θα το πιστέψω.
-Εντάξει! Ο προδότης της οικογένειας δρούσε ανεξέλεγκτος, αφού όλα τα μέλη όφειλαν τυφλή εμπιστοσύνη μεταξύ τους. Τελικά, ο προδότης εκείνης της εποχής έφαγε όλα τα χρήματα και σκότωσε ότι είχε απομείνει από την οικογένεια. Αλλά και αυτός ξόδεψε το χρήμα σε κραιπάλες και δεν πέρασε στιγμή ξεμέθυστος από τότε. Ο γιος του, μην αντέχοντας τόση αμαρτία, έφυγε με το πρώτο καράβι ακόμα πιο νότια σε κάτι ακτές με πελάγη γεμάτα βραχονησίδες, όπου η Ιταλία μοίραζε εδάφη που έπαιρναν με σπαθιά από Ανατολικούς. Και τώρα να σου πω τι πρέπει να αποκομίσεις από όλο αυτό. Ο αποκαλούμενος «προδότης» έδειξε ειλικρινώς για τι ζωή έχεις γεννηθεί- και ο πατέρας σου που δεν το αποδέχεται. Είσαι γεννημένος για να περάσεις μια ζωή πολυτέλειας και πλούτου.
-...
Το βασιλόπουλο δεν είχε τι να πει. Το μυαλό του ταυτόχρονα είχε σταματήσει και ήθελε να δουλέψει πυρετωδώς. Αλλά βαριόταν να δουλέψει πυρετωδώς. Αυτό είχε μάθει να κάνει όλη του τη ζωή, έπαιρνε χρήματα και έβγαινε τα βράδια. Ο πατέρας του δεν ήξερε τίποτα από όλα αυτά...
-...ήξερε μόνο τους άλλους και όχι την οικογένειά του, έτσι; Ποτέ δεν έδειξε να ενδιαφέρεται για σένα, έτσι; Σας παρακολουθούσα. Και είμαι εδώ για να σε βοηθήσω να πάρεις την εξουσία και να ζήσεις όπως είσαι προορισμένος.
-Μ’ αρέσει. Καν’ το!
Τα υπόλοιπα αυτού του συμβάντος δεν έγιναν ποτέ γνωστά. Πρώτα πετάχτηκαν μπλε λάμψεις από το στόμα του Πλανητοπερπατητή και μετά απόκοσμη ομίχλη. Και από την άλλη μέρα το βασιλόπουλο έλεγε ότι φόρεσε χρωματιστούς φακούς επαφής- τα μάτια του ήταν, από πράσινα, μαύρα- δύσκολα ξεχώριζες ασπράδι με τον καιρό. Έτσι η νύχτα αυτή του 46ου έτους της βασιλείας καθόρισε το πώς θα ερχόταν σε κρίση ο πλανήτης. Έτσι, σε μία νύχτα!
Ο καιρός περνούσε. Το βασιλόπουλο άρχισε τις μεγάλες ληστείες από το κράτος. Από λίγα χρήματα για βραδινές εξόδους, πέρασε σε κεφάλαια για να χτίσει μια βίλλα, να αγοράσει ό,τι ακριβό υπήρχε και να προσλάβει υπηρετικό προσωπικό. Μετακόμισε σ’ αυτή τη βίλλα και εγκατέλειψε τη λιτή ζωή του παλατιού. Ο Πλανητοπερπατητής του έμαθε να κάνει μαγικά για τη μνήμη και συμφώνησαν να ξεχαστεί από το μυαλό όλων η ύπαρξη του βασιλόπουλου, με πρώτο το βασιλιά, οπότε έγινε ένας άλλος.
Η 6η δεκαετία μπήκε με προβλήματα. Τα κρατικά ταμεία άδειαζαν μυστηριωδώς και μια άγνωστη διασημότητα, πιο πλούσιος από τους άλλους εμφανίστηκε και διαδόθηκε από στόμα σε στόμα, με λέξεις και με ξόρκια. Ο βασιλιάς όταν έβλεπε αυτήν τη διασημότητα θυμόταν κάτι απόμακρο... Και όταν πια αδειάζουν τα ταμεία και αρχίζουν οι υποθήκες, ερχόμαστε στη σκηνή με την οποία αρχίσαμε: ο βασιλιάς σηκώνεται να πάει να μιλήσει στο λαό του, πρέπει να το κάνει. Αλλά, αν και δεν έβλεπε κανέναν στην αίθουσα του θρόνου, δεν ήταν μόνος του.
Πληρωμένος από το βασιλόπουλο δολοφόνος αόρατος με ξόρκι-καμουφλάζ πίσω από το θρόνο έχει έτοιμο το ραβδί του. Έβαλε τα σχέδια των ληστειών του βασιλόπουλου, ανυπόγραφα φυσικά, μέσα σε μια εσοχή του ρούχου του βασιλιά. Πρέπει λοιπόν να σκοτωθεί και να πέσει από ένα μπαλκόνι στα χέρια του κόσμου.
Περπατάει, περπατάει, η αίθουσα είναι μεγάλη και τώρα πια κουτσαίνει, ενώ το πέτρινο πάτωμα δε βοηθάει, κι ας είναι ότι καλύτερο υπάρχει. Το χέρι του δολοφόνου αρχίζει και τρέμει. Άκου δουλειά που του έβαλαν... να σκοτώσει έναν άνθρωπο που για 50 και βάλε χρόνια ευεργέτησε τον πλανήτη, βελτίωσε το νόμο, έζησε λιτά και προέκτεινε τη μαγεία...
Οι πόρτες ανοίγουν και φαίνεται το μπαλκόνι της αίθουσας με δισεκατομμύρια ανθρώπους από κάτω. Έχε έτοιμο το ραβδί... Και ξαφνικά κινήθηκαν οι φωνητικές του χορδές, παλλόμενες πραγματικά δυνατά:
-ΑΚΙΝΗΤΟΣ!
-Ποιος είσαι; Τι συμβαίνει εδώ; Τι... Τι κάνεις με το ραβδί;
-Έλα εδώ να σου πω κάτι. ΓΡΗΓΟΡΑ (σημάδεψε καλύτερα)!
-Μίλα.
-Θα πεις στο λαό σου πόση δύναμη έχει από μόνος του, κατάλαβες; Θα τους κάνεις να πιστέψουν ότι θα μπορούν να ελέγξουν την κατάσταση μόνοι τους και ότι θα δώσουν αυτοί την εξουσία στον επόμενο βασιλιά αν θέλουν. Είναι επείγον να τα πεις αυτά. ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ;
-Εντάξει, θα κάνω ότι μπορώ.
Ξέρουμε την ευφράδεια του βασιλιά. Έπεισε το λαό του και τους έδωσε δύναμη που κανείς δεν φαντάστηκε. Και αμέσως μετά... υλοποιήθηκαν τα αρχικά σχέδια με το πτώμα να κείτεται μπροστά από το μπαλκόνι.
Έτσι το μαλθακό βασιλόπουλο έγινε ο χειρότερος βασιλιάς της Ιστορίας. Και η ιστορία δε σταματάει εδώ...
Copyright 2011
All Rights Reserved - International Copyright Secured
Χα!All Rights Reserved - International Copyright Secured
Έχει επεξεργασθεί από τον/την Bbs στις Τρι Μάης 31, 2011 5:23 pm, 1 φορά
Bbs- Μέλος της Συντακτικής Ομάδας
- Αριθμός μηνυμάτων : 82
Ημερομηνία εγγραφής : 06/08/2010
Τόπος : Holy Roman Empire
Απ: Η Τριλογία Μου (άτιτλη, **** την τρέλα μου, κάθε μέρος έχει δικό του τίτλο)
Ανέβασε το εδώ και βάλε δίπλα ένα © ή ενα TM ή ένα ®...Ή και τα τρία αν θέλεις... Δεν ξέρω τι ακριβώς σημαίνουν αλλά φαίνεται πως πιάνουν τόπο. Ειδικά το ©, το έχει και η κόκα κόλα στα κουτάκια της...
Απ: Η Τριλογία Μου (άτιτλη, **** την τρέλα μου, κάθε μέρος έχει δικό του τίτλο)
Ον: υπέροχος ! :Ρ
Μπάμπη: ανέβασε το ρε συ..
Μπάμπη: ανέβασε το ρε συ..
midori- Μέλος της Συντακτικής Ομάδας
- Αριθμός μηνυμάτων : 26
Ημερομηνία εγγραφής : 27/08/2010
Ηλικία : 30
Τόπος : thessaloniki - zwntas to oneiro;)
Απ: Η Τριλογία Μου (άτιτλη, **** την τρέλα μου, κάθε μέρος έχει δικό του τίτλο)
ΤΜ σημαίνει trademark.
Τα άλλα σημαίνουν copyright και reserved.
Θα το βάλω.
Τα άλλα σημαίνουν copyright και reserved.
Θα το βάλω.
Bbs- Μέλος της Συντακτικής Ομάδας
- Αριθμός μηνυμάτων : 82
Ημερομηνία εγγραφής : 06/08/2010
Τόπος : Holy Roman Empire
Απ: Η Τριλογία Μου (άτιτλη, **** την τρέλα μου, κάθε μέρος έχει δικό του τίτλο)
2ο μέρος
«Σας κυβερνώ. Στηρίζεστε στις αποφάσεις μου. Αλλά μην ξεχνάτε ότι εσείς με διαλέξατε. Εγώ μπορεί να κάνω λάθη, γιατί είμαι ένας υπηρέτης του λαού. Μπορεί να πέσετε στα χέρια τυράννων και ανίκανων. Άλλοτε την καλύτερη επιλογή κάνουν οι πιο εκπαιδευμένοι και καλλιεργημένοι από σας. Αλλά χωρίς την παρουσία τους ή την άνοδο ενός μονάρχη χωρίς τη γνώμη τους μπορείτε ακόμα να τα καταφέρετε. Εγώ έχω ένα θρόνο, αλλά όποτε θέλατε θα μπορούσατε να με κατεβάσετε από αυτόν. Ο τύραννος που θα ανέβει σ' αυτό το θρόνο μπορεί να έχει την εξουσία, αλλά ποτέ ένας δεν θα σταματήσει ολόκληρη κοινωνία.» Αυτά είπε. Χειροκρότημα. Και μετά...
Ο βασιλιάς έπεσε. Ο δολοφόνος, διορισμένος από το βασιλόπουλο, επηρεασμένο από τον Πλανητοπερπατητή, είχε κάνει με μισή καρδιά το καθήκον του: σκότωσε πισώπλατα το βασιλιά και αυτός έπεσε μέσα στη λαοθάλασσά του. Ο κόσμος προσπαθούσε σιγά-σιγά να οργανώσει τη σκέψη του. Όσοι είχαν κάνει έναν πυκνό κύκλο γύρω από το πτώμα έβλεπαν τον άνθρωπο που θεωρούνταν ο πιο αξιότιμος στον πλανήτη να μένει ακίνητος σαν νεκρός. Ίσως η κοινή γνώμη να τον έκρινε γερασμένο στη σκέψη, μια και από τα 60 χρόνια βασιλείας του, τα 15 τελευταία να ήταν με οξυνόμενα προβλήματα, αλλά κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει κάποιον να λύνει τα προβλήματα αυτά χωρίς το βασιλιά.
Οι νεκροί σοφοί που τον είχαν επιλέξει πριν 70 χρόνια δεν είχαν βρει ακόμα αντάξιούς τους, ο καθένας στον τομέα του. Ο βασιλιάς άφησε πίσω του πληθώρα καλλιεργημένων και έξυπνων ανθρώπων που, όχι μόνο κυκλοφορούσαν ανάμεσα στους υπόλοιπους με μόνο στόχο την προσφορά βοήθειας, αλλά είχαν πάντα μια γνώμη στις αποφάσεις του. Παρ' όλα αυτά, συνέβη κάτι που ανέτρεψε την έρευνά τους για το διάδοχο του θρόνου, μαζί με πολλά άλλα.
Αυτοί στους οποίους το πτώμα είχε πέσει πιο κοντά είχαν αρχίσει να το ψάχνουν για ουλές από μια οποιαδήποτε σκληρή μάχη. Αντ' αυτού βρήκαν...
“Χρυσός!”
“Πέτρες κάθε χρώματος!”
“Ένα πακέτο χαρτιά. Κοιτάξτε το τίτλο: 11η Χρηματαπορρόφηση από το Κράτος… !”
“Αυτό το ασημένιο ταμπελάκι το έχω ξαναδεί: ήταν πάνω-πάνω στα αποθέματα του κράτους μέσα στις αποθήκες των ταμείων!”
“Όντως. Είναι αυτό που είδαμε από αποκλειστικό Μ.Ε.Μ. (Μαγικό Εικονικό Μήνυμα) μιας μυστικής ομάδας τελάληδων!”
Τι είχε γίνει; Γιατί αντικείμενα αξίας από το ταμείο του κράτους ήταν τώρα στις τσέπες του παλτού του βασιλιά. Έκλεβε; Κάποτε αποφάσισε να τα προδώσει όλα; Να αποστάξει τον πλούτο που μπορούν να του δώσουν οι πολίτες του; Όπως και να 'χε, μόλις είχε χαθεί κάθε ίχνος πίστης στο πρόσωπο του ανθρώπου αυτού.
Ο Πλανητοπερπατητής προφανώς προκαλεί σύγχυση σε άλλο πλανήτη τώρα. Ο δολοφόνος για κάποιο λόγο τρέχει να κρυφτεί, ντροπιασμένος για αυτό που έκανε. Πέρασε, όμως, πρώτα από τον τελευταίο που μπορεί να μας δείξει κάτι, για να πληρωθεί. Το βασιλόπουλο: Τι κάνει; Μόλις είχε σκοτωθεί ο πατέρας του, αλλά τώρα μόνον αυτός ήξερε ότι ο βασιλιάς είχε γιο, χάρη στα μάγια του Πλανητοπερπατητή. Κι έτσι κι αλλιώς δεν αγαπούσε αυτόν που του είχε στερήσει τη μοίρα που του άξιζε, τη μοίρα που θα έδινε οποιοσδήποτε άλλος πρόγονος. Αποφάσισε, πλέον, να κάτσει στην καρέκλα -το θρόνο- και πρώτα-πρώτα να επικαλεστεί τον Πλανητοπερπατητή να αναιρέσει κάποια ξόρκια. Μέχρι τώρα ήταν γνωστός ως μια διασημότητα με άλλο όνομα, μπορούσε, λοιπόν, να προσθέσει ότι είναι γιος βασιλιά.
Αποφάσισε, λοιπόν, να κάτσει στην καρέκλα. Αυτό προϋπέθετε ότι το σχέδιό του είχε πετύχει. Ο πατέρας του ήταν νεκρός και το τελευταίο χρυσάφι που το βασιλόπουλο έκλεψε από τις αποθήκες το χρησιμοποίησε για να τον ενοχοποιήσει. Αν ένιωθε ενοχές; Θεωρούσε αβάσταχτο τον πόνο του να σκοτώνεις πρόγονό σου, αλλά η μοίρα έπρεπε να επιστρέψει ως κύριος παράγοντας αυτού του οίκου- ο πατέρας του είχε απαρνηθεί τη μοίρα του. Εν τω μεταξύ, θα περνούσε το χρόνο του ξεπερνώντας τις ενοχές αυτές...
Ακριβώς έτσι έκανε. Στην πραγματικότητα, ένιωθε ενοχές και περνούσε όλο του το χρόνο προσπαθώντας να τις ξεπεράσει, χωρίς να τα καταφέρει ποτέ. Τα γεγονότα, όμως, κυλούσαν: παρουσιάστηκε ως κληρονόμος του θρόνου, δίνοντας βιαστικές υποσχέσεις ότι θα τα καταφέρει καλύτερα. Οι σοφοί, που ήταν ικανότατοι υπό την αιγίδα του αναξιόπιστου πια πατέρα του, έπαψαν να πιστεύουν ότι είχαν έστω και το ελάχιστο ταλέντο, είτε επρόκειτο πια για Φυσική, Νομική, Πολιτική, Μαγεία, Ψυχολογία, Φυσική Κατάσταση ή Φιλοσοφία. Άλλοι αυτοκτόνησαν και άλλοι καταπιάστηκαν με τα λατομεία και τα αγροτικά. Έτσι, ο λαός, μην έχοντας τη γνώμη του ειδικού, δεν διαφώνησε στο ελάχιστο με την παράδοση του θρόνου στον άμεσο συγγενή του βασιλιά.
Ο καινούριος μονάρχης δεν νοιαζόταν να κρύψει τη θλίψη του. Λυπόταν τα χαμένα του χρόνια. Λυπόταν για το σκοτωμένο πατέρα του. Και για το σπασμένο πιάτο στην κουζίνα του παλατιού. Και, απλά, αυτός και οι υπηρέτες του δεν έβγαιναν ποτέ από το παλάτι, μόνο οι στρατιώτες.
Ο Πλανήτης… άλλαξε. Τα πάντα αποδιοργανώθηκαν. Ο μονάρχης αυτός δεν έδινε πολλές διαταγές, ούτε ασχολούνταν όλη μέρα με το λαό του. “Καλό αυτό”, σκέφτονταν οι άνθρωποι, “είναι διαμετρικά αντίθετος με τον προδότη προκάτοχό του”. Άνθισε το έγκλημα. Ο καθένας άρχισε να κλείνεται στον εαυτό του. Παγωμένο σκοτάδι πλημμύρισε ανάμεσα στους ανθρώπους. Ήλιος και χαμόγελο άρχισαν να σπανίζουν. Καθείς είχε προβλήματα που συλλογιζόταν, μα δεν τα έλυνε.
Υπό αυτές τις συνθήκες επανεμφανίστηκε ο Πλανητοπερπατητής. Αυτή τη φορά τον είδαν όλοι, μέρα μεσημέρι, να έρχεται, αλλά ξωπίσω του να έχει αρμαθιές από κάποια παράξενα πλάσματα.
Ο Πλανητοπερπατητής είχε προβλέψει τι θα έβρισκε. Ταυτόχρονα, επικοινώνησε με το μονάρχη. Αφού έμαθε και τις τελευταίες λεπτομέρειες της κατάστασης… βγήκαν βόλτα. Όταν ο Πλανητοπερπατητής επέστρεψε στους ακολούθους του, που είχαν σταθεί λίγο πάνω από τον Πλανήτη, ο μονάρχης είχε πέσει σε λήθαργο. Την ίδια στιγμή, από το διάστημα, ακούστηκε:
-Δεν πήραν χαμπάρι. Διαιρέθηκαν και ο αρχηγός τους έφυγε. ΠΥΡ!!
Άρχισαν να πυροβολούν με άσβεστα μαγικά ακόντια. Κάθε ακόντιο προκαλούσε και μια έκρηξη. “Αχ”, “Ωχ”, και “Βοήθ…” να ακούγονται παντού, ανάμεσα στις εκρήξεις και τις φλόγες, τα πάντα να είναι εκκωφαντικά, τα πάντα να είναι μια σύγχυση και μια προσπάθεια αντιμετώπισης, αντίδρασης, αντι-, αντι-, αντι-… αντι-θανάτου. Αλλά ο θάνατος είχε ανοίξει τις κόκκινες πόρτες του. Και μέσα σ’ όλα:
-Που είναι ο μονάρχης μας; Τι; ΚΟΙΜΑΤΑΙ;
-Τι θα κάνουμε;
-Που θα βρούμε όπλα;
-Ποιος θα μας οδηγήσει;
-Ας βοηθήσει κάποιος!
Η σφαγή σταμάτησε. Το τελευταίο αίμα κύλησε και οι επιζώντες άνθρωποι γύρισαν το βλέμμα πάνω. Κάτι παράξενο είχε συμβεί: ο Πλανητοπερπατητής κατσάδιαζε έναν ακόλουθο ακριβώς από πίσω του. Λίγες λέξεις ακούστηκαν καθαρά:
-…την αστοχία σου…φταις…λάθος το ξόρκι μου…ΘΑ ΣΤΟ ΒΑΛΩ…ΑΚΟΝΤΙΟ ΣΟΥ.
Την επόμενη στιγμή έπεφτε από ψηλά με φόρα ο ακόλουθος αυτός. Από πίσω του έρχονταν άσβεστα ακόντια, έτοιμα να ποτίσουν τα πάντα με καμένο αίμα. Η τραγωδία επανήλθε, τα βογκητά κάλυψαν τα πάντα, σάρκα γέμισε το χώμα. Τώρα κάποιοι προσπαθούσαν να αντεπιτεθούν. Αλλά, πάνω απ’ όλα… ξύπνησε ο μονάρχης, αντικρίζοντας κάτι εντελώς απρόσμενο και ανεξήγητο.
Μέσα στο χαμό, μέσα στο θάνατο, μέσα στην καταστροφή, υπήρχε ένα πλασματάκι που μόλις τώρα είχε αποκτήσει ζωή. Σηκώθηκε να το περιεργαστεί. Ήταν ένα ομορφότατο μωρό και δεν έκλαιγε καθόλου με όσα συνέβαιναν γύρω. Θα έλεγε κανείς ότι είχε μια οργισμένη και μουτρωμένη έκφραση…
Ο μονάρχης σκεφτόταν… αρνήθηκε τον πατέρα του για έναν “θεό”. Τώρα ο “θεός” τον είχε αρνηθεί. Η εξουσία που είχε σχεδόν τον αηδίαζε, αλλά δεν άντεχε πια να κάνει κάτι για να τα αλλάξει όλα αυτά. Ένα του έμενε να κάνει: θα φρόντιζε αυτό το μωρό. Ήταν το τελευταίο που είχε νόημα πια για τον ίδιο.
Το κοίταξε λίγο ακόμη. Οι κόρες των ματιών του ήταν μωβ, ενώ το δέρμα του έμοιαζε λίγο μπλε.
Κάποιος ήρθε να τον βρει:
-Τι να κάνουμε, υψηλότατε;
-Δεν ξέρω…
-Με όλο το σεβασμό, είστε υποχρεωμένος να μας σώσετε τις ζωές. Εσείς συνομιλήσατε μαζί του.
-Απλώς κρυφτείτε κάτω από κάτι.
Η μάχη τελείωσε τόσο ξαφνικά όσο άρχισε. Αυτοστιγμεί ακούστηκε ο Πλανητοπερπατητής:
-Ξέρω ότι ξύπνησες. Δεν θέλω να διαλυθεί η χώρα που τόσο φροντίζεις εσύ, μαθητή μου, μονάρχη. Τώρα, όμως, σου έδειξα πόσο ανώτεροι είμαστε. Πόσο δυνατοί είμαστε και τι μπορούμε να κάνουμε… Έχεις την ευκαιρία να γλιτώσετε οι υπόλοιποι. Έχω έτοιμο συμβόλαιο που κατοχυρώνει τη μη επίθεση προς εσάς. Αρκεί να είστε εντάξει στις υποχρεώσεις σας και θα ζήσετε. Αρκεί να υπογράψεις.
-Σκάσε, μ’ έπεισες, θα υπογράψω. Κατέβα στη γη.
Έφυγαν για το παλάτι για να διαβάσουν το συμβόλαιο και να υπογράψουν. Ο μονάρχης πρώτα φρόντισε το μωρό, βέβαια.
-…Φόρος υποτέλειας…
-Φόρο επιβίωσης, δηλαδή! Έπρεπε να το γράψω έτσι.
-…άδεια διέλευσης των οχημάτων σας στον Πλανήτη…
-Ε, ναι. Εμπορικοί λόγοι…
-…παραχώρηση οικοπέδων άνευ αντιτίμου…
-Μη ζητήσεις τίποτα παραπάνω, πλεονέκτη!
-…ελευθερία επέμβασης σε περίπτωση αναταραχών…
-Μη μας ψοφήσετε κιόλας!
-…50% της ενδοπαραγωγής σας ανήκει…
-Ε, ναι. Μας αρέσουν τα προϊόντα σας, αλλά δεν θέλω να πεινάσετε.
-…μειωμένες αποδοχές προς εμάς στο μεταξύ μας εμπόριο…
-Να βγάλω και κάτι από αυτήν την ιστορία… δεν πιστεύω να έχεις αντίρρηση;
-Όχι, όχι. Τι μπορώ να πω άλλωστε; Θα υπογράψω. Αλλά, μπορώ να ρωτήσω κάτι;
-Ελπίζω να μην έχεις απαιτήσεις.
-Μήπως μπορώ να ξαναδώ τη μητέρα μου;
-Ποια; Α, εκείνη τη γριά; Δεν νομίζω… Αν τη δεις, τότε θα αντικρίσεις το παλάτι μου και θα ζηλεύεις. Δεν το θέλω αυτό.
-Εντάξει, ας τελειώνουμε τότε.
Έτσι κι έγινε, εκείνη τη μέρα, 10 χρόνια μετά τη στέψη του μονάρχη και μέρα μεσημέρι, όπως ξέρουμε. Την ίδια μέρα, ο μονάρχης ανακοίνωσε το περιεχόμενο του συμβολαίου στο λαό του. Ο ίδιος ο λαός ακολούθησε το παράδειγμα του αρχηγού του: δεν αντέδρασε.
Η πείνα άρχισε να θερίζει. Ο πληθυσμός του Πλανήτη είχε ήδη μειωθεί δραματικά, και τώρα δεν μπορούσαν να συντηρηθούν οι επιζώντες. Το παλάτι μόλις που εξασφάλιζε μερικές πολυτέλειες. Υπήρχε αρκετή άνεση και για το μωρό, που άρχισε να μεγαλώνει.
Ο μονάρχης ήταν αποφασισμένος να κάνει το παιδί αυτό διάδοχό του, δίνοντάς του όσες γνώσεις και εμπειρίες είχε ο ίδιος. Παρόλ’ αυτά, μέσα στο παλάτι υπήρχαν και οι διάφοροι υπηρέτες, οι οποίοι ναι μεν ήθελαν το καλό του παιδιού, αλλά έλεγαν όσα έλεγε ο μονάρχης από τη δική τους οπτική γωνία.
Για την ακρίβεια, το παιδί όταν άρχισε να μιλάει και να ρωτά, σαν παιδί κι αυτό, ρωτούσε τους πάντες, εκτός από το μονάρχη, που δίδασκε το παιδί χωρίς αφορμή. Ο τελευταίος μετέδιδε στο παιδί τόσο γνώσεις, όσο και απόψεις. Το παιδί, όμως είχε τελείως διαφορετική γνώμη να πει:
-Κύριε μάγειρα, όταν βλέπω τον κόσμο έξω από τα παράθυρα, δε χαμογελάνε και πολύ. Γιατί;
-Εμείς εδώ, παιδί μου, είμαστε πλούσιοι. Εσύ δεν θα πεινάσεις, γιατί σε έχει βρει ο αρχηγός μας. Εγώ μπορεί να πεινάσω, ο κόσμος που βλέπεις έξω πεινάει, εσύ, όμως είσαι πια στη βασιλική οικογένεια.
-Μα δε θέλω να πεινάσει κανείς! Εγώ είμαι μια χαρά, πάρτε λίγο από τα δικά μου.
-Χαχαχα! Έχεις πλάκα, μικρέ. Αλλά εγώ είμαι απλώς υπηρέτης και μόνο αν περισσέψει του κηδεμόνα σου θα πάρω κάτι. Και μόνο αν περισσέψει εμένα θα πάρουν αυτοί εκεί έξω.
-Μα περισσεύει!
-Όχι αν δεν το πει ο αρχηγός μας.
Την ίδια μέρα το παιδί πήγε στο μονάρχη να ρωτήσει τα ίδια:
-Γιατί δε λες στον κόσμο ότι τα πράγματα μας περισσεύουν;
-Περισσεύουν; Δεν περισσεύουν, μικρέ, κάνουμε οικονομίες αυτές τις μέρες. Ένας κακός κύριος παίρνει τα πάντα από τον Πλανήτη. Έτσι πεινάνε όλοι, κι εμείς δεν έχουμε και τα πάντα.
-Μα κάνε κάτι μ’ αυτόν τον κακό κύριο!
-Δεν μπορώ. Είναι δυνατός.
Με αυτές τις διδαχές περνούσαν τα παιδικά χρόνια του μικρού αγοριού, που περνούσε τον καιρό του έγκλειστο, όπως και ο μονάρχης. Το παιδί, κάθε φορά που τα άκουγε αυτά, τσατιζόταν. Για να ξεσπάσει, ο μονάρχης το μυούσε στη σωματική άσκηση και στη χρήση όπλων. Αλλά όταν δεν το έβλεπε κανείς, και όλο και πιο συχνά καθώς το αγόρι έγινε έφηβος, ξεκοκάλιζε τα βιβλία της βιβλιοθήκης του παλατιού. Δεν πολυκατάλαβε ποτέ τη μαγεία, αλλά βρήκε πολύ χρήσιμα πράγματα: επιστήμες, τέχνες, φιλοσοφίες, όλα όσα χρειάστηκε για να έχει παιδεία.
Το μόνο αντικείμενο που έλειπε από τη βιβλιοθήκη ήταν η Ιστορία. Ωστόσο, στην Πολιτική είχε διαβάσει ότι πρέπει να ακούει το λαό του και να μη δρα βάζοντας “παρωπίδες”. Έτσι θα χρησιμοποιούσε τις μαρτυρίες για να μάθει πως έγινε μονάρχης ένας άνθρωπος που αντιτίθεται σε όλα όσα λένε τα βιβλία, δεν χρησιμοποιεί κανενός είδους επιστημονική πληροφορία και που έχει κάνει τον κόσμο να πιστεύει ότι είναι αδύναμος, τόσο αυτός, όσο και οι υπήκοοί του. Ήταν σίγουρος ότι ο λαός δεν θα διάλεγε τέτοιο αρχηγό. Ταυτόχρονα, δεν υπήρχε κανένας σοφός πια στο παλάτι που να διαφωνεί στο παραμικρό με το μονάρχη.
Αποφάσισε να ρωτήσει τους ανθρώπους του παλατιού. Έτσι έμαθε για την ιστορία του θανάτου του Βασιλιά. Ωστόσο, δεν άκουσε κανένα καλό λόγο για αυτόν, στο επίπεδο της υπερβολής και αποφάσισε να ψάξει λίγο περισσότερο το θέμα.
Φτάνοντας τα 16, είχε ψάξει και σκεφτεί πολύ για το Βασιλιά, όμως ένα πράγμα έμενε: να συνεχίζει να διαβάζει στη βιβλιοθήκη, ενώ θα έπαιρνε ακόμα περισσότερες γνώμες. Μέχρι τότε, λοιπόν, είχε ήδη αποφασίσει και καταστρώσει λεπτομερές σχέδιο για να βγει από το παλάτι. Αρκούσε να βυθίσει σε κατάθλιψη το μονάρχη και να προσπεράσει τις φρουρές, διόλου δύσκολο. Αρκούσε συγχρονισμός.
Είχε αποφασίσει ότι δεν θα αποκαλούσε σπίτι το παλάτι από τη στιγμή που θα δραπέτευε. Έπρεπε να αναζητήσει την ιστορία του τόπου και να καταλάβει γιατί ήλθε σε τέτοια κατάσταση ο Πλανήτης.
Έτσι, μια νύχτα, τσακώθηκε με το μονάρχη και τον στενοχώρησε όσο περισσότερο μπορούσε:
-ΕΙΣΑΙ ΗΛΙΘΙΟΣ, ΧΑΣΟΜΕΡΗΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΝΟΪΚΑ ΑΠΑΙΣΙΟΔΟΞΟΣ! ΑΠΟΡΩ ΠΩΣ ΕΓΙΝΕΣ ΑΡΧΗΓΟΣ ΟΛΩΝ ΑΥΤΩΝ.
-…Τι…; Τι έγινε; Τι πράγματα λες, παιδί μου; Μη με στενοχωρείς έτσι. Όχι κι εσύ!
Έβαλε τα κλάματα.
-Περνάω κάθε μέρα τα απίστευτα προβλήματα της χώρας και χύνω μαύρο δάκρυ!
-ΔΕΝ ΕΚΑΝΕΣ ΠΟΤΕ ΤΙΠΟΤΑ ΧΡΗΣΙΜΟ ΓΙ’ ΑΥΤΟ, ΒΛΑΚΑ! ΚΛΑΨΕ ΛΙΓΟ ΑΚΟΜΑ, ΜΠΟΥΡΔΟΓΕΡΕ!
Βρόντηξε την πόρτα στο δωμάτιο όπου ήταν κι έφυγε γραμμή για την πύλη του παλατιού, σίγουρος ότι ο μονάρχης θα έκλαιγε γοερά για ώρες. Στην πύλη ερχόταν για πρώτη φορά, όπως συνειδητοποιούσε: ήταν πιο ψηλή απ’ ότι είχε προβλέψει και άνοιγε με μεγάλα χερούλια. Αν και ήταν λίγοι οι στρατιώτες του παλατιού, εδώ 5 φρουροί σε σειρά που έδειχναν επικίνδυνοι φυλούσαν σκοπιά μπρος στην πύλη. Ωστόσο…
Πέταξε ένα παιδικό βέλος στον μεσαίο, όπου οι υπόλοιποι γέλασαν κι αυτός εκνευρίστηκε που η βεντούζα κόλλησε στο κράνος. Πήγε να πιάσει το παιδί που το έκανε αυτό. Ο έφηβος, όταν ο φρουρός έφυγε, άρχισε να πετά πέτρες στους άλλους που γελούσαν, οι οποίοι δεν είδαν από πού τους ήρθαν. Αποτέλεσμα: οι φρουροί έφυγαν προς κάθε κατεύθυνση. Ένας ήρθε στο μέρος που κρυβόταν ο έφηβος και εξουδετερώθηκε… με μια καλή δόση καπνού μαριχουάνας που βρέθηκε στις αποθήκες. Κι έτσι δραπέτευσε.
Που να πάει; Πρέπει να ταξιδέψει, να ταξιδέψει! Πρέπει να ρωτήσει τον κόσμο. Χρειάζεται τις πληροφορίες των υπήκοων, πρέπει να μάθει την ιστορία του προκατόχου του μονάρχη. Και είναι καιρός να βγει από το καβούκι της θεωρίας και να εφαρμόσει όσα διάβασε.
Πρώτη στάση: την ίδια νύχτα πήγε στο μπαλκόνι όπου έλεγαν πως ο Βασιλιάς έβγαλε τον τελευταίο λόγο. Διόλου δύσκολο, μια και τους ελάχιστους λόγους του πριν πάρα πολλά χρόνια έβγαλε εκεί ο μονάρχης. Είχαν θάψει το πτώμα του Βασιλιά ακριβώς στο σημείο που έπεσε, χωρίς τάφο ή προσφορά. Δυστυχώς η ατίμωση θα συνεχιζόταν.
Ξέθαψε το πτώμα και το εξέτασε. Το σώμα ήταν διατηρημένο όπως την ημέρα του θανάτου: γεμάτο κατάγματα και σπασίματα από μπροστά. Λογικό, έχοντας πέσει από μερικές εκατοντάδες μέτρα ύψους. Όμως, πώς έπεσε; Μπορεί να πάτησε την τρίτη ηλικία, αλλά το σώμα του φαινόταν υγιειές από πίσω, με εξαίρεση ένα πρήξιμο στο αριστερό πόδι. Μπορούσε να σταθεί καλά. Δε σκόνταψε. Τι άλλο μπορεί να έπαθε; Αν ο λαός του τον πετροβόλησε, τότε θα έπρεπε να έχει βαθιές πληγές, όχι μόνο κατάγματα. Και δεν υπήρχε δείγμα χτυπήματος από όπλο. Δολοφονία; Θα μπορούσε να πρόκειται για μάγο δολοφόνο. Αν ήταν μέσα στο πλήθος, θα υπήρχαν μαρτυρίες. Θα μάθαινε.
Έριξε τελευταίο βλέμμα στο παλάτι και έφυγε. Την ίδια ώρα οι φρουροί ανακάλυπταν την ανοιχτή πύλη και την έκλειναν βιαστικά, θεωρώντας πως κάποιος μπήκε. Μα έψαξαν και δε βρήκαν κανένα. Και την άλλη μέρα…
-Κλαψ…σνιφ…Ξημέρωσε. Μάλλον πρέπει να κατέβω για πρωινό, αλλά δε θέλω να δω το παιδί μου. Με μισεί!
Μπήκε ο μάγειρας.
-Υψηλότατε, ο μικρός δεν έχει κατέβει στην τραπεζαρία. Δεν τον βρίσκουμε πουθενά!
-Τι; Τι; Τι;…ΟΧΙ!
Έφυγε; ΕΦΥΓΕ; Είπε δυο κακές κουβέντες κι ΕΦΥΓΕ; Αυτή τη φορά, κάτι θα κάνει!
-Φέρτε μου τους χθεσινοβραδινούς φρουρούς της πύλης. Πρέπει να μου πουν τι συνέβη.
Θεέ μου, ας μην έχουν τίποτε να πουν.
-Δώστε μου αναφορά! Έγινε κάτι σημαντικό χτες βράδυ;
-Πιστεύουμε ότι… έγινε μια εισβολή. Ένα παιδί αποφάσισε να παίξει μαζί μας πετώντας βελάκια και πέτρες. Οπότε… κάποιος στάθηκε τυχερός και… πέρασε την πύλη- την βρήκαμε ανοιχτή όταν πάψαμε να κυνηγάμε το παιδί, που δε βρήκαμε…
-ΑΧΡΗΣΤΟΙ! Ο ΔΙΑΔΟΧΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΣΤΟ ΠΑΛΑΤΙ! ΔΡΑΠΕΤΕΥΣΕ! ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΧΑΛΙ ΔΕΝ ΤΟΥ ΣΤΡΩΣΑΤΕ!! ΤΩΡΑ ΤΙ ΚΑΝΟΥΜΕ, ΚΥΝΗΓΟΙ ΠΑΙΔΙΩΝ, Ε;
Αλήθεια, τι γίνεται τώρα; Το μόνο που λείπει για να αρχίσουν οι μαζικές αυτοκτονίες στον Πλανήτη είναι η ανακοίνωση ότι εξαφανίστηκε ο διάδοχος του θρόνου, ότι σε μερικές δεκαετίες η χώρα δε θα έχει αρχηγό. Πρέπει να ζητήσει βοήθεια. Δεν έχει λύσει τέτοιο πρόβλημα ποτέ του.
Ανέβηκε στο ψηλότερο σημείο του παλατιού, το παλιό αστεροσκοπείο. Ο ουρανός ήταν γαλανός και η οροφή είχε ξεχαστεί ανοιχτή. Θα είναι εύκολο. Έβγαλε το κρυμμένο χαρτί από το τηλεσκόπιο και το διάβασε. Φράσεις, δυο λάμψεις που ενώθηκαν και ακούστηκε η φωνή του Πλανητοπερπατητή:
-Πήρα το μήνυμα, έχω χρόνο και θα περάσω μια στιγμή.
Δυο λεπτά αργότερα κατέβηκε στο αστεροσκοπείο. Ο μονάρχης δεν πρόλαβε να πει κουβέντα.
-Ξέρω τι συνέβη. Μπορεί να έχεις ένα βασίλειο γεμάτο αδυναμίες, αλλά η πύλη του παλατιού φυλάγεται καλά. Παρ’ όλ’ αυτά, χτες βράδυ, άνοιξε απροειδοποίητα. Δε σχετίζομαι μ’ αυτό… αν πιστεύεις ότι θα κάνει θανάσιμο κακό στο λαό σου η διάδοση του γεγονότος, τότε σβήστο από τη μνήμη όλων. Ξέρεις πώς να το κάνεις, σωστά; Το έχεις ξανακάνει.
-…Ναι. Εντάξει. Θα το κάνω. Ευχαριστώ για τη συμβουλή.
Δεν έβρισκε τι άλλο να πει. Ο Πλανητοπερπατητής τον χαιρέτησε κι έφυγε.
Ξανάρχισε τα μαγικά για τη μνήμη, όπως έκανε με τον πατέρα του. Χρειάστηκαν πολλά ξόρκια που θυμόταν κι έκανε επιτόπου, αλλά με κι άλλα χωρίς ραβδί. Όλοι οι άλλοι θα ξεχνούσαν στο τέλος οτιδήποτε σχετιζόταν με τον έφηβο με τα μωβ μάτια το μπλε δέρμα και τα κόκκινα μαλλιά. Μα καθώς έκανε το τελευταίο ξόρκι, κάτι άρχισε να γίνεται. Σηκώθηκε αέρας. Άρχισε να φυσάει τόσο πολύ που πιθανότατα είχε κουφαθεί τελείως για τον επόμενο μήνα. Μα τίποτα δεν παρασύρθηκε. Και στο τέλος…
Τι συμβαίνει; Τι δουλειά έχει εδώ; Γιατί στέκεται στο παλιό αστεροσκοπείο και κρατά τα ξόρκια για να καλέσει τον Πλανητοπερπατητή; Έκανε μια βόλτα στο παλάτι και όλα πήγαιναν όπως περίμενε. Ήταν μια συνηθισμένη μέρα. Προφανώς δεν θα μάθαινε ποτέ τι ήθελε εκεί πάνω, ή γιατί είχε μικρά κενά μνήμης, που δεν ξαναείχε ποτέ.
Στο μεταξύ ο έφηβος είχε τρέξει όλη νύχτα. Τώρα αποκλειόταν να τον βρουν. Αν και ο λαός ήξερε για το διάδοχο, δεν τον είχε δει ποτέ. Ήταν ένας μεταμφιεσμένος. Γιατί ήταν άγνωστος. Κανείς δεν τον ήξερε.
Η Κάλυψη κι οι Απροστάτευτοι
«Σας κυβερνώ. Στηρίζεστε στις αποφάσεις μου. Αλλά μην ξεχνάτε ότι εσείς με διαλέξατε. Εγώ μπορεί να κάνω λάθη, γιατί είμαι ένας υπηρέτης του λαού. Μπορεί να πέσετε στα χέρια τυράννων και ανίκανων. Άλλοτε την καλύτερη επιλογή κάνουν οι πιο εκπαιδευμένοι και καλλιεργημένοι από σας. Αλλά χωρίς την παρουσία τους ή την άνοδο ενός μονάρχη χωρίς τη γνώμη τους μπορείτε ακόμα να τα καταφέρετε. Εγώ έχω ένα θρόνο, αλλά όποτε θέλατε θα μπορούσατε να με κατεβάσετε από αυτόν. Ο τύραννος που θα ανέβει σ' αυτό το θρόνο μπορεί να έχει την εξουσία, αλλά ποτέ ένας δεν θα σταματήσει ολόκληρη κοινωνία.» Αυτά είπε. Χειροκρότημα. Και μετά...
Ο βασιλιάς έπεσε. Ο δολοφόνος, διορισμένος από το βασιλόπουλο, επηρεασμένο από τον Πλανητοπερπατητή, είχε κάνει με μισή καρδιά το καθήκον του: σκότωσε πισώπλατα το βασιλιά και αυτός έπεσε μέσα στη λαοθάλασσά του. Ο κόσμος προσπαθούσε σιγά-σιγά να οργανώσει τη σκέψη του. Όσοι είχαν κάνει έναν πυκνό κύκλο γύρω από το πτώμα έβλεπαν τον άνθρωπο που θεωρούνταν ο πιο αξιότιμος στον πλανήτη να μένει ακίνητος σαν νεκρός. Ίσως η κοινή γνώμη να τον έκρινε γερασμένο στη σκέψη, μια και από τα 60 χρόνια βασιλείας του, τα 15 τελευταία να ήταν με οξυνόμενα προβλήματα, αλλά κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει κάποιον να λύνει τα προβλήματα αυτά χωρίς το βασιλιά.
Οι νεκροί σοφοί που τον είχαν επιλέξει πριν 70 χρόνια δεν είχαν βρει ακόμα αντάξιούς τους, ο καθένας στον τομέα του. Ο βασιλιάς άφησε πίσω του πληθώρα καλλιεργημένων και έξυπνων ανθρώπων που, όχι μόνο κυκλοφορούσαν ανάμεσα στους υπόλοιπους με μόνο στόχο την προσφορά βοήθειας, αλλά είχαν πάντα μια γνώμη στις αποφάσεις του. Παρ' όλα αυτά, συνέβη κάτι που ανέτρεψε την έρευνά τους για το διάδοχο του θρόνου, μαζί με πολλά άλλα.
Αυτοί στους οποίους το πτώμα είχε πέσει πιο κοντά είχαν αρχίσει να το ψάχνουν για ουλές από μια οποιαδήποτε σκληρή μάχη. Αντ' αυτού βρήκαν...
“Χρυσός!”
“Πέτρες κάθε χρώματος!”
“Ένα πακέτο χαρτιά. Κοιτάξτε το τίτλο: 11η Χρηματαπορρόφηση από το Κράτος… !”
“Αυτό το ασημένιο ταμπελάκι το έχω ξαναδεί: ήταν πάνω-πάνω στα αποθέματα του κράτους μέσα στις αποθήκες των ταμείων!”
“Όντως. Είναι αυτό που είδαμε από αποκλειστικό Μ.Ε.Μ. (Μαγικό Εικονικό Μήνυμα) μιας μυστικής ομάδας τελάληδων!”
Τι είχε γίνει; Γιατί αντικείμενα αξίας από το ταμείο του κράτους ήταν τώρα στις τσέπες του παλτού του βασιλιά. Έκλεβε; Κάποτε αποφάσισε να τα προδώσει όλα; Να αποστάξει τον πλούτο που μπορούν να του δώσουν οι πολίτες του; Όπως και να 'χε, μόλις είχε χαθεί κάθε ίχνος πίστης στο πρόσωπο του ανθρώπου αυτού.
Ο Πλανητοπερπατητής προφανώς προκαλεί σύγχυση σε άλλο πλανήτη τώρα. Ο δολοφόνος για κάποιο λόγο τρέχει να κρυφτεί, ντροπιασμένος για αυτό που έκανε. Πέρασε, όμως, πρώτα από τον τελευταίο που μπορεί να μας δείξει κάτι, για να πληρωθεί. Το βασιλόπουλο: Τι κάνει; Μόλις είχε σκοτωθεί ο πατέρας του, αλλά τώρα μόνον αυτός ήξερε ότι ο βασιλιάς είχε γιο, χάρη στα μάγια του Πλανητοπερπατητή. Κι έτσι κι αλλιώς δεν αγαπούσε αυτόν που του είχε στερήσει τη μοίρα που του άξιζε, τη μοίρα που θα έδινε οποιοσδήποτε άλλος πρόγονος. Αποφάσισε, πλέον, να κάτσει στην καρέκλα -το θρόνο- και πρώτα-πρώτα να επικαλεστεί τον Πλανητοπερπατητή να αναιρέσει κάποια ξόρκια. Μέχρι τώρα ήταν γνωστός ως μια διασημότητα με άλλο όνομα, μπορούσε, λοιπόν, να προσθέσει ότι είναι γιος βασιλιά.
Αποφάσισε, λοιπόν, να κάτσει στην καρέκλα. Αυτό προϋπέθετε ότι το σχέδιό του είχε πετύχει. Ο πατέρας του ήταν νεκρός και το τελευταίο χρυσάφι που το βασιλόπουλο έκλεψε από τις αποθήκες το χρησιμοποίησε για να τον ενοχοποιήσει. Αν ένιωθε ενοχές; Θεωρούσε αβάσταχτο τον πόνο του να σκοτώνεις πρόγονό σου, αλλά η μοίρα έπρεπε να επιστρέψει ως κύριος παράγοντας αυτού του οίκου- ο πατέρας του είχε απαρνηθεί τη μοίρα του. Εν τω μεταξύ, θα περνούσε το χρόνο του ξεπερνώντας τις ενοχές αυτές...
Ακριβώς έτσι έκανε. Στην πραγματικότητα, ένιωθε ενοχές και περνούσε όλο του το χρόνο προσπαθώντας να τις ξεπεράσει, χωρίς να τα καταφέρει ποτέ. Τα γεγονότα, όμως, κυλούσαν: παρουσιάστηκε ως κληρονόμος του θρόνου, δίνοντας βιαστικές υποσχέσεις ότι θα τα καταφέρει καλύτερα. Οι σοφοί, που ήταν ικανότατοι υπό την αιγίδα του αναξιόπιστου πια πατέρα του, έπαψαν να πιστεύουν ότι είχαν έστω και το ελάχιστο ταλέντο, είτε επρόκειτο πια για Φυσική, Νομική, Πολιτική, Μαγεία, Ψυχολογία, Φυσική Κατάσταση ή Φιλοσοφία. Άλλοι αυτοκτόνησαν και άλλοι καταπιάστηκαν με τα λατομεία και τα αγροτικά. Έτσι, ο λαός, μην έχοντας τη γνώμη του ειδικού, δεν διαφώνησε στο ελάχιστο με την παράδοση του θρόνου στον άμεσο συγγενή του βασιλιά.
Ο καινούριος μονάρχης δεν νοιαζόταν να κρύψει τη θλίψη του. Λυπόταν τα χαμένα του χρόνια. Λυπόταν για το σκοτωμένο πατέρα του. Και για το σπασμένο πιάτο στην κουζίνα του παλατιού. Και, απλά, αυτός και οι υπηρέτες του δεν έβγαιναν ποτέ από το παλάτι, μόνο οι στρατιώτες.
Ο Πλανήτης… άλλαξε. Τα πάντα αποδιοργανώθηκαν. Ο μονάρχης αυτός δεν έδινε πολλές διαταγές, ούτε ασχολούνταν όλη μέρα με το λαό του. “Καλό αυτό”, σκέφτονταν οι άνθρωποι, “είναι διαμετρικά αντίθετος με τον προδότη προκάτοχό του”. Άνθισε το έγκλημα. Ο καθένας άρχισε να κλείνεται στον εαυτό του. Παγωμένο σκοτάδι πλημμύρισε ανάμεσα στους ανθρώπους. Ήλιος και χαμόγελο άρχισαν να σπανίζουν. Καθείς είχε προβλήματα που συλλογιζόταν, μα δεν τα έλυνε.
Υπό αυτές τις συνθήκες επανεμφανίστηκε ο Πλανητοπερπατητής. Αυτή τη φορά τον είδαν όλοι, μέρα μεσημέρι, να έρχεται, αλλά ξωπίσω του να έχει αρμαθιές από κάποια παράξενα πλάσματα.
Ο Πλανητοπερπατητής είχε προβλέψει τι θα έβρισκε. Ταυτόχρονα, επικοινώνησε με το μονάρχη. Αφού έμαθε και τις τελευταίες λεπτομέρειες της κατάστασης… βγήκαν βόλτα. Όταν ο Πλανητοπερπατητής επέστρεψε στους ακολούθους του, που είχαν σταθεί λίγο πάνω από τον Πλανήτη, ο μονάρχης είχε πέσει σε λήθαργο. Την ίδια στιγμή, από το διάστημα, ακούστηκε:
-Δεν πήραν χαμπάρι. Διαιρέθηκαν και ο αρχηγός τους έφυγε. ΠΥΡ!!
Άρχισαν να πυροβολούν με άσβεστα μαγικά ακόντια. Κάθε ακόντιο προκαλούσε και μια έκρηξη. “Αχ”, “Ωχ”, και “Βοήθ…” να ακούγονται παντού, ανάμεσα στις εκρήξεις και τις φλόγες, τα πάντα να είναι εκκωφαντικά, τα πάντα να είναι μια σύγχυση και μια προσπάθεια αντιμετώπισης, αντίδρασης, αντι-, αντι-, αντι-… αντι-θανάτου. Αλλά ο θάνατος είχε ανοίξει τις κόκκινες πόρτες του. Και μέσα σ’ όλα:
-Που είναι ο μονάρχης μας; Τι; ΚΟΙΜΑΤΑΙ;
-Τι θα κάνουμε;
-Που θα βρούμε όπλα;
-Ποιος θα μας οδηγήσει;
-Ας βοηθήσει κάποιος!
Η σφαγή σταμάτησε. Το τελευταίο αίμα κύλησε και οι επιζώντες άνθρωποι γύρισαν το βλέμμα πάνω. Κάτι παράξενο είχε συμβεί: ο Πλανητοπερπατητής κατσάδιαζε έναν ακόλουθο ακριβώς από πίσω του. Λίγες λέξεις ακούστηκαν καθαρά:
-…την αστοχία σου…φταις…λάθος το ξόρκι μου…ΘΑ ΣΤΟ ΒΑΛΩ…ΑΚΟΝΤΙΟ ΣΟΥ.
Την επόμενη στιγμή έπεφτε από ψηλά με φόρα ο ακόλουθος αυτός. Από πίσω του έρχονταν άσβεστα ακόντια, έτοιμα να ποτίσουν τα πάντα με καμένο αίμα. Η τραγωδία επανήλθε, τα βογκητά κάλυψαν τα πάντα, σάρκα γέμισε το χώμα. Τώρα κάποιοι προσπαθούσαν να αντεπιτεθούν. Αλλά, πάνω απ’ όλα… ξύπνησε ο μονάρχης, αντικρίζοντας κάτι εντελώς απρόσμενο και ανεξήγητο.
Μέσα στο χαμό, μέσα στο θάνατο, μέσα στην καταστροφή, υπήρχε ένα πλασματάκι που μόλις τώρα είχε αποκτήσει ζωή. Σηκώθηκε να το περιεργαστεί. Ήταν ένα ομορφότατο μωρό και δεν έκλαιγε καθόλου με όσα συνέβαιναν γύρω. Θα έλεγε κανείς ότι είχε μια οργισμένη και μουτρωμένη έκφραση…
Ο μονάρχης σκεφτόταν… αρνήθηκε τον πατέρα του για έναν “θεό”. Τώρα ο “θεός” τον είχε αρνηθεί. Η εξουσία που είχε σχεδόν τον αηδίαζε, αλλά δεν άντεχε πια να κάνει κάτι για να τα αλλάξει όλα αυτά. Ένα του έμενε να κάνει: θα φρόντιζε αυτό το μωρό. Ήταν το τελευταίο που είχε νόημα πια για τον ίδιο.
Το κοίταξε λίγο ακόμη. Οι κόρες των ματιών του ήταν μωβ, ενώ το δέρμα του έμοιαζε λίγο μπλε.
Κάποιος ήρθε να τον βρει:
-Τι να κάνουμε, υψηλότατε;
-Δεν ξέρω…
-Με όλο το σεβασμό, είστε υποχρεωμένος να μας σώσετε τις ζωές. Εσείς συνομιλήσατε μαζί του.
-Απλώς κρυφτείτε κάτω από κάτι.
Η μάχη τελείωσε τόσο ξαφνικά όσο άρχισε. Αυτοστιγμεί ακούστηκε ο Πλανητοπερπατητής:
-Ξέρω ότι ξύπνησες. Δεν θέλω να διαλυθεί η χώρα που τόσο φροντίζεις εσύ, μαθητή μου, μονάρχη. Τώρα, όμως, σου έδειξα πόσο ανώτεροι είμαστε. Πόσο δυνατοί είμαστε και τι μπορούμε να κάνουμε… Έχεις την ευκαιρία να γλιτώσετε οι υπόλοιποι. Έχω έτοιμο συμβόλαιο που κατοχυρώνει τη μη επίθεση προς εσάς. Αρκεί να είστε εντάξει στις υποχρεώσεις σας και θα ζήσετε. Αρκεί να υπογράψεις.
-Σκάσε, μ’ έπεισες, θα υπογράψω. Κατέβα στη γη.
Έφυγαν για το παλάτι για να διαβάσουν το συμβόλαιο και να υπογράψουν. Ο μονάρχης πρώτα φρόντισε το μωρό, βέβαια.
-…Φόρος υποτέλειας…
-Φόρο επιβίωσης, δηλαδή! Έπρεπε να το γράψω έτσι.
-…άδεια διέλευσης των οχημάτων σας στον Πλανήτη…
-Ε, ναι. Εμπορικοί λόγοι…
-…παραχώρηση οικοπέδων άνευ αντιτίμου…
-Μη ζητήσεις τίποτα παραπάνω, πλεονέκτη!
-…ελευθερία επέμβασης σε περίπτωση αναταραχών…
-Μη μας ψοφήσετε κιόλας!
-…50% της ενδοπαραγωγής σας ανήκει…
-Ε, ναι. Μας αρέσουν τα προϊόντα σας, αλλά δεν θέλω να πεινάσετε.
-…μειωμένες αποδοχές προς εμάς στο μεταξύ μας εμπόριο…
-Να βγάλω και κάτι από αυτήν την ιστορία… δεν πιστεύω να έχεις αντίρρηση;
-Όχι, όχι. Τι μπορώ να πω άλλωστε; Θα υπογράψω. Αλλά, μπορώ να ρωτήσω κάτι;
-Ελπίζω να μην έχεις απαιτήσεις.
-Μήπως μπορώ να ξαναδώ τη μητέρα μου;
-Ποια; Α, εκείνη τη γριά; Δεν νομίζω… Αν τη δεις, τότε θα αντικρίσεις το παλάτι μου και θα ζηλεύεις. Δεν το θέλω αυτό.
-Εντάξει, ας τελειώνουμε τότε.
Έτσι κι έγινε, εκείνη τη μέρα, 10 χρόνια μετά τη στέψη του μονάρχη και μέρα μεσημέρι, όπως ξέρουμε. Την ίδια μέρα, ο μονάρχης ανακοίνωσε το περιεχόμενο του συμβολαίου στο λαό του. Ο ίδιος ο λαός ακολούθησε το παράδειγμα του αρχηγού του: δεν αντέδρασε.
Η πείνα άρχισε να θερίζει. Ο πληθυσμός του Πλανήτη είχε ήδη μειωθεί δραματικά, και τώρα δεν μπορούσαν να συντηρηθούν οι επιζώντες. Το παλάτι μόλις που εξασφάλιζε μερικές πολυτέλειες. Υπήρχε αρκετή άνεση και για το μωρό, που άρχισε να μεγαλώνει.
Ο μονάρχης ήταν αποφασισμένος να κάνει το παιδί αυτό διάδοχό του, δίνοντάς του όσες γνώσεις και εμπειρίες είχε ο ίδιος. Παρόλ’ αυτά, μέσα στο παλάτι υπήρχαν και οι διάφοροι υπηρέτες, οι οποίοι ναι μεν ήθελαν το καλό του παιδιού, αλλά έλεγαν όσα έλεγε ο μονάρχης από τη δική τους οπτική γωνία.
Για την ακρίβεια, το παιδί όταν άρχισε να μιλάει και να ρωτά, σαν παιδί κι αυτό, ρωτούσε τους πάντες, εκτός από το μονάρχη, που δίδασκε το παιδί χωρίς αφορμή. Ο τελευταίος μετέδιδε στο παιδί τόσο γνώσεις, όσο και απόψεις. Το παιδί, όμως είχε τελείως διαφορετική γνώμη να πει:
-Κύριε μάγειρα, όταν βλέπω τον κόσμο έξω από τα παράθυρα, δε χαμογελάνε και πολύ. Γιατί;
-Εμείς εδώ, παιδί μου, είμαστε πλούσιοι. Εσύ δεν θα πεινάσεις, γιατί σε έχει βρει ο αρχηγός μας. Εγώ μπορεί να πεινάσω, ο κόσμος που βλέπεις έξω πεινάει, εσύ, όμως είσαι πια στη βασιλική οικογένεια.
-Μα δε θέλω να πεινάσει κανείς! Εγώ είμαι μια χαρά, πάρτε λίγο από τα δικά μου.
-Χαχαχα! Έχεις πλάκα, μικρέ. Αλλά εγώ είμαι απλώς υπηρέτης και μόνο αν περισσέψει του κηδεμόνα σου θα πάρω κάτι. Και μόνο αν περισσέψει εμένα θα πάρουν αυτοί εκεί έξω.
-Μα περισσεύει!
-Όχι αν δεν το πει ο αρχηγός μας.
Την ίδια μέρα το παιδί πήγε στο μονάρχη να ρωτήσει τα ίδια:
-Γιατί δε λες στον κόσμο ότι τα πράγματα μας περισσεύουν;
-Περισσεύουν; Δεν περισσεύουν, μικρέ, κάνουμε οικονομίες αυτές τις μέρες. Ένας κακός κύριος παίρνει τα πάντα από τον Πλανήτη. Έτσι πεινάνε όλοι, κι εμείς δεν έχουμε και τα πάντα.
-Μα κάνε κάτι μ’ αυτόν τον κακό κύριο!
-Δεν μπορώ. Είναι δυνατός.
Με αυτές τις διδαχές περνούσαν τα παιδικά χρόνια του μικρού αγοριού, που περνούσε τον καιρό του έγκλειστο, όπως και ο μονάρχης. Το παιδί, κάθε φορά που τα άκουγε αυτά, τσατιζόταν. Για να ξεσπάσει, ο μονάρχης το μυούσε στη σωματική άσκηση και στη χρήση όπλων. Αλλά όταν δεν το έβλεπε κανείς, και όλο και πιο συχνά καθώς το αγόρι έγινε έφηβος, ξεκοκάλιζε τα βιβλία της βιβλιοθήκης του παλατιού. Δεν πολυκατάλαβε ποτέ τη μαγεία, αλλά βρήκε πολύ χρήσιμα πράγματα: επιστήμες, τέχνες, φιλοσοφίες, όλα όσα χρειάστηκε για να έχει παιδεία.
Το μόνο αντικείμενο που έλειπε από τη βιβλιοθήκη ήταν η Ιστορία. Ωστόσο, στην Πολιτική είχε διαβάσει ότι πρέπει να ακούει το λαό του και να μη δρα βάζοντας “παρωπίδες”. Έτσι θα χρησιμοποιούσε τις μαρτυρίες για να μάθει πως έγινε μονάρχης ένας άνθρωπος που αντιτίθεται σε όλα όσα λένε τα βιβλία, δεν χρησιμοποιεί κανενός είδους επιστημονική πληροφορία και που έχει κάνει τον κόσμο να πιστεύει ότι είναι αδύναμος, τόσο αυτός, όσο και οι υπήκοοί του. Ήταν σίγουρος ότι ο λαός δεν θα διάλεγε τέτοιο αρχηγό. Ταυτόχρονα, δεν υπήρχε κανένας σοφός πια στο παλάτι που να διαφωνεί στο παραμικρό με το μονάρχη.
Αποφάσισε να ρωτήσει τους ανθρώπους του παλατιού. Έτσι έμαθε για την ιστορία του θανάτου του Βασιλιά. Ωστόσο, δεν άκουσε κανένα καλό λόγο για αυτόν, στο επίπεδο της υπερβολής και αποφάσισε να ψάξει λίγο περισσότερο το θέμα.
Φτάνοντας τα 16, είχε ψάξει και σκεφτεί πολύ για το Βασιλιά, όμως ένα πράγμα έμενε: να συνεχίζει να διαβάζει στη βιβλιοθήκη, ενώ θα έπαιρνε ακόμα περισσότερες γνώμες. Μέχρι τότε, λοιπόν, είχε ήδη αποφασίσει και καταστρώσει λεπτομερές σχέδιο για να βγει από το παλάτι. Αρκούσε να βυθίσει σε κατάθλιψη το μονάρχη και να προσπεράσει τις φρουρές, διόλου δύσκολο. Αρκούσε συγχρονισμός.
Είχε αποφασίσει ότι δεν θα αποκαλούσε σπίτι το παλάτι από τη στιγμή που θα δραπέτευε. Έπρεπε να αναζητήσει την ιστορία του τόπου και να καταλάβει γιατί ήλθε σε τέτοια κατάσταση ο Πλανήτης.
Έτσι, μια νύχτα, τσακώθηκε με το μονάρχη και τον στενοχώρησε όσο περισσότερο μπορούσε:
-ΕΙΣΑΙ ΗΛΙΘΙΟΣ, ΧΑΣΟΜΕΡΗΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΝΟΪΚΑ ΑΠΑΙΣΙΟΔΟΞΟΣ! ΑΠΟΡΩ ΠΩΣ ΕΓΙΝΕΣ ΑΡΧΗΓΟΣ ΟΛΩΝ ΑΥΤΩΝ.
-…Τι…; Τι έγινε; Τι πράγματα λες, παιδί μου; Μη με στενοχωρείς έτσι. Όχι κι εσύ!
Έβαλε τα κλάματα.
-Περνάω κάθε μέρα τα απίστευτα προβλήματα της χώρας και χύνω μαύρο δάκρυ!
-ΔΕΝ ΕΚΑΝΕΣ ΠΟΤΕ ΤΙΠΟΤΑ ΧΡΗΣΙΜΟ ΓΙ’ ΑΥΤΟ, ΒΛΑΚΑ! ΚΛΑΨΕ ΛΙΓΟ ΑΚΟΜΑ, ΜΠΟΥΡΔΟΓΕΡΕ!
Βρόντηξε την πόρτα στο δωμάτιο όπου ήταν κι έφυγε γραμμή για την πύλη του παλατιού, σίγουρος ότι ο μονάρχης θα έκλαιγε γοερά για ώρες. Στην πύλη ερχόταν για πρώτη φορά, όπως συνειδητοποιούσε: ήταν πιο ψηλή απ’ ότι είχε προβλέψει και άνοιγε με μεγάλα χερούλια. Αν και ήταν λίγοι οι στρατιώτες του παλατιού, εδώ 5 φρουροί σε σειρά που έδειχναν επικίνδυνοι φυλούσαν σκοπιά μπρος στην πύλη. Ωστόσο…
Πέταξε ένα παιδικό βέλος στον μεσαίο, όπου οι υπόλοιποι γέλασαν κι αυτός εκνευρίστηκε που η βεντούζα κόλλησε στο κράνος. Πήγε να πιάσει το παιδί που το έκανε αυτό. Ο έφηβος, όταν ο φρουρός έφυγε, άρχισε να πετά πέτρες στους άλλους που γελούσαν, οι οποίοι δεν είδαν από πού τους ήρθαν. Αποτέλεσμα: οι φρουροί έφυγαν προς κάθε κατεύθυνση. Ένας ήρθε στο μέρος που κρυβόταν ο έφηβος και εξουδετερώθηκε… με μια καλή δόση καπνού μαριχουάνας που βρέθηκε στις αποθήκες. Κι έτσι δραπέτευσε.
Που να πάει; Πρέπει να ταξιδέψει, να ταξιδέψει! Πρέπει να ρωτήσει τον κόσμο. Χρειάζεται τις πληροφορίες των υπήκοων, πρέπει να μάθει την ιστορία του προκατόχου του μονάρχη. Και είναι καιρός να βγει από το καβούκι της θεωρίας και να εφαρμόσει όσα διάβασε.
Πρώτη στάση: την ίδια νύχτα πήγε στο μπαλκόνι όπου έλεγαν πως ο Βασιλιάς έβγαλε τον τελευταίο λόγο. Διόλου δύσκολο, μια και τους ελάχιστους λόγους του πριν πάρα πολλά χρόνια έβγαλε εκεί ο μονάρχης. Είχαν θάψει το πτώμα του Βασιλιά ακριβώς στο σημείο που έπεσε, χωρίς τάφο ή προσφορά. Δυστυχώς η ατίμωση θα συνεχιζόταν.
Ξέθαψε το πτώμα και το εξέτασε. Το σώμα ήταν διατηρημένο όπως την ημέρα του θανάτου: γεμάτο κατάγματα και σπασίματα από μπροστά. Λογικό, έχοντας πέσει από μερικές εκατοντάδες μέτρα ύψους. Όμως, πώς έπεσε; Μπορεί να πάτησε την τρίτη ηλικία, αλλά το σώμα του φαινόταν υγιειές από πίσω, με εξαίρεση ένα πρήξιμο στο αριστερό πόδι. Μπορούσε να σταθεί καλά. Δε σκόνταψε. Τι άλλο μπορεί να έπαθε; Αν ο λαός του τον πετροβόλησε, τότε θα έπρεπε να έχει βαθιές πληγές, όχι μόνο κατάγματα. Και δεν υπήρχε δείγμα χτυπήματος από όπλο. Δολοφονία; Θα μπορούσε να πρόκειται για μάγο δολοφόνο. Αν ήταν μέσα στο πλήθος, θα υπήρχαν μαρτυρίες. Θα μάθαινε.
Έριξε τελευταίο βλέμμα στο παλάτι και έφυγε. Την ίδια ώρα οι φρουροί ανακάλυπταν την ανοιχτή πύλη και την έκλειναν βιαστικά, θεωρώντας πως κάποιος μπήκε. Μα έψαξαν και δε βρήκαν κανένα. Και την άλλη μέρα…
-Κλαψ…σνιφ…Ξημέρωσε. Μάλλον πρέπει να κατέβω για πρωινό, αλλά δε θέλω να δω το παιδί μου. Με μισεί!
Μπήκε ο μάγειρας.
-Υψηλότατε, ο μικρός δεν έχει κατέβει στην τραπεζαρία. Δεν τον βρίσκουμε πουθενά!
-Τι; Τι; Τι;…ΟΧΙ!
Έφυγε; ΕΦΥΓΕ; Είπε δυο κακές κουβέντες κι ΕΦΥΓΕ; Αυτή τη φορά, κάτι θα κάνει!
-Φέρτε μου τους χθεσινοβραδινούς φρουρούς της πύλης. Πρέπει να μου πουν τι συνέβη.
Θεέ μου, ας μην έχουν τίποτε να πουν.
-Δώστε μου αναφορά! Έγινε κάτι σημαντικό χτες βράδυ;
-Πιστεύουμε ότι… έγινε μια εισβολή. Ένα παιδί αποφάσισε να παίξει μαζί μας πετώντας βελάκια και πέτρες. Οπότε… κάποιος στάθηκε τυχερός και… πέρασε την πύλη- την βρήκαμε ανοιχτή όταν πάψαμε να κυνηγάμε το παιδί, που δε βρήκαμε…
-ΑΧΡΗΣΤΟΙ! Ο ΔΙΑΔΟΧΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΣΤΟ ΠΑΛΑΤΙ! ΔΡΑΠΕΤΕΥΣΕ! ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΧΑΛΙ ΔΕΝ ΤΟΥ ΣΤΡΩΣΑΤΕ!! ΤΩΡΑ ΤΙ ΚΑΝΟΥΜΕ, ΚΥΝΗΓΟΙ ΠΑΙΔΙΩΝ, Ε;
Αλήθεια, τι γίνεται τώρα; Το μόνο που λείπει για να αρχίσουν οι μαζικές αυτοκτονίες στον Πλανήτη είναι η ανακοίνωση ότι εξαφανίστηκε ο διάδοχος του θρόνου, ότι σε μερικές δεκαετίες η χώρα δε θα έχει αρχηγό. Πρέπει να ζητήσει βοήθεια. Δεν έχει λύσει τέτοιο πρόβλημα ποτέ του.
Ανέβηκε στο ψηλότερο σημείο του παλατιού, το παλιό αστεροσκοπείο. Ο ουρανός ήταν γαλανός και η οροφή είχε ξεχαστεί ανοιχτή. Θα είναι εύκολο. Έβγαλε το κρυμμένο χαρτί από το τηλεσκόπιο και το διάβασε. Φράσεις, δυο λάμψεις που ενώθηκαν και ακούστηκε η φωνή του Πλανητοπερπατητή:
-Πήρα το μήνυμα, έχω χρόνο και θα περάσω μια στιγμή.
Δυο λεπτά αργότερα κατέβηκε στο αστεροσκοπείο. Ο μονάρχης δεν πρόλαβε να πει κουβέντα.
-Ξέρω τι συνέβη. Μπορεί να έχεις ένα βασίλειο γεμάτο αδυναμίες, αλλά η πύλη του παλατιού φυλάγεται καλά. Παρ’ όλ’ αυτά, χτες βράδυ, άνοιξε απροειδοποίητα. Δε σχετίζομαι μ’ αυτό… αν πιστεύεις ότι θα κάνει θανάσιμο κακό στο λαό σου η διάδοση του γεγονότος, τότε σβήστο από τη μνήμη όλων. Ξέρεις πώς να το κάνεις, σωστά; Το έχεις ξανακάνει.
-…Ναι. Εντάξει. Θα το κάνω. Ευχαριστώ για τη συμβουλή.
Δεν έβρισκε τι άλλο να πει. Ο Πλανητοπερπατητής τον χαιρέτησε κι έφυγε.
Ξανάρχισε τα μαγικά για τη μνήμη, όπως έκανε με τον πατέρα του. Χρειάστηκαν πολλά ξόρκια που θυμόταν κι έκανε επιτόπου, αλλά με κι άλλα χωρίς ραβδί. Όλοι οι άλλοι θα ξεχνούσαν στο τέλος οτιδήποτε σχετιζόταν με τον έφηβο με τα μωβ μάτια το μπλε δέρμα και τα κόκκινα μαλλιά. Μα καθώς έκανε το τελευταίο ξόρκι, κάτι άρχισε να γίνεται. Σηκώθηκε αέρας. Άρχισε να φυσάει τόσο πολύ που πιθανότατα είχε κουφαθεί τελείως για τον επόμενο μήνα. Μα τίποτα δεν παρασύρθηκε. Και στο τέλος…
Τι συμβαίνει; Τι δουλειά έχει εδώ; Γιατί στέκεται στο παλιό αστεροσκοπείο και κρατά τα ξόρκια για να καλέσει τον Πλανητοπερπατητή; Έκανε μια βόλτα στο παλάτι και όλα πήγαιναν όπως περίμενε. Ήταν μια συνηθισμένη μέρα. Προφανώς δεν θα μάθαινε ποτέ τι ήθελε εκεί πάνω, ή γιατί είχε μικρά κενά μνήμης, που δεν ξαναείχε ποτέ.
Στο μεταξύ ο έφηβος είχε τρέξει όλη νύχτα. Τώρα αποκλειόταν να τον βρουν. Αν και ο λαός ήξερε για το διάδοχο, δεν τον είχε δει ποτέ. Ήταν ένας μεταμφιεσμένος. Γιατί ήταν άγνωστος. Κανείς δεν τον ήξερε.
Copyright 2011
All Rights Reserved - International Copyright Secured
Χα!All Rights Reserved - International Copyright Secured
Bbs- Μέλος της Συντακτικής Ομάδας
- Αριθμός μηνυμάτων : 82
Ημερομηνία εγγραφής : 06/08/2010
Τόπος : Holy Roman Empire
Απ: Η Τριλογία Μου (άτιτλη, **** την τρέλα μου, κάθε μέρος έχει δικό του τίτλο)
3ο και τελευταίο μέρος
«Πριν από 30 περίπου χρόνια ήρθε και με βρήκε ο γιος του βασιλιά, ο σημερινός ηγέτης μας. Αυτός τότε, βέβαια, δεν ήταν γνωστός ως βασιλόπουλο, αλλά ήταν ένας διάσημος κοσμικός. Τον ήξεραν όλοι ανεξαιρέτως, δεν ξέρω πως το είχε καταφέρει. Τώρα, αν ήταν όντως ο διάδοχος, δεν είμαι σίγουρος… κανείς δεν είναι! Χαραγμένο στις μνήμες όλων μας ήταν ότι ο βασιλιάς ήταν άγαμος και άτεκνος. Όταν με βρήκε, μου ζήτησε μια δουλειά που πολλοί μου είχαν ζητήσει: δολοφονία. Χάρηκα πολύ, διότι, αν και καλός στη δουλειά μου, ήμουν άνεργος τότε και χρειαζόμουν ρευστό. Περάσαμε στις λεπτομέρειες. Μου είπε ότι ήθελε να μην τον κλάψουν και να μην αφήσω ίχνη, ούτε πάνω στο πτώμα. Αποφασίσαμε να σκοτωθεί με ξόρκι και να έχει ενοχοποιητικά στοιχεία που θα φαίνεται ότι έκλεβε από τα κρατικά ταμεία. Το μόνο δύσκολο θα ήταν να του προσάψω την ενοχή χωρίς να με καταλάβουν. Τέλος, τον ρώτησα ποιον θα σκοτώσω και μου είπε, προς έκπληξη κι αηδία μου, ότι θέλει να σκοτώσω τον πατέρα του. Κανείς άλλος δεν θα ήθελε να σκοτώσει τον ευεργέτη του Πλανήτη, μόνο αυτός. Το έκανα, αν και αποφάσισα να κάνω πρώτα κάτι ελπιδοφόρο: αποκαλύφθηκα στο βασιλιά, μίλησα μαζί του και του είπα να βγάλει ένα λόγο για να πείσει τους ανθρώπους ότι αυτοί είναι κυρίαρχοι κι όχι οι μονάρχες. Είχα, βλέπεις, καταλάβει ότι επρόκειτο για πραξικόπημα λίγο πριν τον σκοτώσω. Όπως και να ‘χει, είχα κάνει κάτι ασυγχώρητο κι από τότε δε βγήκα από το σπίτι μου, παρά μόνο για τα άκρως απαραίτητα.»
Αυτό εξηγούσε γιατί δεν υπήρχε Ιστορία στη βιβλιοθήκη του παλατιού.
-Σ’ ευχαριστώ για όσα μου είπες. Η ομολογία σου μπορεί να σε εξιλεώσει, αλλά, πάν’ από όλα, να επαναφέρει την τάξη. Βγες και πρωτοστάτησε. Θα αποκαταστήσεις το όνομά σου, την τιμή σου, τη ζωή σου.
-Ποιος είσαι και μιλάς τόσο τολμηρά;
-Λέγε με Επαναστάτη.
Και κράτησε τ’ όνομα.
Ο Επαναστάτης είχε στο μυαλό του αυτήν τη συζήτηση πάντα. Ο δολοφόνος του Βασιλιά του είχε δώσει όλες τις απαντήσεις. Ο μονάρχης είχε σκοτώσει τον πατέρα του. Και τον είχε ενοχοποιήσει για διαφθορά. Και κανείς άλλος δεν έμαθε την αλήθεια.
Όλα είχαν ξεκινήσει τόσο συγκεχυμένα, αλλά σημασία είχε πότε πήρε την κατάσταση στα χέρια του: αφού άρχισε με τη δραπέτευση από το παλάτι, στεκόταν στο ίδιο σημείο που στέκεται τώρα, έξω από το μπαλκόνι του παλατιού και εξέταζε το πτώμα του Βασιλιά.
Τότε, αμέσως μετά την εξέταση του πτώματος έψαξε για να περάσει κάπου την επόμενη νύχτα. Για πολύ καιρό μετά ήταν αναγκασμένος να βασίζεται στη φιλοξενία των άλλων. Ήταν από την πρώτη νύχτα αποφασισμένος να γυρίσει όλο τον Πλανήτη. Στο κάτω-κάτω, πώς αλλιώς θα μάθαινε για το θάνατο του προκατόχου του μονάρχη και την άνοδο του τελευταίου στο θρόνο;
Στην αρχή κοιμόταν ελάχιστα. Έπρεπε, για αρχή, να παρατηρήσει την πρωτεύουσα. Ελάχιστοι άνθρωποι ήταν έξω και ακόμα λιγότεροι είχαν όρεξη για κουβέντα, πόσο μάλλον να ανοίξουν την πόρτα του σπιτιού τους και να μπάσουν ένα μπλε άγνωστο. Οι έμποροι και οι εργαζόμενοι πρακτικά ανύπαρκτοι. Κι όμως, τα σπίτια ήταν πυκνότατα. Παρ’ όλα αυτά, όταν κατάφερνε να πιάσει συζήτηση με μερικούς ανθρώπους, λέγονταν περίπου αυτά:
-…Πώς πέθανε ο προηγούμενος βασιλιάς;
-Κανείς δεν είναι σίγουρος. Πέθανε εντελώς ξαφνικά, την ώρα που έβγαζε λόγο. Στην πραγματικότητα, τελείωσε το λόγο του, δέχτηκε το χειροκρότημα και μετά έπεσε νεκρός από το μπαλκόνι, ανεξήγητα και ξαφνικά. Άλλοι λένε ανακοπή ή έμφραγμα, άλλοι λένε απλό πέσιμο, μερικοί, επειδή στην αρχή τον λάτρευαν -πριν μάθουν την αλήθεια-, ήταν σίγουροι ότι δεν πέθανε, αλλά έκανε κάποιο ξόρκι, έγινε πνεύμα και θα επιστρέψει σε άλλο σώμα. Τέλος, κάποιοι καταστροφολόγοι είναι σίγουροι ότι δολοφονήθηκε, αλλά δεν υπάρχει καμιά απόδειξη γι’ αυτό.
-Ποια αλήθεια μαθεύτηκε δηλαδή;
-Ότι, τελικά, ήταν διεφθαρμένος. Δεν ξέρεις ότι βρέθηκαν στις τσέπες του περιουσία του κράτους και σχέδια που αποκάλυψαν σκάνδαλα;
-Ναι το ξέρω αυτό. Όμως, πενήντα χρόνια βασίλεψε και ήταν όλοι ευτυχισμένοι. Με μια στιγμή, όλοι τον μίσησαν;
-Λογικό δεν είναι; Αφού, τα σκάνδαλα θα πρέπει να τα έκανε σε όλη του τη ζωή, δηλαδή η ευτυχία μας ήταν ένα ψέμα. Ε, λοιπόν, να πάει να πνιγεί και να καίγεται αιωνίως στην κόλαση, ο προδότης!
-Και τι γίνεται με το νυν μονάρχη;
-Δε μοιάζει καθόλου με προδότη, δηλαδή με τον προκάτοχό του, άρα μας κάνει. Αν θυσιαζόμαστε, πεθαίνουν οι δικοί μας, πεινάμε και έχουμε κι άλλα προβλήματα, είναι γιατί πρέπει να επιβιώσουμε σαν κοινότητα. Είναι όλα για το καλό του συνόλου.
-Είσαι ευχαριστημένος δηλαδή;
-Χμμ… μπορώ να σου εμπιστευτώ την αλήθεια, άραγε;
-Δεν έχω καμιά σχέση με το παλάτι ή το στρατό, αν αυτό εννοείς.
-Δεν ξέρω τι να πιστέψω πια. Μα πόσες θυσίες θέλει πια αυτός ο Πλανήτης; Γιατί να γίνει η σφαγή εκείνη πριν τόσα χρόνια; Γιατί υπέγραψε τόσο εξευτελιστικούς όρους ο μονάρχης; Γιατί είναι τόσο μυστικοπαθής και δε βγαίνει από το παλάτι; Γιατί είναι καλό που δεν κάνουμε τίποτα για τα προβλήματά μας;
-Δε χρειάζεται να πιστεύεις κανένα. Τυχαίνει να γνωρίζω τα τελευταία λόγια του Βασιλιά. Στηρίξου στο λαό κι όχι στους εξουσιαστές. Σκέψου λίγο αυτό, αλλά και το λόγο του Βασιλιά.
-Δε ντρέπεσαι να υποστηρίζεις ένα προδότη; Χάσου από τα μάτια μου, άθλιε νεανία!
Σύντομα, κατάλαβε ότι οι άνθρωποι της πρωτεύουσας είχαν περίπου όλοι τέτοια γνώμη και δε θα τον δέχονταν για πολύ ακόμα. Άλλωστε είχε ακούσει όσα χρειαζόταν. Έτσι, έφυγε από την πρωτεύουσα, διερωτώμενος που θα πάει και τι θα βρει.
Έχοντας βρει επιτέλους κάποιο μόνιμο μεταφορικό μέσο -στην πρωτεύουσα ήταν!-, ταξίδευε γρήγορα από πόλη σε χωριό και τούμπαλιν. Σιγά-σιγά γνώρισε τον κόσμο, άρχισε να κάνει τη θεωρία πράξη, έβρισκε πληροφορίες, έψαχνε κάποιον πιο σίγουρο για τα σκοτεινά σημεία του θανάτου του Βασιλιά. Συμπλήρωσε στο τελευταίο του κενό, την Ιστορία. Έμαθε, έκανε, απέκτησε, έζησε.
Το πρώτο πράγμα που συνειδητοποίησε ήταν ότι στα περίχωρα η κατάσταση ήταν λίγο καλύτερη από της πρωτεύουσας. Οι άνθρωποι ήταν λίγο πιο φιλόξενοι. Μπόρεσε ακόμα και να φιλοξενηθεί σε κάποια σπίτια, να κοιμηθεί, να φάει, ακόμα και να εγκατασταθεί για λίγο και να κάνει κάποια δουλειά, δική του ή των άλλων για να ξεπληρώσει το χρέος της φιλοξενίας.
Η πρώτη θεωρία που χρειάστηκε ήταν αυτή των πολεμικών τεχνών. Στην πρώτη πόλη που συνάντησε έχοντας φύγει από την πρωτεύουσα, έμεινε κοντά σε ένα οπλοστάσιο. Αποφάσισε να δουλέψει για λίγο εκεί. Το πρώτο που προσπάθησε να κάνει ήταν να ψαρέψει τους οικοδεσπότες του, το αφεντικό του, αλλά και όσους περισσότερους άλλους μπορούσε για να μάθει αν έλεγαν τα ίδια με τους ανθρώπους της πρωτεύουσας για το Βασιλιά και το μονάρχη. Έλεγαν τα ίδια. Φαινόταν πως ο Βασιλιάς είχε χάσει όλους τους πιστούς του. Όμως, έμαθε κοντά στο αφεντικό του ότι και ο πιο φιλήσυχος πρέπει να είναι ετοιμοπόλεμος. Κι έτσι, αμείφθηκε για τη δουλειά του με το σπαθί -πρώτης ποιότητας, γιατί αποδείχθηκε δραστήριος και εργατικός- που τώρα κρατά και το τίμησε δεόντως με επιτυχείς μάχες. Δεν είχε ποτέ άλλο όπλο και αυτό το σπαθί είναι πια αναπόσπαστο κομμάτι του εαυτού του.
Μετά ευχαρίστησε το αφεντικό του και τους οικοδεσπότες. Την επόμενη έφυγε.
Κάποτε σε μια άλλη πόλη, συνάντησε ανθρώπους που είχαν προλάβει την εποχή του Βασιλιά, όταν αυτός έστελνε τους σοφούς να βοηθήσουν τον κόσμο. Μέσα από τη συζήτηση με τους ανθρώπους αυτούς, είχε συνειδητοποιήσει πόσο προσέφεραν οι σοφοί και πόσο δεν καταλαβαίνουν οι άνθρωποι ότι δεν είναι σωστό όλοι οι σοφοί να μένουν στο παλάτι, όπως όρισε ο μονάρχης. Ήταν πια λογικό το ότι ο μονάρχης ήταν ακόμα στην εξουσία. Τότε αναρωτήθηκε για πρώτη φορά πώς μπορεί να μεταπείσει τον κόσμο και να τον κάνει να καταλάβει ότι η αμάθεια κι η απραξία δεν είναι ποτέ σωστά. Τέλος, δεν άλλαξε κάτι για το θέμα του Βασιλιά. Αλλά τώρα πια ρωτούσε περισσότερο για πληροφορίες: μήπως κάποιος είχε παραπάνω στοιχεία. Ήταν λογικό να υπάρχει έστω ένας -δηλαδή ο υπαίτιος- που να ξέρει τι είχε πραγματικά συμβεί.
Πώς θα τον έβρισκε; Έψαχνε σε όσες περισσότερες πόλεις μπορούσε. Μέχρι να το κάνει αυτό, είχε συναντήσει πρώην επιστήμονες, στρατιωτικούς, λογοτέχνες κι άλλους σοφούς, που πλέον είχαν σταματήσει να πιστεύουν στις ικανότητές τους. Αυτοί θα γίνονταν χρήσιμοι αν αφυπνίζονταν από την ηττοπάθειά τους. Είχε, όμως συναντήσει και ξενόφοβους, που, δηλαδή, τον δίωκαν επειδή ήταν άλλου χρώματος. Χρειάστηκε διπλωματία και λογική για να επιβιώσει από τις διαθέσεις τους. Τόσο οι μεν, όσο και οι δε έπρεπε να αλλάξουν. Και το ερώτημα δεν είχε απαντηθεί ακόμη. Τόσο οι μεν, όσο και οι δε είχαν λόγους να μην πουν τίποτα.
Του πήρε, λοιπόν, χρόνια να βρει το δολοφόνο. Έμενε σε ένα απομονωμένο χωριό, στην κορυφή ενός ψηλού βουνού. Έφτασε σ’ αυτό το χωριό μόνο γιατί του είπαν ότι είναι τόπος καταγωγής σπουδαίων μάγων, λόγω της τοποθεσίας. Υποψιαζόταν από καιρό ότι μπορεί να έχει δολοφονηθεί από μάγο ο Βασιλιάς. Όμως πώς θα έβρισκε το δολοφόνο του χωριού, αν υπήρχε; Αποφάσισε να κάνει τις γνωστές ερωτήσεις, οπότε:
“Υπάρχει κάποιος εδώ που ισχυρίζεται ότι ξέρει πώς πέθανε ο Βασιλιάς. Δεν τον πιστεύει κανείς… Μην τον πιστέψεις ούτε εσύ, καλύτερα. Είναι μισότρελος. Δε βγαίνει σχεδόν ποτέ από το σπίτι του και μένει στις παρυφές του χωριού.”
Αποφάσισε να τον βρει. Από μικρό κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια… λες; Έτσι άκουσε το λόγο του δολοφόνου, αφού τον βεβαίωσε ότι δεν τον θεωρεί τρελό, ούτε σκόπευε να του κάνει τίποτα κακό. Στην πραγματικότητα, χρειάστηκε να του αποκαλύψει ότι ήταν στο παλάτι και αποστάτησε, ότι έκανε αυτή τη μεγάλη έρευνα. Μάλιστα, κέρδισε την εμπιστοσύνη του και αποφάσισε να του δώσει μια ώθηση:
-Όταν έρθει η ώρα να αρχίσει η επανάσταση, θα έρθω ξανά στο χωριό να σε φέρω στην πρωτεύουσα. Μετά από αυτά που άκουσα, ένα σου λέω: θα ρίξω το μονάρχη.
-Μιλάς εν βρασμώ ψυχής. Ο μονάρχης έχει φροντίσει να μυήσει τον κόσμο στη στασιμότητα. Δεν πρόκειται να σε ακολουθήσει κανείς, στην περίπτωση που ονειρεύεσαι εξέγερση.
-Μην κάνεις σαν λύκος.
Από τότε ορκίστηκε να τιμωρήσει το μονάρχη, αλλά και είπε σε πολλούς άλλους ότι θα τους πάρει στην πρωτεύουσα. Συνέχισε το ταξίδι για να γνωρίσει τον πλανήτη και να μάθει. Άρχισε να διαδίδει όσα έμαθε. Όμως, λίγοι τον πίστεψαν. Δεν τολμούσαν να πιστέψουν ότι ο μονάρχης ήταν διεφθαρμένος, ούτε ότι υπήρχε τέτοια παρασκηνιακή δράση. Έπειτα, συνέχισε τις προσπάθειες του δολοφόνου και του Βασιλιά να πάρει ο λαός την κατάσταση στα χέρια του. Αποτυχία; Δεν ήταν σίγουρος. Αλλού κατάλαβαν τι ήθελε να πει κι εμπνέονταν και αναθεωρούσαν όσα πίστευαν και άκουγαν από τους κυβερνώντες, κι αλλού επέμεναν ότι η ιστορία που τους έλεγε ήταν υπερβολική. Ενίοτε, δεν τον άκουγαν. Τότε, αναγνωρίζοντας το εχθρικό κλίμα, έκανε μια μικρή επίδειξη, νικώντας πάντα τον καλύτερο ξιφομάχο του τόπου. Είχε αποκτήσει μεγάλες ικανότητες στο χειρισμό, κυρίως χάρη στις μάχες που έδινε καθ’ οδόν για τις πόλεις που επισκεπτόταν.
10 χρόνια αφ’ ότου ξεκίνησε, έφτασε και στην πόλη όπου έλεγαν ότι ο μονάρχης είχε το εξοχικό του. Το είδε μόνον απ έξω: ένα κτήριο αρκετά μεγάλο και πολυτελές, μα τώρα άδειο. Τα πάντα έμοιαζαν ακριβά και ποιοτικά, εκτός από ένα κατσιασμένο, κοντό αμπέλι στη νοτιοανατολική άκρη του κήπου.
Την πρώτη φορά που πέρασε έξω από το εξοχικό, είδε ένα γέρο με μια τσάπα στον ώμο να περνά. Μα δεν ασχολήθηκε μαζί του, παρά έκατσε έξω από το κτήριο και άρχισε να πιάνει κουβέντα με τους περαστικούς, λέγοντας για τη δολοφονία του Βασιλιά. Ο γέρος πέρασε 5 φορές από εκεί και τον άκουγε από ώρα, όταν κατάλαβε για τι μιλούσε και αποφάσισε να πάει να μιλήσει στον Επαναστάτη:
-Ο Βασιλιάς μας πρόδωσε όλους. Τι πράγματα είναι αυτά που λες; Και μάλιστα εδώ!
-Κουφός είσαι; Τόση ώρα λέω ότι βγήκαν νέες μαρτυρίες στην επιφάνεια. Τι είναι εδώ;
-Εδώ ζουν πολλοί άνθρωποι που κάποτε ζούσαν ή εργοδοτούνταν από το παλάτι, την εποχή του Βασιλιά σου! Όταν έρχεται στο εξοχικό ο μονάρχης, δουλεύουμε γι’ αυτόν και πληρωνόμαστε καλά, χρόνια τώρα.
-Μισό λεπτό. Αυτό σημαίνει ότι ζουν πολλοί πρώην σοφοί εδώ;
Είχε ξεχάσει τελείως τους σοφούς για λίγο. Λάθος του.
-Να, εγώ είμαι πρώην καθηγητής μαγείας του παλατιού.
-Χμ… εσύ δεν μπορείς να με βοηθήσεις άμεσα. Δεν είμαι καλός στη μαγεία. Όμως, που μπορώ να βρω πολλούς πρώην σοφούς;
-Αν ζητάς συμβουλές και βοήθεια, αυτοί δεν πρόκειται να δώσουν δεκάρα. Μα θα τους βρεις σ’ εκείνο εκεί το μαγαζί κάθε μεσημέρι.
-Ντάλα ο ήλιος είναι τώρα!
-Κι εγώ εκεί πάω.
-Άρα, θα τους βρω τώρα;
-Πάμε.
Το μαγαζί αυτό φαίνεται να υπήρχε μόνο για να υπηρετήσει αγρότες: σέρβιρε ότι ήταν φτηνό. Άλλοι ρεβυθόζουμο κι άλλοι σούπα στο τραπέζι.
-Ωραία. Είναι πολλοί. Θα αρχίσω.
-Θες να φας ξύλο άνθρωπέ μου, μια και δεν έφαγες πόρτα;
-Τότε σύστησέ με.
Να φάει ξύλο; Τόσο πολύ νιώθουν προδομένοι; Άραγε είναι ακόμη σοφοί;
-Γεια χαρά, παιδιά!... Έ, μ’ ακούτε λίγο;… Ακούστε. Αυτός ο νέος έχει να μας πει κάτι και θέλει να τον ακούσουμε όλοι. Αφορά ένα δυσάρεστο θέμα, αλλά υποθέτω ότι δε χάνουμε τίποτε να τον ακούσουμε. Δε θα σας αρέσουν όσα έχει να πει μάλ…
-Μην τους προϊδεάζεις, παπατρέχα! Ποτέ δεν ξέρεις. Θα με ακούσετε;
Κάποια κεφάλια έγνεψαν καταφατικά. Άλλοι περίμεναν.
-Θα σας μιλήσω για το Βασιλιά. Όλοι πιστεύετε ότι όλη του τη ζωή σας έκλεβε και μετά το θάνατό του βγήκαν τα σκάνδαλα στην επιφάνεια. Δεν ξέρετε, αλλά ούτε σας ενδιαφέρει πώς πέθανε. Μόνο θεωρήσατε ό,τι ίσχυε στην εποχή του λάθος. Εγώ σας λέω ότι εξυφάνθηκε συνωμοσία εναντίον του Βασιλιά και ότι τα σκάνδαλα βρέθηκαν εκεί για να μην τον κλάψετε! Για να μην πιστεύετε σ’ αυτόν ή στους εαυτούς σας!
-Άλλος ένας ηλίθιος…
-Το σκέφτηκες πολύ για να το πεις αυτό;
-Μας δουλεύεις ή στ’ αλήθεια πιστεύεις τέτοια ίντριγκα;
-Μήπως ήταν κι υπνωτισμένος ο Βασιλιάς και θα ξυπνήσει στις 12 το βράδυ;
-Θ’ ακούσουμε ένα νεαρό, μπλε σαν εξωγήινο; Και τι μάτια είν’ αυτά, μωβ; Άσε το μαλλί το κόκκινο. Τι είσαι, ρε;
-Τον κακό σου τον καιρό εσένα, που θα με ρωτήσεις τι είμαι! Αυτός που θα σ’ ανοίξει τα μάτια είμαι, τυφλέ! Ξέρω πολύ καλά τι λέω και το σκέφτηκα αρκετά. Έχω στοιχεία και πληροφορίες που δείχνουν ότι έτσι έγινε.
-Σιγά και τα στοιχεία που έχεις. Πού είναι;
-Πληροφορίες; Από άλλο κόσμο είσαι;
-Λέγετέ με Επαναστάτη.
-Αποκλείεται να έγινε έτσι. Και ποιοι έκαναν τη συνωμοσία; Ο Βασιλιάς ήταν μέσα στο παλάτι όταν πέθανε. Θα το ήξερα, μέχρι και που πέθανε, μέσα ήμουν! Ποιος ήθελε το θάνατο του Βασιλιά μέσα από το παλάτι;
-…Ο γιος του.
-ΤΙ ΠΡΑΓΜΑ;
-ΕΙΣΑΙ ΤΡΕΛΟΣ;
-ΠΩΣ ******;
-Δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση. Πρώτον, ο μονάρχης μεγάλωσε μακριά από τον πατέρα του, γιατί ήταν γνωστός ως ένας άσχετος με το παλάτι κοσμικός. Δεύτερον, δεν υπάρχει κίνητρο, διότι ο μονάρχης είπε ότι δεν τον ευχαριστούσε η εξουσία και γι αυτό ήταν μακριά από όλα αυτά. Τρίτον, δεν πιστεύω ότι θα σκότωνε τόσο εύκολα τον πατέρα του. Ξέχνα το, λοιπόν.
-Έτσι σκέφτονται όλοι σε όσα μέρη πήγα. Όμως, κι εγώ μέσα από το παλάτι είμαι. Δραπέτευσα γιατί διαφωνούσα με το μονάρχη. Και μετά έμαθα αυτά που σας είπα. Οι περιγραφές ταίριαζαν στον άνθρωπο που γνώρισα.
-Είσαι κι εσύ από μέσα;
-Ναι. Τι δουλειά έκανες όταν δούλευες στο παλάτι;
-Ήμουν καθηγητής Πολιτικής και Ρητορείας.
-Μάλιστα… Εσύ είσαι από αυτούς που μπορούν να βοηθήσουν.
Οι άλλοι επέστρεψαν βιαστικά στα τραπέζια τους και τις παρέες τους. Ο καθηγητής Πολιτικής έκανε να φύγει, αλλά ο Επαναστάτης τον σταμάτησε.
-Δεν άκουσες τι σου είπα;
-Άκου, νεαρέ: με άκουσες και τι σου είπα πριν. Τα γεγονότα δείχνουν ότι ο Βασιλιάς ήταν προδότης και δεν ήθελε το καλό της χώρας. Άρα κι εμείς, που ήμαστε οι καλλιεργημένοι τις εποχής του, διαποτιστήκαμε από ψεύτικες ιδέες. Δε μπορεί να σε βοηθήσει κανείς από εμάς.
-Γιατί δε με πιστεύετε απλώς; Υπάρχει ένα ερωτηματικό στη δική σας εκδοχή: κανείς δεν ξέρει πώς πέθανε ο Βασιλιάς. Εγώ σου λέω ότι έχω γνωρίσει το δολοφόνο και έχει ομολογήσει. Μου είπε όλη τη συμφωνία που έκαναν με το μονάρχη, ενώ ήθελαν όντως να τον ενοχοποιήσουν για να πεθάνει άκλαυτος.
-Πώς είσαι σίγουρος ότι ήταν φόνος; Δεν είχε σημάδια πάνω του ο Βασιλιάς. Και που ξέρεις ότι αυτός ξέρει τι λέει;
-Στο τέλος της ομολογίας του, είπε κάτι παράξενο: ο ίδιος ένιωθε ενοχές και αποκαλύφθηκε στο Βασιλιά για να του πει να βγάλει το γνωστό τελευταίο του λόγο, όπου μιλούσε για τη λαϊκή κυριαρχία και τους βασιλείς που είναι υπηρέτες του λαού.
-…Αυτό κάνει την ιστορία σου ακόμα πιο απίστευτη. Μα, έχει κάποια λογική. Δεν αναρωτιέσαι, όμως, το βασικότερο, γιατί να το κάνει αυτό ο μονάρχης;
-Για να πάρει την εξουσία; Να αυξήσει τα πλούτη του, κι ας ήταν ήδη πολλά; Επίσης, βάζω στοίχημα ότι τα σκάνδαλα και οι ληστείες που χρεώθηκαν στο Βασιλιά είχαν γίνει από το μονάρχη. Σκέψου το έτσι: ότι έγιναν ληστείες από τα ταμεία του κράτους, το ξέρουμε. Αν δεν κάνω λάθος, τα ταμεία άδειασαν μυστηριωδώς. Ότι, το βασιλόπουλο, πριν γίνει μονάρχης, ήταν πλούσιος κοσμικός, κι αυτό το ξέρουμε. Δεν ξέρουμε, όμως, πώς πλούτισε. Άρα;
-Σ’ αυτά έχεις δίκιο. Δε μπορείς να είσαι σίγουρος, όμως. Ας πούμε ότι σε πίστεψα. Τι έπεται;
-Αναλογίσου κι αυτό: τελικά, ο τελευταίος λόγος του Βασιλιά ήταν αδιαμφισβήτητα σωστός. Εσύ, ειδικά, το ξέρεις. Αυτά, λοιπόν, σημαίνουν ότι ο Βασιλιάς αθωώνεται. Είστε, τελικά, όλοι σας λόγιοι. Και, για μένα, είστε, μαζί μου, και οι πρωτεργάτες μιας εξέγερσης εναντίον του παλατιού!
-…Ορίστε;
-Θα ρίξουμε το μονάρχη. Όμως χρειάζομαι τη βοήθειά σας για να αφυπνίσω τον κόσμο. Όταν η εξέγερση γίνει καθολική, τότε θα πετύχουμε.
-…Αν είναι έτσι, τότε να αρχίσουμε από σένα. Μπορεί να έχεις δίκιο, αλλά να μιλάς δεν ξέρεις. Ένα πράγμα είναι σίγουρο, δε μας το έφερες σωστά. Θα σε μάθω να πολιτεύεσαι και να μιλάς, και μετά όλα θα γίνουν, κι ας είσαι διαφορετικός. Θα μιλήσω για σένα στους συναδέλφους. Πρέπει να φρεσκάρουμε τις γνώσεις μας κιόλας.
Έτσι ξεκίνησαν. Ο καθηγητής Πολιτικής έπεισε τους άλλους σοφούς να βοηθήσουν τον Επαναστάτη. Όλη εκείνη η πόλη πείστηκε και αποτέλεσε τον πυρήνα μιας διαδήλωσης που μεγάλωνε και κανείς δεν μπορούσε να τη σταματήσει, καθώς χάριζαν τη ζωή σε όσους στρατιώτες και έμπιστους του παλατιού συναντούσαν με αντάλλαγμα να κρατήσουν το στόμα τους κλειστό.
Παρέα με όλον αυτόν τον κόσμο, ο Επαναστάτης επισκέφθηκε τα υπόλοιπα μέρη του Πλανήτη, έχοντας πια την ικανότητα να πείσει. Μάλιστα, τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά. Ενίοτε, πάθιαζε και ξεσήκωνε ολόκληρα χωριά, μόνος του και χωρίς εξαιρέσεις. Αλλά παντού ήταν πολλοί αυτοί που τους ακολουθούσαν. Οι άνθρωποι πείθονταν ότι ο μονάρχης πρέπει να πέσει. Κι όσοι είχαν τη θέληση, συμμετείχαν. Επίσης, πείθονταν να βοηθήσουν σχεδόν όλοι οι πρώην σοφοί που συναντούσαν
Έπρεπε και να πάει να βρει το δολοφόνο. Τον βρήκε στο χωριό που τον άφησε, και του είπε μόλις τον είδε:
-Πιστεύεις ακόμα ότι δεν θα με ακολουθήσει κανείς;
Ο δολοφόνος δε χρειάστηκε δεύτερη κουβέντα. Τεράστιες προσπάθειες χρειάστηκαν, όμως, για το υπόλοιπο χωριό, που θεωρούσε τρελό το δολοφόνο. Το συγκεκριμένο χωριό ήταν χρήσιμο, μια και τόσοι μάγοι θα ήταν ισχυρή δύναμη.
Ένα δύσκολο θέμα, όμως, προς εξήγηση ήταν η αποδοχή του δολοφόνου. Ο Επαναστάτης τον ήθελε να πρωτοστατήσει για να αποκατασταθεί το όνομά του, όμως έπρεπε να αποβάλει την ενοχή που του προσέδιδαν οι άλλοι. Έχοντας κερδίσει την εμπιστοσύνη αυτού του λαού, αλλά και με τη βοήθεια των επιστημόνων, στάθηκε ο ίδιος εγγυητής ότι θα πολεμήσει πρώτος ο δολοφόνος για το λαό αυτό.
Ήταν προγραμματισμένο η πορεία τους να λήξει στην πρωτεύουσα. Πέρασαν κι από όλα τα μέρη που είχε ξαναπεράσει ο Επαναστάτης. Πώς τους έπειθαν; Αφού φώναζαν συνθήματα ερχόμενοι, για να μην αιφνιδιάσουν τους ανθρώπους, άρχιζαν να εξηγούν:
-Ο μονάρχης σκότωσε το Βασιλιά. Ο πληρωμένος δολοφόνος ομολόγησε. Ελάτε μαζί μας!
-Εγώ είμαι ο δολοφόνος. Μετανιώνω για όσα έκανα. Και θα τιμωρήσω τον εργοδότη μου.
-Η εξέγερση άρχισε. Μία-μία οι πόλεις δίνουν τους πληθυσμούς τους για την κυριαρχία του λαού. Ο μονάρχης πρέπει να πεθάνει! Θα πάμε μαζί στην πρωτεύουσα;
Και με τα λόγια και τις εξηγήσεις, πολλοί πήγαιναν.
Πόλη με την πόλη, χωριό με το χωριό, ο λαός έγινε λαοθάλασσα. Όλο και περισσότεροι έρχονταν στη διαδήλωση αυτή. Πολλοί είχαν εξασφαλίσει και εξοπλισμό, ενώ χρειάστηκε να προνοήσουν για τα απαραίτητα: τροφή, νερό και σκηνές, αν και τα δάση του πλανήτη ήταν αρκετά πρόσφορα. Έπρεπε να είναι πανέτοιμοι για την άφιξή τους στην πρωτεύουσα.
Οι προετοιμασίες συνεχίζονταν. Οργάνωσαν το πώς θα μιλήσουν στο μονάρχη. Ο Επαναστάτης λίγο πριν φτάσουν στην πρωτεύουσα, ενόσω ήταν στη σκηνή του, μίλησε μόνο με τον καθηγητή Μαγείας που είχε συναντήσει στην πόλη με τους λόγιους. Τέλος, τη νύχτα πριν φτάσουν στην πρωτεύουσα, ο Επαναστάτης έκανε την τελευταία προετοιμασία, βγάζοντας τον πρώτο του λόγο στους ανθρώπους:
«Ξέρω ότι όλοι σας έχετε δηλώσει και θέλετε να σκοτώσετε το μονάρχη, με κάθε κόστος. Ξέρω ότι δε θα σας σταματήσει σχεδόν τίποτα. Μα δε θέλουμε να σκοτώσουμε άλλους ανθρώπους. Θέλουμε να ευημερήσει ξανά αυτή η χώρα, με τους ανθρώπους της. Γι’ αυτό, θέλω να σας ζητήσω να μην επιτεθούμε αμέσως. Πρέπει οι πολίτες της πρωτεύουσας να έχουν κι αυτοί την ευκαιρία να πειστούν. Όλος ο λαός πρέπει να έχει ευκαιρία. Μπορούμε να το κάνουμε αυτό; Μπορούμε να ενωθούμε όλοι;»
Μπόρεσαν.
Την επόμενη μέρα έφτασαν μέσα στην πρωτεύουσα. Μπήκαν αμίλητοι, τραβώντας την προσοχή του κόσμου, και άρχισαν μια πορεία προς το μπαλκόνι του παλατιού.
Όλα αυτά θυμόταν. Έτσι έφτασε ως εδώ ο Επαναστάτης και στέκεται τώρα έξω από το μπαλκόνι του παλατιού. Περιμένει το μονάρχη να βγει στο μπαλκόνι και να μιλήσει μαζί τους. Οι στρατιώτες των πυλών τους είδαν, έχει ειδοποιηθεί.
Ο μονάρχης βγήκε έκπληκτος. Κανείς στο παλάτι δεν είχε καταλάβει τι συνέβαινε. Ο μονάρχης, όμως, ήρεμος τώρα, αν και θλιμμένος, άρχισε:
-Είστε εδώ γιατί θέλετε κάτι; Τι κάνετε εδώ; Μήπως γίνεται κάποια γιορτή που δεν έχω υπ’ όψη μου;
Πρώτος μίλησε κάποιος σοφός και τον διαδέχτηκαν οι υπόλοιποι.
-Αυτό που θα συμβεί, γιορτή δε θα ‘ναι. Έχουμε έρθει ως εδώ, πρώτα για να σας ρωτήσουμε κάτι.
-Πφφφ… σας ακούω.
-Πώς γίνατε αρχηγός μας;
-Πέθανε ο πατέρας μου και τον διαδέχτηκα. Είχε κάνει άσωτη ζωή και έκλεψε το κράτος, οπότε προσπάθησα να μην παραδειγματιστώ από αυτόν.
-Πώς πέθανε ο πατέρας σας;
-…Εμ, πού να ξέρω; Λογικά, σκόνταψε κι έπεσε.
Το λόγο πήρε ο δολοφόνος.
-Μπαρούφες λέει! Δε με θυμάσαι, αλήτη; Μου φόρτωσες το μεγαλύτερο αμάρτημα στη χώρα! Αλλά, έχει ο καιρός γυρίσματα! Θα δεις τι θα σου κάνω ρε!
-Σε θυμάμαι. Αλλά, εκτός του ότι αυθαδιάζεις, λες μπαρούφες ο ίδιος. Η δουλειά που σου ανέθεσα ήταν φυσιολογική: ήθελα να μου προσέχεις το σπίτι, όταν θα έλειπα ταξίδι, πριν διαδεχτώ τον πατέρα μου.
-Τι λες, ρε ξεδιάντροπε! ΜΟΥ ΕΙΠΕΣ ΝΑ ΣΚΟΤΩΣΩ ΤΟ ΒΑΣΙΛΙΑ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗ ΤΟΝ ΚΛΑΨΕΙ ΚΑΝΕΙΣ! Κόψε τις υπεκφυγές ΤΩΡΑ!
-Μου λες ότι πλήρωσα άνθρωπο να σκοτώσει τον πατέρα μου; Είσαι παρανοϊκός;
-Όχι! Είμαι μάρτυρας. ΜΑΡΤΥΡΑΣ!
Τέλος, μίλησε ο Επαναστάτης.
-Άκου, λαμόγιο! Εμείς πια ξέρουμε την αλήθεια. Ο δολοφόνος -ο άνθρωπος που σου μίλησε- ομολόγησε σε μένα κι εγώ το διέδωσα παντού. Όλος ο λαός, παραπάνω από αυτούς που είναι εδώ τώρα, θα ξεσηκωθούν! Θα πεθάνεις, αν δεν κάνεις κάτι.
«Προειδοποίηση είναι αυτή; Τέλος πάντων, νομίζω ότι κατάλαβα τι συμβαίνει. Εγώ θα σας πω αυτό: όλοι εσείς εδώ ακούσατε έναν άνθρωπο που βασίζεται σε μια ομολογία. Πρέπει να τον έχω ξαναδεί κι εγώ ο ίδιος. Μα, θα πιστέψετε ένα μπλε άγνωστο, με μωβ μάτια και κόκκινα μαλλιά, ένα ον που διαφέρει τόσο πολύ από εμάς; Δεν είναι ένας από εσάς αυτός. Εγώ είμαι ο μονάρχης σας. Θα πιστέψετε τον ξένο που ήρθε στη ζωή σας από το πουθενά, ή εμένα, τον αρχηγό σας;»
-ΘΑ ΣΕ ΣΚΟΤΩΣΩ Ο ΙΔΙΟΣ, ΛΑΟΠΛΑΝΕ!
Άνθρωποι της πρωτεύουσας είχαν συγκεντρωθεί γύρω τους και τώρα έφευγαν πεπεισμένοι ότι είχε γίνει ένα λάθος. Η λαοθάλασσα χαλάρωσε κι άρχισε να διαλύεται. Έμειναν λιγότεροι από τους μισούς. Οι υπόλοιποι έφυγαν απογοητευμένοι.
Ο Επαναστάτης έπεισε τον κόσμο να μείνει λίγες μέρες ακόμα στην πρωτεύουσα. Αφού είχαν φτάσει ως εδώ, δεν έπρεπε να κάνουν τόσο εύκολα πίσω.
Το ίδιο βράδυ ο Επαναστάτης μίλησε με ένα στρατηγό. Έπρεπε να πάρει γνώμες για το πώς θα συνεχίσουν. Πρώτα έπρεπε να πείσουν τον κόσμο που τους ακολούθησε να μη λακίσουν και να αγωνιστούν όπως υποσχέθηκαν. Όμως, το επόμενο βήμα ήταν να μεταπείσουν τους ανθρώπους της πρωτεύουσας, που, κοντά στο μονάρχη, είχαν επηρεαστεί περισσότερο απ’ όλους. Πιθανότατα είχαν να κάνουν με μαγεία.
Τις επόμενες εβδομάδες μιλούσαν στους ανθρώπους της πρωτεύουσας, όσο οι τελευταίοι τους καταδέχονταν. Προσπαθούσαν να τους πείσουν, όχι τόσο ότι έλεγαν την αλήθεια, όσο ότι πρέπει να γίνουν πιο δραστική δύναμη. Ο Επαναστάτης δεν ανέλαβε προσωπικά το ζήτημα. Προετοιμαζόταν για την περίπτωση να κινητοποιηθούν στρατιώτες εναντίον τους. Τελειοποιούσε την πολεμική του ικανότητα, κατέστρωνε τα σχέδιά τους, με όση βοήθεια χρειαζόταν, μα περισσότερο προετοιμαζόταν για την επόμενη συνάντησή του με το μονάρχη.
Αναρωτήθηκε κάποια στιγμή μήπως έμοιαζε τελικά στο μονάρχη, αφού ήθελε να σκοτώσει τον πατέρα του. Μετά, όμως θυμήθηκε πως ο πατέρας αυτός ήταν θετός, πως ο άνθρωπος αυτός ήταν καταστροφή για τον πλανήτη και εξοργίστηκε που ο μονάρχης δεν είχε αναγνωρίσει το γιο του. Μετά τις πρώτες ημέρες, περνούσε τακτικά απ’ έξω από το παλάτι και προσπαθούσε να παραβγεί το μονάρχη στην πειθώ, έχοντας τον κόσμο να τους ακούει.
Είχαν με το μέρος τους όλους τους λόγιους του πλανήτη, πλην βέβαια αυτούς της πρωτεύουσας, και ήξεραν πώς θα πείσουν τον κόσμο ότι έχουν δίκιο, αλλά και ότι μπορούν να ανατρέψουν το μονάρχη. Οι δε σοφοί της πρωτεύουσας πείθονταν μέρα με τη μέρα. Μετά από λίγο καιρό όμως, όλος αυτός ο λαός που δεν είχε κάπου να μείνει, πέρα από αντίσκηνα, άρχισε να αγριεύει και να ανυπομονεί να περάσει σε ανοικτή σύρραξη και να τελειώσουν όλα, αφού τα πράγματα είχαν μείνει καιρό στάσιμα. Η παραγωγή της χώρας είχε σταματήσει κι όλοι αυτοί ήταν πρακτικά άστεγοι και ξενιτεμένοι. Ταυτόχρονα, οι άνθρωποι της πρωτεύουσας χρειάζονταν χρόνο για να πειστούν όλοι.
Μια μέρα, όμως, όταν ήταν κάποιοι έτοιμοι να γυρίσουν στα σπίτια τους, πληθυσμοί από όλη τη χώρα έφτασαν στην πρωτεύουσα. Όσοι δεν είχαν έρθει μαζί τους εξ αρχής, έφτασαν, ελπίζοντας πως δεν άργησαν για να συμμετέχουν. Έτσι, ο λαός ανεφοδιάστηκε και πείστηκε, χάρη σε φίλους και συγγενείς, να μείνει
Έχοντας, όμως, πλέον, πρόβλημα χρόνου, την επόμενη μέρα, ο Επαναστάτης πυροδότησε τη μάχη με μια λογομαχία με το μονάρχη, την οποία είχε καλέσει να παρακολουθήσουν, οπλισμένοι πια, όσοι είχαν έρθει μαζί του από όλη τη χώρα.
Και έτσι εφαρμόστηκε η εξέγερση.
-Πάλι εσύ εδώ; Μ’ έχεις κάνει να βγω στο μπαλκόνι περισσότερες φορές από όσες έχω βγει τα τελευταία 30 χρόνια! Δε με λυπάσαι, μεσήλικα άνθρωπο;
-Δε βγαίνεις να μιλήσεις στο λαό σου, ε; Τεμπελχανά! Δε σε νοιάζει τίποτα! Το μόνο που σε νοιάζει είναι να έχεις ένα θρόνο! ΠΑΡΤΑΚΙΑ, ΑΔΙΣΤΑΚΤΕ, ΗΛΙΘΙΟ ΜΑΤΑΙΟΔΟΞΟ ΖΩΟΝ!
-Βρίζεις το μονάρχη; Δε ντρέπεσαι καθόλου; Λίγη ευγένεια δε βλάπτει!
-Θα σε βρίζω και θα σε καντηλώνω, σφετεριστή!
-Το έχουμε πει χίλιες φορές και με πληγώνεις που συνεχίζεις: δε θα σκότωνα ποτέ τον πατέρα μου.
-Σε πληγώνω, ε; Θες να μάθεις, εγωπαθέστατη ψωνάρα, ποιος πονάει περισσότερο; Οι άνθρωποι που πεινάνε, κι όμως δουλεύουν! Που πέθαναν στην πείνα από τις χαζομάρες σου! Ο πατέρας σου, αν σ’ έβλεπε τώρα, θα βογκούσε από τον πόνο! Περισσότερο απ’ όλους, όμως, πονάει ο δολοφόνος, που τον έβαλες να κάνει κάτι τόσο αισχρό! Κατέστρεψες και θα τιμωρηθείς! ΚΙ Ο ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ ΗΡΘΕ Η ΩΡΑ ΝΑ ΔΕΙΞΕΙ Σ’ ΕΝΑ ΠΙΟΝΑΚΙ ΣΟΥ ΠΟΣΟ ΠΟΝΑΕΙ. ΠΥΡ!
Τελικά, ακολούθησαν κι όλοι οι άνθρωποι της πρωτεύουσας.
Μέσα σε τρία δευτερόλεπτα άρχισε να κυλάει αίμα: ο δολοφόνος πετάχτηκε μπροστά με ένα ακόντιο και έσφαξε ένα φρουρό της πύλης. Πίσω του, όμως, έρχονταν αρματωμένοι πια με τη δίψα τους για αίμα, όλοι, όλοι οι άνθρωποι του πλανήτη, έτοιμοι να ρίξουν το μονάρχη που τους τυράννησε. Μπροστά τους έτρεχαν να τους σταματήσουν όλοι οι στρατιώτες του παλατιού. Όλοι ήταν έτοιμοι να σφάξουν ή να θυσιαστούν, οι στρατιώτες να υπερασπιστούν το μονάρχη που τους διέταζε κι ο λαός να αλλάξει αυτή τη σκληρή ταλαιπωρία.
Οι εξεγερμένοι ήταν πολύ περισσότεροι από τους στρατιώτες. Το χώμα άρχισε να βάφεται -προκαλώντας σοκ στον κόσμο- σκούρο πράσινο από το αίμα των στρατιωτών. Ο Επαναστάτης πρωτοστατούσε και σκότωνε τον ένα στρατιώτη μετά τον άλλο. Σπάσαν τις πύλες, μπήκαν στο παλάτι. Βρήκαν ένα μικρό στρατό να τους περιμένει κι όλοι επιτέθηκαν χωρίς δεύτερη σκέψη. Κάποιοι σκορπίστηκαν στο παλάτι ανά ομάδες και έπιασαν τους υπηρέτες και τους σοφούς του παλατιού, παίρνοντάς τους αιχμαλώτους.
Όσοι είχαν μείνει έξω έπρεπε να αντιμετωπίσουν τους στρατιώτες που ήταν διάσπαρτοι στην πόλη και τώρα έρχονταν με ιαχές καταπάνω τους. Ταυτόχρονα, ο Επαναστάτης προπορεύτηκε στη μάχη μέσα στο παλάτι και πέρασε από όλους, τρέχοντας στην αίθουσα του θρόνου. Αντίκρισε το μονάρχη που καθόταν φοβισμένος στο θρόνο, έχοντας δει την έκβαση της μάχης, έτοιμος να βάλει τα κλάματα.
Όλοι οι στρατιώτες έτρεχαν πια πανικόβλητοι, τσιρίζοντας και έχοντας χάσει τους σχηματισμούς τους, όταν ο Επαναστάτης είπε αυτά τα λόγια:
-Πιστεύεις ότι θα καταφέρεις κάτι έτσι; Έχεις εξαντλήσει κάθε φυγοπονία και απραξία και θα πληρώσεις γι’ αυτό.
-Τι… τι εννοείς;
Του ξέφυγε ένας λυγμός κι ο Επαναστάτης σήκωσε το σπαθί του.
-Σε παρακαλώ, όχι, σταμάτα! Φέρσου πολιτισμένα. Άσε το σπαθί κι έλα να μιλήσουμε. Θέλω μια ευκαιρία ακόμα! ΜΗ ΜΕ ΣΚΟΤΩΣΕΙΣ!
-Είχες την ευκαιρία σου. Είχες χρόνια βασιλείας και βδομάδες που μιλούσες. Λόγους, όμως, δεν έβγαλες, ούτε επανόρθωσες αυτόν τον καιρό που προσπαθώ να σε πείσω. Άφησες τη χώρα σου να καταστραφεί. Σφετερίστηκες το θρόνο. Σκότωσες τον πατέρα σου.
-Νομίζεις ότι τα έκανα όλα μόνος μου; Νομίζεις ότι μπορούσα να πάω κόντρα σ’ έναν τέτοιο εξωγήινο; Η εξουσία, η λήθη, τα μέσα για να σκοτώσω τον πατέρα μου, η καταστροφή της χώρας, όλα έγιναν από ένα Πλανητοπερπατητή. Τι έπρεπε να κάνω εγώ;
-Να είσαι αυτόβουλος, σαν το πατέρα σου. Οι δικαιολογίες σου είναι φτηνές κι ο Πλανητοπερπατητής δε θα έβαζε χέρι αν δεν ήσουν εσύ. Τι συνεχίζω, όμως! Εσύ δεν παίρνεις από λόγια, και λόγους δε βγάζεις. ΚΙ ΟΠΟΥ ΔΕΝ ΠΙΠΤΕΙ ΛΟΓΟΣ…
Χρατ! Το στέρνο χωρίστηκε από την κοιλιά. Χρατ-χρατ! Τα πόδια αποχωρίστηκαν το σώμα. Χρατ-χρατ-χρατ! Τα χέρια και, τέλος, το κεφάλι αποχωρίστηκαν το σώμα. Δεν κυλούσε αίμα, μόνο μαύροι καπνοί έβγαιναν μέσα από το πτώμα.
Ο μονάρχης είναι νεκρός.
Βγήκε στο μπαλκόνι και κοίταξε κάτω. Η μάχη είχε τελειώσει. Όσοι στρατιώτες επιβίωσαν, είχαν λακίσει. Δεν έβλεπε πουθενά δικό τους πτώμα.
-Είναι νεκρός!
Ζητωκραύγασαν, χοροπήδησαν και πάταξαν τα όπλα κι άρχισαν ν’ αγκαλιάζονται.
Τα καταφέρανε και ρίξανε το μονάρχη. Κράτησε την υπόσχεσή του. Όμως, δεν ήταν απόλυτα ικανοποιημένος. Ένα πράγμα ακόμα τον εκνεύριζε και αποφάσισε να δώσει την τελική του προσπάθεια. Δεν ήξερε αν έχει εξασκηθεί αρκετά γι’ αυτό. Δεν ξέρει καθόλου από μαγεία, όμως θα προσπαθήσει. Κάνει μια ευχή.
Κατέβηκε στο σημείο όπου ήταν θαμμένο το πτώμα του Βασιλιά. Ζήτησε να του κάνουν χώρο. Το ξέθαψε. Κάποιοι σοκαρίστηκαν που ξαναείδαν το πτώμα, και μερικοί επιστήμονες τρόμαξαν που υπήρχε ακόμα σάρκα, ως και δέρμα. Ήταν σίγουρο πια ότι μάγος τον σκότωσε. Ο Επαναστάτης άρχισε τις επικλήσεις και το ράντισμα του πτώματος. Κάτι συνέβη.
Ο Βασιλιάς αναστήθηκε.
-Τι συνέβη; Το τελευταίο πράγμα που θυμάμαι είναι ένα μάγο να με απειλεί, αλλά να μου λέει να βγάλω ένα λόγο… α, ναι, περί λαϊκής κυριαρχίας.
-Αυτό θα το εκλάβω ως ομολογία.
-Τι κάνεις εσύ από πάνω μου;
-Ήσουν νεκρός και σ’ ανέστησα. Ο διάδοχός σου ήταν ένας τύραννος, κατέστρεψε τη χώρα και τον σκοτώσαμε. Σε ξαναέκανα νέο για να βασιλέψεις. Ξανανέβα στο θρόνο σου και κάνε αυτό το ρημαγμένο πλανήτη να ορθοποδήσει ξανά.
-Ήμουν… τι; Και με ανέστησες; Θα αναλάβω και πάλι καθήκοντα ηγέτη, φυσικά. Πάμε στο παλάτι. Έχω ανάγκη να καθίσω. Πρέπει να μου πεις λεπτομερώς τι συμβαίνει.
Πήγαν στην τραπεζαρία του παλατιού, που ήταν πιο κοντά στην είσοδο.
-Αν κατάλαβα καλά, ήσουν ο πρωτεργάτης αυτής της επανάστασης, που, αν είδα καλά, ήταν σχεδόν όλος ο πληθυσμός του πλανήτη! Μα αυτό είναι απίστευτο. Έχεις τεράστιες ηγετικές ικανότητες. Έχω δίκιο να τα πιστεύω αυτά;
-Πρώτα έπρεπε να πάρω τη βοήθεια των λόγιων που είχαν μείνει από την εποχή σου, αλλά, ναι: κατά βάσιν, εγώ το άρχισα.
-Τότε, μπορώ να σε ανταμείψω για το καλό που μου έκανες με τον καλύτερο τρόπο. Θέλω να γίνεις αρχιστράτηγος της χώρας. Θα τα καταφέρεις πολύ καλά.
-Σ’ ευχαριστώ, βασιλιά μου, που μου προσφέρεις τέτοια ηγετική θέση. Μα, μάλλον, πρέπει να βρω τρόπο να ταξιδέψω πέρα από τον πλανήτη. Γενικά, όμως, σκέψου πως με λένε Επαναστάτη. Οι επαναστάτες δεν πρέπει να παίρνουμε πόστα μέσα στο κράτος και να γινόμαστε μέρος ή ακόμα και κεφαλή του συστήματος. Ο επαναστάτης είναι πιστός στις αρχές και τον κοινωνικό του ρόλο, κι έτσι ζει πάντα ανεξάρτητος και μαχόμενος κατά των κακώς κειμένων. Στόχος μου είναι να ανατρέψω ό,τι προκαλεί πρόβλημα στο λαό και να διορθώνω την κρατική μηχανή υπέρ του συνόλου, όχι να γίνω μέρος της. Το στόχο αυτό δε θα τον αλλάξω ποτέ. Δεν είμαι κατάλληλος για να δουλέψω για σένα.
-Μην είσαι ξεροκέφαλος. Θα γίνεις ο μεγαλύτερος αρχιστράτηγος όλων των εποχών.
-Και τι μ’ αυτό; Δε θα είμαι πια Επαναστάτης, ούτε θα έχω αρχές.
-Θα προσφέρεις στην κοινωνία.
-Θα της πάρω ένα μοναδικό στο είδος του παράδειγμα.
-Είσαι ιδανικός για τη θέση.
-Τι να το κάνω αν θα είμαι πια ψεύτικος και υπόδουλος στη φιλοδοξία;
-Και, τέλος πάντων, δε χρειάζεται να είσαι τέλειος στην ηθική σου, ούτε σε όσα είπαμε.
-Δεν πρόκειται να γίνει, βασιλιά μου. Μα τίποτα δεν είναι τέλειο. Ούτε καν το ιδανικό.
Τίποτα δεν είναι τέλειο. Ούτε καν το ιδανικό.
The End
Ο Λόγος και η Ράβδος
«Πριν από 30 περίπου χρόνια ήρθε και με βρήκε ο γιος του βασιλιά, ο σημερινός ηγέτης μας. Αυτός τότε, βέβαια, δεν ήταν γνωστός ως βασιλόπουλο, αλλά ήταν ένας διάσημος κοσμικός. Τον ήξεραν όλοι ανεξαιρέτως, δεν ξέρω πως το είχε καταφέρει. Τώρα, αν ήταν όντως ο διάδοχος, δεν είμαι σίγουρος… κανείς δεν είναι! Χαραγμένο στις μνήμες όλων μας ήταν ότι ο βασιλιάς ήταν άγαμος και άτεκνος. Όταν με βρήκε, μου ζήτησε μια δουλειά που πολλοί μου είχαν ζητήσει: δολοφονία. Χάρηκα πολύ, διότι, αν και καλός στη δουλειά μου, ήμουν άνεργος τότε και χρειαζόμουν ρευστό. Περάσαμε στις λεπτομέρειες. Μου είπε ότι ήθελε να μην τον κλάψουν και να μην αφήσω ίχνη, ούτε πάνω στο πτώμα. Αποφασίσαμε να σκοτωθεί με ξόρκι και να έχει ενοχοποιητικά στοιχεία που θα φαίνεται ότι έκλεβε από τα κρατικά ταμεία. Το μόνο δύσκολο θα ήταν να του προσάψω την ενοχή χωρίς να με καταλάβουν. Τέλος, τον ρώτησα ποιον θα σκοτώσω και μου είπε, προς έκπληξη κι αηδία μου, ότι θέλει να σκοτώσω τον πατέρα του. Κανείς άλλος δεν θα ήθελε να σκοτώσει τον ευεργέτη του Πλανήτη, μόνο αυτός. Το έκανα, αν και αποφάσισα να κάνω πρώτα κάτι ελπιδοφόρο: αποκαλύφθηκα στο βασιλιά, μίλησα μαζί του και του είπα να βγάλει ένα λόγο για να πείσει τους ανθρώπους ότι αυτοί είναι κυρίαρχοι κι όχι οι μονάρχες. Είχα, βλέπεις, καταλάβει ότι επρόκειτο για πραξικόπημα λίγο πριν τον σκοτώσω. Όπως και να ‘χει, είχα κάνει κάτι ασυγχώρητο κι από τότε δε βγήκα από το σπίτι μου, παρά μόνο για τα άκρως απαραίτητα.»
Αυτό εξηγούσε γιατί δεν υπήρχε Ιστορία στη βιβλιοθήκη του παλατιού.
-Σ’ ευχαριστώ για όσα μου είπες. Η ομολογία σου μπορεί να σε εξιλεώσει, αλλά, πάν’ από όλα, να επαναφέρει την τάξη. Βγες και πρωτοστάτησε. Θα αποκαταστήσεις το όνομά σου, την τιμή σου, τη ζωή σου.
-Ποιος είσαι και μιλάς τόσο τολμηρά;
-Λέγε με Επαναστάτη.
Και κράτησε τ’ όνομα.
Ο Επαναστάτης είχε στο μυαλό του αυτήν τη συζήτηση πάντα. Ο δολοφόνος του Βασιλιά του είχε δώσει όλες τις απαντήσεις. Ο μονάρχης είχε σκοτώσει τον πατέρα του. Και τον είχε ενοχοποιήσει για διαφθορά. Και κανείς άλλος δεν έμαθε την αλήθεια.
Όλα είχαν ξεκινήσει τόσο συγκεχυμένα, αλλά σημασία είχε πότε πήρε την κατάσταση στα χέρια του: αφού άρχισε με τη δραπέτευση από το παλάτι, στεκόταν στο ίδιο σημείο που στέκεται τώρα, έξω από το μπαλκόνι του παλατιού και εξέταζε το πτώμα του Βασιλιά.
Τότε, αμέσως μετά την εξέταση του πτώματος έψαξε για να περάσει κάπου την επόμενη νύχτα. Για πολύ καιρό μετά ήταν αναγκασμένος να βασίζεται στη φιλοξενία των άλλων. Ήταν από την πρώτη νύχτα αποφασισμένος να γυρίσει όλο τον Πλανήτη. Στο κάτω-κάτω, πώς αλλιώς θα μάθαινε για το θάνατο του προκατόχου του μονάρχη και την άνοδο του τελευταίου στο θρόνο;
Στην αρχή κοιμόταν ελάχιστα. Έπρεπε, για αρχή, να παρατηρήσει την πρωτεύουσα. Ελάχιστοι άνθρωποι ήταν έξω και ακόμα λιγότεροι είχαν όρεξη για κουβέντα, πόσο μάλλον να ανοίξουν την πόρτα του σπιτιού τους και να μπάσουν ένα μπλε άγνωστο. Οι έμποροι και οι εργαζόμενοι πρακτικά ανύπαρκτοι. Κι όμως, τα σπίτια ήταν πυκνότατα. Παρ’ όλα αυτά, όταν κατάφερνε να πιάσει συζήτηση με μερικούς ανθρώπους, λέγονταν περίπου αυτά:
-…Πώς πέθανε ο προηγούμενος βασιλιάς;
-Κανείς δεν είναι σίγουρος. Πέθανε εντελώς ξαφνικά, την ώρα που έβγαζε λόγο. Στην πραγματικότητα, τελείωσε το λόγο του, δέχτηκε το χειροκρότημα και μετά έπεσε νεκρός από το μπαλκόνι, ανεξήγητα και ξαφνικά. Άλλοι λένε ανακοπή ή έμφραγμα, άλλοι λένε απλό πέσιμο, μερικοί, επειδή στην αρχή τον λάτρευαν -πριν μάθουν την αλήθεια-, ήταν σίγουροι ότι δεν πέθανε, αλλά έκανε κάποιο ξόρκι, έγινε πνεύμα και θα επιστρέψει σε άλλο σώμα. Τέλος, κάποιοι καταστροφολόγοι είναι σίγουροι ότι δολοφονήθηκε, αλλά δεν υπάρχει καμιά απόδειξη γι’ αυτό.
-Ποια αλήθεια μαθεύτηκε δηλαδή;
-Ότι, τελικά, ήταν διεφθαρμένος. Δεν ξέρεις ότι βρέθηκαν στις τσέπες του περιουσία του κράτους και σχέδια που αποκάλυψαν σκάνδαλα;
-Ναι το ξέρω αυτό. Όμως, πενήντα χρόνια βασίλεψε και ήταν όλοι ευτυχισμένοι. Με μια στιγμή, όλοι τον μίσησαν;
-Λογικό δεν είναι; Αφού, τα σκάνδαλα θα πρέπει να τα έκανε σε όλη του τη ζωή, δηλαδή η ευτυχία μας ήταν ένα ψέμα. Ε, λοιπόν, να πάει να πνιγεί και να καίγεται αιωνίως στην κόλαση, ο προδότης!
-Και τι γίνεται με το νυν μονάρχη;
-Δε μοιάζει καθόλου με προδότη, δηλαδή με τον προκάτοχό του, άρα μας κάνει. Αν θυσιαζόμαστε, πεθαίνουν οι δικοί μας, πεινάμε και έχουμε κι άλλα προβλήματα, είναι γιατί πρέπει να επιβιώσουμε σαν κοινότητα. Είναι όλα για το καλό του συνόλου.
-Είσαι ευχαριστημένος δηλαδή;
-Χμμ… μπορώ να σου εμπιστευτώ την αλήθεια, άραγε;
-Δεν έχω καμιά σχέση με το παλάτι ή το στρατό, αν αυτό εννοείς.
-Δεν ξέρω τι να πιστέψω πια. Μα πόσες θυσίες θέλει πια αυτός ο Πλανήτης; Γιατί να γίνει η σφαγή εκείνη πριν τόσα χρόνια; Γιατί υπέγραψε τόσο εξευτελιστικούς όρους ο μονάρχης; Γιατί είναι τόσο μυστικοπαθής και δε βγαίνει από το παλάτι; Γιατί είναι καλό που δεν κάνουμε τίποτα για τα προβλήματά μας;
-Δε χρειάζεται να πιστεύεις κανένα. Τυχαίνει να γνωρίζω τα τελευταία λόγια του Βασιλιά. Στηρίξου στο λαό κι όχι στους εξουσιαστές. Σκέψου λίγο αυτό, αλλά και το λόγο του Βασιλιά.
-Δε ντρέπεσαι να υποστηρίζεις ένα προδότη; Χάσου από τα μάτια μου, άθλιε νεανία!
Σύντομα, κατάλαβε ότι οι άνθρωποι της πρωτεύουσας είχαν περίπου όλοι τέτοια γνώμη και δε θα τον δέχονταν για πολύ ακόμα. Άλλωστε είχε ακούσει όσα χρειαζόταν. Έτσι, έφυγε από την πρωτεύουσα, διερωτώμενος που θα πάει και τι θα βρει.
Έχοντας βρει επιτέλους κάποιο μόνιμο μεταφορικό μέσο -στην πρωτεύουσα ήταν!-, ταξίδευε γρήγορα από πόλη σε χωριό και τούμπαλιν. Σιγά-σιγά γνώρισε τον κόσμο, άρχισε να κάνει τη θεωρία πράξη, έβρισκε πληροφορίες, έψαχνε κάποιον πιο σίγουρο για τα σκοτεινά σημεία του θανάτου του Βασιλιά. Συμπλήρωσε στο τελευταίο του κενό, την Ιστορία. Έμαθε, έκανε, απέκτησε, έζησε.
Το πρώτο πράγμα που συνειδητοποίησε ήταν ότι στα περίχωρα η κατάσταση ήταν λίγο καλύτερη από της πρωτεύουσας. Οι άνθρωποι ήταν λίγο πιο φιλόξενοι. Μπόρεσε ακόμα και να φιλοξενηθεί σε κάποια σπίτια, να κοιμηθεί, να φάει, ακόμα και να εγκατασταθεί για λίγο και να κάνει κάποια δουλειά, δική του ή των άλλων για να ξεπληρώσει το χρέος της φιλοξενίας.
Η πρώτη θεωρία που χρειάστηκε ήταν αυτή των πολεμικών τεχνών. Στην πρώτη πόλη που συνάντησε έχοντας φύγει από την πρωτεύουσα, έμεινε κοντά σε ένα οπλοστάσιο. Αποφάσισε να δουλέψει για λίγο εκεί. Το πρώτο που προσπάθησε να κάνει ήταν να ψαρέψει τους οικοδεσπότες του, το αφεντικό του, αλλά και όσους περισσότερους άλλους μπορούσε για να μάθει αν έλεγαν τα ίδια με τους ανθρώπους της πρωτεύουσας για το Βασιλιά και το μονάρχη. Έλεγαν τα ίδια. Φαινόταν πως ο Βασιλιάς είχε χάσει όλους τους πιστούς του. Όμως, έμαθε κοντά στο αφεντικό του ότι και ο πιο φιλήσυχος πρέπει να είναι ετοιμοπόλεμος. Κι έτσι, αμείφθηκε για τη δουλειά του με το σπαθί -πρώτης ποιότητας, γιατί αποδείχθηκε δραστήριος και εργατικός- που τώρα κρατά και το τίμησε δεόντως με επιτυχείς μάχες. Δεν είχε ποτέ άλλο όπλο και αυτό το σπαθί είναι πια αναπόσπαστο κομμάτι του εαυτού του.
Μετά ευχαρίστησε το αφεντικό του και τους οικοδεσπότες. Την επόμενη έφυγε.
Κάποτε σε μια άλλη πόλη, συνάντησε ανθρώπους που είχαν προλάβει την εποχή του Βασιλιά, όταν αυτός έστελνε τους σοφούς να βοηθήσουν τον κόσμο. Μέσα από τη συζήτηση με τους ανθρώπους αυτούς, είχε συνειδητοποιήσει πόσο προσέφεραν οι σοφοί και πόσο δεν καταλαβαίνουν οι άνθρωποι ότι δεν είναι σωστό όλοι οι σοφοί να μένουν στο παλάτι, όπως όρισε ο μονάρχης. Ήταν πια λογικό το ότι ο μονάρχης ήταν ακόμα στην εξουσία. Τότε αναρωτήθηκε για πρώτη φορά πώς μπορεί να μεταπείσει τον κόσμο και να τον κάνει να καταλάβει ότι η αμάθεια κι η απραξία δεν είναι ποτέ σωστά. Τέλος, δεν άλλαξε κάτι για το θέμα του Βασιλιά. Αλλά τώρα πια ρωτούσε περισσότερο για πληροφορίες: μήπως κάποιος είχε παραπάνω στοιχεία. Ήταν λογικό να υπάρχει έστω ένας -δηλαδή ο υπαίτιος- που να ξέρει τι είχε πραγματικά συμβεί.
Πώς θα τον έβρισκε; Έψαχνε σε όσες περισσότερες πόλεις μπορούσε. Μέχρι να το κάνει αυτό, είχε συναντήσει πρώην επιστήμονες, στρατιωτικούς, λογοτέχνες κι άλλους σοφούς, που πλέον είχαν σταματήσει να πιστεύουν στις ικανότητές τους. Αυτοί θα γίνονταν χρήσιμοι αν αφυπνίζονταν από την ηττοπάθειά τους. Είχε, όμως συναντήσει και ξενόφοβους, που, δηλαδή, τον δίωκαν επειδή ήταν άλλου χρώματος. Χρειάστηκε διπλωματία και λογική για να επιβιώσει από τις διαθέσεις τους. Τόσο οι μεν, όσο και οι δε έπρεπε να αλλάξουν. Και το ερώτημα δεν είχε απαντηθεί ακόμη. Τόσο οι μεν, όσο και οι δε είχαν λόγους να μην πουν τίποτα.
Του πήρε, λοιπόν, χρόνια να βρει το δολοφόνο. Έμενε σε ένα απομονωμένο χωριό, στην κορυφή ενός ψηλού βουνού. Έφτασε σ’ αυτό το χωριό μόνο γιατί του είπαν ότι είναι τόπος καταγωγής σπουδαίων μάγων, λόγω της τοποθεσίας. Υποψιαζόταν από καιρό ότι μπορεί να έχει δολοφονηθεί από μάγο ο Βασιλιάς. Όμως πώς θα έβρισκε το δολοφόνο του χωριού, αν υπήρχε; Αποφάσισε να κάνει τις γνωστές ερωτήσεις, οπότε:
“Υπάρχει κάποιος εδώ που ισχυρίζεται ότι ξέρει πώς πέθανε ο Βασιλιάς. Δεν τον πιστεύει κανείς… Μην τον πιστέψεις ούτε εσύ, καλύτερα. Είναι μισότρελος. Δε βγαίνει σχεδόν ποτέ από το σπίτι του και μένει στις παρυφές του χωριού.”
Αποφάσισε να τον βρει. Από μικρό κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια… λες; Έτσι άκουσε το λόγο του δολοφόνου, αφού τον βεβαίωσε ότι δεν τον θεωρεί τρελό, ούτε σκόπευε να του κάνει τίποτα κακό. Στην πραγματικότητα, χρειάστηκε να του αποκαλύψει ότι ήταν στο παλάτι και αποστάτησε, ότι έκανε αυτή τη μεγάλη έρευνα. Μάλιστα, κέρδισε την εμπιστοσύνη του και αποφάσισε να του δώσει μια ώθηση:
-Όταν έρθει η ώρα να αρχίσει η επανάσταση, θα έρθω ξανά στο χωριό να σε φέρω στην πρωτεύουσα. Μετά από αυτά που άκουσα, ένα σου λέω: θα ρίξω το μονάρχη.
-Μιλάς εν βρασμώ ψυχής. Ο μονάρχης έχει φροντίσει να μυήσει τον κόσμο στη στασιμότητα. Δεν πρόκειται να σε ακολουθήσει κανείς, στην περίπτωση που ονειρεύεσαι εξέγερση.
-Μην κάνεις σαν λύκος.
Από τότε ορκίστηκε να τιμωρήσει το μονάρχη, αλλά και είπε σε πολλούς άλλους ότι θα τους πάρει στην πρωτεύουσα. Συνέχισε το ταξίδι για να γνωρίσει τον πλανήτη και να μάθει. Άρχισε να διαδίδει όσα έμαθε. Όμως, λίγοι τον πίστεψαν. Δεν τολμούσαν να πιστέψουν ότι ο μονάρχης ήταν διεφθαρμένος, ούτε ότι υπήρχε τέτοια παρασκηνιακή δράση. Έπειτα, συνέχισε τις προσπάθειες του δολοφόνου και του Βασιλιά να πάρει ο λαός την κατάσταση στα χέρια του. Αποτυχία; Δεν ήταν σίγουρος. Αλλού κατάλαβαν τι ήθελε να πει κι εμπνέονταν και αναθεωρούσαν όσα πίστευαν και άκουγαν από τους κυβερνώντες, κι αλλού επέμεναν ότι η ιστορία που τους έλεγε ήταν υπερβολική. Ενίοτε, δεν τον άκουγαν. Τότε, αναγνωρίζοντας το εχθρικό κλίμα, έκανε μια μικρή επίδειξη, νικώντας πάντα τον καλύτερο ξιφομάχο του τόπου. Είχε αποκτήσει μεγάλες ικανότητες στο χειρισμό, κυρίως χάρη στις μάχες που έδινε καθ’ οδόν για τις πόλεις που επισκεπτόταν.
10 χρόνια αφ’ ότου ξεκίνησε, έφτασε και στην πόλη όπου έλεγαν ότι ο μονάρχης είχε το εξοχικό του. Το είδε μόνον απ έξω: ένα κτήριο αρκετά μεγάλο και πολυτελές, μα τώρα άδειο. Τα πάντα έμοιαζαν ακριβά και ποιοτικά, εκτός από ένα κατσιασμένο, κοντό αμπέλι στη νοτιοανατολική άκρη του κήπου.
Την πρώτη φορά που πέρασε έξω από το εξοχικό, είδε ένα γέρο με μια τσάπα στον ώμο να περνά. Μα δεν ασχολήθηκε μαζί του, παρά έκατσε έξω από το κτήριο και άρχισε να πιάνει κουβέντα με τους περαστικούς, λέγοντας για τη δολοφονία του Βασιλιά. Ο γέρος πέρασε 5 φορές από εκεί και τον άκουγε από ώρα, όταν κατάλαβε για τι μιλούσε και αποφάσισε να πάει να μιλήσει στον Επαναστάτη:
-Ο Βασιλιάς μας πρόδωσε όλους. Τι πράγματα είναι αυτά που λες; Και μάλιστα εδώ!
-Κουφός είσαι; Τόση ώρα λέω ότι βγήκαν νέες μαρτυρίες στην επιφάνεια. Τι είναι εδώ;
-Εδώ ζουν πολλοί άνθρωποι που κάποτε ζούσαν ή εργοδοτούνταν από το παλάτι, την εποχή του Βασιλιά σου! Όταν έρχεται στο εξοχικό ο μονάρχης, δουλεύουμε γι’ αυτόν και πληρωνόμαστε καλά, χρόνια τώρα.
-Μισό λεπτό. Αυτό σημαίνει ότι ζουν πολλοί πρώην σοφοί εδώ;
Είχε ξεχάσει τελείως τους σοφούς για λίγο. Λάθος του.
-Να, εγώ είμαι πρώην καθηγητής μαγείας του παλατιού.
-Χμ… εσύ δεν μπορείς να με βοηθήσεις άμεσα. Δεν είμαι καλός στη μαγεία. Όμως, που μπορώ να βρω πολλούς πρώην σοφούς;
-Αν ζητάς συμβουλές και βοήθεια, αυτοί δεν πρόκειται να δώσουν δεκάρα. Μα θα τους βρεις σ’ εκείνο εκεί το μαγαζί κάθε μεσημέρι.
-Ντάλα ο ήλιος είναι τώρα!
-Κι εγώ εκεί πάω.
-Άρα, θα τους βρω τώρα;
-Πάμε.
Το μαγαζί αυτό φαίνεται να υπήρχε μόνο για να υπηρετήσει αγρότες: σέρβιρε ότι ήταν φτηνό. Άλλοι ρεβυθόζουμο κι άλλοι σούπα στο τραπέζι.
-Ωραία. Είναι πολλοί. Θα αρχίσω.
-Θες να φας ξύλο άνθρωπέ μου, μια και δεν έφαγες πόρτα;
-Τότε σύστησέ με.
Να φάει ξύλο; Τόσο πολύ νιώθουν προδομένοι; Άραγε είναι ακόμη σοφοί;
-Γεια χαρά, παιδιά!... Έ, μ’ ακούτε λίγο;… Ακούστε. Αυτός ο νέος έχει να μας πει κάτι και θέλει να τον ακούσουμε όλοι. Αφορά ένα δυσάρεστο θέμα, αλλά υποθέτω ότι δε χάνουμε τίποτε να τον ακούσουμε. Δε θα σας αρέσουν όσα έχει να πει μάλ…
-Μην τους προϊδεάζεις, παπατρέχα! Ποτέ δεν ξέρεις. Θα με ακούσετε;
Κάποια κεφάλια έγνεψαν καταφατικά. Άλλοι περίμεναν.
-Θα σας μιλήσω για το Βασιλιά. Όλοι πιστεύετε ότι όλη του τη ζωή σας έκλεβε και μετά το θάνατό του βγήκαν τα σκάνδαλα στην επιφάνεια. Δεν ξέρετε, αλλά ούτε σας ενδιαφέρει πώς πέθανε. Μόνο θεωρήσατε ό,τι ίσχυε στην εποχή του λάθος. Εγώ σας λέω ότι εξυφάνθηκε συνωμοσία εναντίον του Βασιλιά και ότι τα σκάνδαλα βρέθηκαν εκεί για να μην τον κλάψετε! Για να μην πιστεύετε σ’ αυτόν ή στους εαυτούς σας!
-Άλλος ένας ηλίθιος…
-Το σκέφτηκες πολύ για να το πεις αυτό;
-Μας δουλεύεις ή στ’ αλήθεια πιστεύεις τέτοια ίντριγκα;
-Μήπως ήταν κι υπνωτισμένος ο Βασιλιάς και θα ξυπνήσει στις 12 το βράδυ;
-Θ’ ακούσουμε ένα νεαρό, μπλε σαν εξωγήινο; Και τι μάτια είν’ αυτά, μωβ; Άσε το μαλλί το κόκκινο. Τι είσαι, ρε;
-Τον κακό σου τον καιρό εσένα, που θα με ρωτήσεις τι είμαι! Αυτός που θα σ’ ανοίξει τα μάτια είμαι, τυφλέ! Ξέρω πολύ καλά τι λέω και το σκέφτηκα αρκετά. Έχω στοιχεία και πληροφορίες που δείχνουν ότι έτσι έγινε.
-Σιγά και τα στοιχεία που έχεις. Πού είναι;
-Πληροφορίες; Από άλλο κόσμο είσαι;
-Λέγετέ με Επαναστάτη.
-Αποκλείεται να έγινε έτσι. Και ποιοι έκαναν τη συνωμοσία; Ο Βασιλιάς ήταν μέσα στο παλάτι όταν πέθανε. Θα το ήξερα, μέχρι και που πέθανε, μέσα ήμουν! Ποιος ήθελε το θάνατο του Βασιλιά μέσα από το παλάτι;
-…Ο γιος του.
-ΤΙ ΠΡΑΓΜΑ;
-ΕΙΣΑΙ ΤΡΕΛΟΣ;
-ΠΩΣ ******;
-Δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση. Πρώτον, ο μονάρχης μεγάλωσε μακριά από τον πατέρα του, γιατί ήταν γνωστός ως ένας άσχετος με το παλάτι κοσμικός. Δεύτερον, δεν υπάρχει κίνητρο, διότι ο μονάρχης είπε ότι δεν τον ευχαριστούσε η εξουσία και γι αυτό ήταν μακριά από όλα αυτά. Τρίτον, δεν πιστεύω ότι θα σκότωνε τόσο εύκολα τον πατέρα του. Ξέχνα το, λοιπόν.
-Έτσι σκέφτονται όλοι σε όσα μέρη πήγα. Όμως, κι εγώ μέσα από το παλάτι είμαι. Δραπέτευσα γιατί διαφωνούσα με το μονάρχη. Και μετά έμαθα αυτά που σας είπα. Οι περιγραφές ταίριαζαν στον άνθρωπο που γνώρισα.
-Είσαι κι εσύ από μέσα;
-Ναι. Τι δουλειά έκανες όταν δούλευες στο παλάτι;
-Ήμουν καθηγητής Πολιτικής και Ρητορείας.
-Μάλιστα… Εσύ είσαι από αυτούς που μπορούν να βοηθήσουν.
Οι άλλοι επέστρεψαν βιαστικά στα τραπέζια τους και τις παρέες τους. Ο καθηγητής Πολιτικής έκανε να φύγει, αλλά ο Επαναστάτης τον σταμάτησε.
-Δεν άκουσες τι σου είπα;
-Άκου, νεαρέ: με άκουσες και τι σου είπα πριν. Τα γεγονότα δείχνουν ότι ο Βασιλιάς ήταν προδότης και δεν ήθελε το καλό της χώρας. Άρα κι εμείς, που ήμαστε οι καλλιεργημένοι τις εποχής του, διαποτιστήκαμε από ψεύτικες ιδέες. Δε μπορεί να σε βοηθήσει κανείς από εμάς.
-Γιατί δε με πιστεύετε απλώς; Υπάρχει ένα ερωτηματικό στη δική σας εκδοχή: κανείς δεν ξέρει πώς πέθανε ο Βασιλιάς. Εγώ σου λέω ότι έχω γνωρίσει το δολοφόνο και έχει ομολογήσει. Μου είπε όλη τη συμφωνία που έκαναν με το μονάρχη, ενώ ήθελαν όντως να τον ενοχοποιήσουν για να πεθάνει άκλαυτος.
-Πώς είσαι σίγουρος ότι ήταν φόνος; Δεν είχε σημάδια πάνω του ο Βασιλιάς. Και που ξέρεις ότι αυτός ξέρει τι λέει;
-Στο τέλος της ομολογίας του, είπε κάτι παράξενο: ο ίδιος ένιωθε ενοχές και αποκαλύφθηκε στο Βασιλιά για να του πει να βγάλει το γνωστό τελευταίο του λόγο, όπου μιλούσε για τη λαϊκή κυριαρχία και τους βασιλείς που είναι υπηρέτες του λαού.
-…Αυτό κάνει την ιστορία σου ακόμα πιο απίστευτη. Μα, έχει κάποια λογική. Δεν αναρωτιέσαι, όμως, το βασικότερο, γιατί να το κάνει αυτό ο μονάρχης;
-Για να πάρει την εξουσία; Να αυξήσει τα πλούτη του, κι ας ήταν ήδη πολλά; Επίσης, βάζω στοίχημα ότι τα σκάνδαλα και οι ληστείες που χρεώθηκαν στο Βασιλιά είχαν γίνει από το μονάρχη. Σκέψου το έτσι: ότι έγιναν ληστείες από τα ταμεία του κράτους, το ξέρουμε. Αν δεν κάνω λάθος, τα ταμεία άδειασαν μυστηριωδώς. Ότι, το βασιλόπουλο, πριν γίνει μονάρχης, ήταν πλούσιος κοσμικός, κι αυτό το ξέρουμε. Δεν ξέρουμε, όμως, πώς πλούτισε. Άρα;
-Σ’ αυτά έχεις δίκιο. Δε μπορείς να είσαι σίγουρος, όμως. Ας πούμε ότι σε πίστεψα. Τι έπεται;
-Αναλογίσου κι αυτό: τελικά, ο τελευταίος λόγος του Βασιλιά ήταν αδιαμφισβήτητα σωστός. Εσύ, ειδικά, το ξέρεις. Αυτά, λοιπόν, σημαίνουν ότι ο Βασιλιάς αθωώνεται. Είστε, τελικά, όλοι σας λόγιοι. Και, για μένα, είστε, μαζί μου, και οι πρωτεργάτες μιας εξέγερσης εναντίον του παλατιού!
-…Ορίστε;
-Θα ρίξουμε το μονάρχη. Όμως χρειάζομαι τη βοήθειά σας για να αφυπνίσω τον κόσμο. Όταν η εξέγερση γίνει καθολική, τότε θα πετύχουμε.
-…Αν είναι έτσι, τότε να αρχίσουμε από σένα. Μπορεί να έχεις δίκιο, αλλά να μιλάς δεν ξέρεις. Ένα πράγμα είναι σίγουρο, δε μας το έφερες σωστά. Θα σε μάθω να πολιτεύεσαι και να μιλάς, και μετά όλα θα γίνουν, κι ας είσαι διαφορετικός. Θα μιλήσω για σένα στους συναδέλφους. Πρέπει να φρεσκάρουμε τις γνώσεις μας κιόλας.
Έτσι ξεκίνησαν. Ο καθηγητής Πολιτικής έπεισε τους άλλους σοφούς να βοηθήσουν τον Επαναστάτη. Όλη εκείνη η πόλη πείστηκε και αποτέλεσε τον πυρήνα μιας διαδήλωσης που μεγάλωνε και κανείς δεν μπορούσε να τη σταματήσει, καθώς χάριζαν τη ζωή σε όσους στρατιώτες και έμπιστους του παλατιού συναντούσαν με αντάλλαγμα να κρατήσουν το στόμα τους κλειστό.
Παρέα με όλον αυτόν τον κόσμο, ο Επαναστάτης επισκέφθηκε τα υπόλοιπα μέρη του Πλανήτη, έχοντας πια την ικανότητα να πείσει. Μάλιστα, τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά. Ενίοτε, πάθιαζε και ξεσήκωνε ολόκληρα χωριά, μόνος του και χωρίς εξαιρέσεις. Αλλά παντού ήταν πολλοί αυτοί που τους ακολουθούσαν. Οι άνθρωποι πείθονταν ότι ο μονάρχης πρέπει να πέσει. Κι όσοι είχαν τη θέληση, συμμετείχαν. Επίσης, πείθονταν να βοηθήσουν σχεδόν όλοι οι πρώην σοφοί που συναντούσαν
Έπρεπε και να πάει να βρει το δολοφόνο. Τον βρήκε στο χωριό που τον άφησε, και του είπε μόλις τον είδε:
-Πιστεύεις ακόμα ότι δεν θα με ακολουθήσει κανείς;
Ο δολοφόνος δε χρειάστηκε δεύτερη κουβέντα. Τεράστιες προσπάθειες χρειάστηκαν, όμως, για το υπόλοιπο χωριό, που θεωρούσε τρελό το δολοφόνο. Το συγκεκριμένο χωριό ήταν χρήσιμο, μια και τόσοι μάγοι θα ήταν ισχυρή δύναμη.
Ένα δύσκολο θέμα, όμως, προς εξήγηση ήταν η αποδοχή του δολοφόνου. Ο Επαναστάτης τον ήθελε να πρωτοστατήσει για να αποκατασταθεί το όνομά του, όμως έπρεπε να αποβάλει την ενοχή που του προσέδιδαν οι άλλοι. Έχοντας κερδίσει την εμπιστοσύνη αυτού του λαού, αλλά και με τη βοήθεια των επιστημόνων, στάθηκε ο ίδιος εγγυητής ότι θα πολεμήσει πρώτος ο δολοφόνος για το λαό αυτό.
Ήταν προγραμματισμένο η πορεία τους να λήξει στην πρωτεύουσα. Πέρασαν κι από όλα τα μέρη που είχε ξαναπεράσει ο Επαναστάτης. Πώς τους έπειθαν; Αφού φώναζαν συνθήματα ερχόμενοι, για να μην αιφνιδιάσουν τους ανθρώπους, άρχιζαν να εξηγούν:
-Ο μονάρχης σκότωσε το Βασιλιά. Ο πληρωμένος δολοφόνος ομολόγησε. Ελάτε μαζί μας!
-Εγώ είμαι ο δολοφόνος. Μετανιώνω για όσα έκανα. Και θα τιμωρήσω τον εργοδότη μου.
-Η εξέγερση άρχισε. Μία-μία οι πόλεις δίνουν τους πληθυσμούς τους για την κυριαρχία του λαού. Ο μονάρχης πρέπει να πεθάνει! Θα πάμε μαζί στην πρωτεύουσα;
Και με τα λόγια και τις εξηγήσεις, πολλοί πήγαιναν.
Πόλη με την πόλη, χωριό με το χωριό, ο λαός έγινε λαοθάλασσα. Όλο και περισσότεροι έρχονταν στη διαδήλωση αυτή. Πολλοί είχαν εξασφαλίσει και εξοπλισμό, ενώ χρειάστηκε να προνοήσουν για τα απαραίτητα: τροφή, νερό και σκηνές, αν και τα δάση του πλανήτη ήταν αρκετά πρόσφορα. Έπρεπε να είναι πανέτοιμοι για την άφιξή τους στην πρωτεύουσα.
Οι προετοιμασίες συνεχίζονταν. Οργάνωσαν το πώς θα μιλήσουν στο μονάρχη. Ο Επαναστάτης λίγο πριν φτάσουν στην πρωτεύουσα, ενόσω ήταν στη σκηνή του, μίλησε μόνο με τον καθηγητή Μαγείας που είχε συναντήσει στην πόλη με τους λόγιους. Τέλος, τη νύχτα πριν φτάσουν στην πρωτεύουσα, ο Επαναστάτης έκανε την τελευταία προετοιμασία, βγάζοντας τον πρώτο του λόγο στους ανθρώπους:
«Ξέρω ότι όλοι σας έχετε δηλώσει και θέλετε να σκοτώσετε το μονάρχη, με κάθε κόστος. Ξέρω ότι δε θα σας σταματήσει σχεδόν τίποτα. Μα δε θέλουμε να σκοτώσουμε άλλους ανθρώπους. Θέλουμε να ευημερήσει ξανά αυτή η χώρα, με τους ανθρώπους της. Γι’ αυτό, θέλω να σας ζητήσω να μην επιτεθούμε αμέσως. Πρέπει οι πολίτες της πρωτεύουσας να έχουν κι αυτοί την ευκαιρία να πειστούν. Όλος ο λαός πρέπει να έχει ευκαιρία. Μπορούμε να το κάνουμε αυτό; Μπορούμε να ενωθούμε όλοι;»
Μπόρεσαν.
Την επόμενη μέρα έφτασαν μέσα στην πρωτεύουσα. Μπήκαν αμίλητοι, τραβώντας την προσοχή του κόσμου, και άρχισαν μια πορεία προς το μπαλκόνι του παλατιού.
Όλα αυτά θυμόταν. Έτσι έφτασε ως εδώ ο Επαναστάτης και στέκεται τώρα έξω από το μπαλκόνι του παλατιού. Περιμένει το μονάρχη να βγει στο μπαλκόνι και να μιλήσει μαζί τους. Οι στρατιώτες των πυλών τους είδαν, έχει ειδοποιηθεί.
Ο μονάρχης βγήκε έκπληκτος. Κανείς στο παλάτι δεν είχε καταλάβει τι συνέβαινε. Ο μονάρχης, όμως, ήρεμος τώρα, αν και θλιμμένος, άρχισε:
-Είστε εδώ γιατί θέλετε κάτι; Τι κάνετε εδώ; Μήπως γίνεται κάποια γιορτή που δεν έχω υπ’ όψη μου;
Πρώτος μίλησε κάποιος σοφός και τον διαδέχτηκαν οι υπόλοιποι.
-Αυτό που θα συμβεί, γιορτή δε θα ‘ναι. Έχουμε έρθει ως εδώ, πρώτα για να σας ρωτήσουμε κάτι.
-Πφφφ… σας ακούω.
-Πώς γίνατε αρχηγός μας;
-Πέθανε ο πατέρας μου και τον διαδέχτηκα. Είχε κάνει άσωτη ζωή και έκλεψε το κράτος, οπότε προσπάθησα να μην παραδειγματιστώ από αυτόν.
-Πώς πέθανε ο πατέρας σας;
-…Εμ, πού να ξέρω; Λογικά, σκόνταψε κι έπεσε.
Το λόγο πήρε ο δολοφόνος.
-Μπαρούφες λέει! Δε με θυμάσαι, αλήτη; Μου φόρτωσες το μεγαλύτερο αμάρτημα στη χώρα! Αλλά, έχει ο καιρός γυρίσματα! Θα δεις τι θα σου κάνω ρε!
-Σε θυμάμαι. Αλλά, εκτός του ότι αυθαδιάζεις, λες μπαρούφες ο ίδιος. Η δουλειά που σου ανέθεσα ήταν φυσιολογική: ήθελα να μου προσέχεις το σπίτι, όταν θα έλειπα ταξίδι, πριν διαδεχτώ τον πατέρα μου.
-Τι λες, ρε ξεδιάντροπε! ΜΟΥ ΕΙΠΕΣ ΝΑ ΣΚΟΤΩΣΩ ΤΟ ΒΑΣΙΛΙΑ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗ ΤΟΝ ΚΛΑΨΕΙ ΚΑΝΕΙΣ! Κόψε τις υπεκφυγές ΤΩΡΑ!
-Μου λες ότι πλήρωσα άνθρωπο να σκοτώσει τον πατέρα μου; Είσαι παρανοϊκός;
-Όχι! Είμαι μάρτυρας. ΜΑΡΤΥΡΑΣ!
Τέλος, μίλησε ο Επαναστάτης.
-Άκου, λαμόγιο! Εμείς πια ξέρουμε την αλήθεια. Ο δολοφόνος -ο άνθρωπος που σου μίλησε- ομολόγησε σε μένα κι εγώ το διέδωσα παντού. Όλος ο λαός, παραπάνω από αυτούς που είναι εδώ τώρα, θα ξεσηκωθούν! Θα πεθάνεις, αν δεν κάνεις κάτι.
«Προειδοποίηση είναι αυτή; Τέλος πάντων, νομίζω ότι κατάλαβα τι συμβαίνει. Εγώ θα σας πω αυτό: όλοι εσείς εδώ ακούσατε έναν άνθρωπο που βασίζεται σε μια ομολογία. Πρέπει να τον έχω ξαναδεί κι εγώ ο ίδιος. Μα, θα πιστέψετε ένα μπλε άγνωστο, με μωβ μάτια και κόκκινα μαλλιά, ένα ον που διαφέρει τόσο πολύ από εμάς; Δεν είναι ένας από εσάς αυτός. Εγώ είμαι ο μονάρχης σας. Θα πιστέψετε τον ξένο που ήρθε στη ζωή σας από το πουθενά, ή εμένα, τον αρχηγό σας;»
-ΘΑ ΣΕ ΣΚΟΤΩΣΩ Ο ΙΔΙΟΣ, ΛΑΟΠΛΑΝΕ!
Άνθρωποι της πρωτεύουσας είχαν συγκεντρωθεί γύρω τους και τώρα έφευγαν πεπεισμένοι ότι είχε γίνει ένα λάθος. Η λαοθάλασσα χαλάρωσε κι άρχισε να διαλύεται. Έμειναν λιγότεροι από τους μισούς. Οι υπόλοιποι έφυγαν απογοητευμένοι.
Ο Επαναστάτης έπεισε τον κόσμο να μείνει λίγες μέρες ακόμα στην πρωτεύουσα. Αφού είχαν φτάσει ως εδώ, δεν έπρεπε να κάνουν τόσο εύκολα πίσω.
Το ίδιο βράδυ ο Επαναστάτης μίλησε με ένα στρατηγό. Έπρεπε να πάρει γνώμες για το πώς θα συνεχίσουν. Πρώτα έπρεπε να πείσουν τον κόσμο που τους ακολούθησε να μη λακίσουν και να αγωνιστούν όπως υποσχέθηκαν. Όμως, το επόμενο βήμα ήταν να μεταπείσουν τους ανθρώπους της πρωτεύουσας, που, κοντά στο μονάρχη, είχαν επηρεαστεί περισσότερο απ’ όλους. Πιθανότατα είχαν να κάνουν με μαγεία.
Τις επόμενες εβδομάδες μιλούσαν στους ανθρώπους της πρωτεύουσας, όσο οι τελευταίοι τους καταδέχονταν. Προσπαθούσαν να τους πείσουν, όχι τόσο ότι έλεγαν την αλήθεια, όσο ότι πρέπει να γίνουν πιο δραστική δύναμη. Ο Επαναστάτης δεν ανέλαβε προσωπικά το ζήτημα. Προετοιμαζόταν για την περίπτωση να κινητοποιηθούν στρατιώτες εναντίον τους. Τελειοποιούσε την πολεμική του ικανότητα, κατέστρωνε τα σχέδιά τους, με όση βοήθεια χρειαζόταν, μα περισσότερο προετοιμαζόταν για την επόμενη συνάντησή του με το μονάρχη.
Αναρωτήθηκε κάποια στιγμή μήπως έμοιαζε τελικά στο μονάρχη, αφού ήθελε να σκοτώσει τον πατέρα του. Μετά, όμως θυμήθηκε πως ο πατέρας αυτός ήταν θετός, πως ο άνθρωπος αυτός ήταν καταστροφή για τον πλανήτη και εξοργίστηκε που ο μονάρχης δεν είχε αναγνωρίσει το γιο του. Μετά τις πρώτες ημέρες, περνούσε τακτικά απ’ έξω από το παλάτι και προσπαθούσε να παραβγεί το μονάρχη στην πειθώ, έχοντας τον κόσμο να τους ακούει.
Είχαν με το μέρος τους όλους τους λόγιους του πλανήτη, πλην βέβαια αυτούς της πρωτεύουσας, και ήξεραν πώς θα πείσουν τον κόσμο ότι έχουν δίκιο, αλλά και ότι μπορούν να ανατρέψουν το μονάρχη. Οι δε σοφοί της πρωτεύουσας πείθονταν μέρα με τη μέρα. Μετά από λίγο καιρό όμως, όλος αυτός ο λαός που δεν είχε κάπου να μείνει, πέρα από αντίσκηνα, άρχισε να αγριεύει και να ανυπομονεί να περάσει σε ανοικτή σύρραξη και να τελειώσουν όλα, αφού τα πράγματα είχαν μείνει καιρό στάσιμα. Η παραγωγή της χώρας είχε σταματήσει κι όλοι αυτοί ήταν πρακτικά άστεγοι και ξενιτεμένοι. Ταυτόχρονα, οι άνθρωποι της πρωτεύουσας χρειάζονταν χρόνο για να πειστούν όλοι.
Μια μέρα, όμως, όταν ήταν κάποιοι έτοιμοι να γυρίσουν στα σπίτια τους, πληθυσμοί από όλη τη χώρα έφτασαν στην πρωτεύουσα. Όσοι δεν είχαν έρθει μαζί τους εξ αρχής, έφτασαν, ελπίζοντας πως δεν άργησαν για να συμμετέχουν. Έτσι, ο λαός ανεφοδιάστηκε και πείστηκε, χάρη σε φίλους και συγγενείς, να μείνει
Έχοντας, όμως, πλέον, πρόβλημα χρόνου, την επόμενη μέρα, ο Επαναστάτης πυροδότησε τη μάχη με μια λογομαχία με το μονάρχη, την οποία είχε καλέσει να παρακολουθήσουν, οπλισμένοι πια, όσοι είχαν έρθει μαζί του από όλη τη χώρα.
Και έτσι εφαρμόστηκε η εξέγερση.
-Πάλι εσύ εδώ; Μ’ έχεις κάνει να βγω στο μπαλκόνι περισσότερες φορές από όσες έχω βγει τα τελευταία 30 χρόνια! Δε με λυπάσαι, μεσήλικα άνθρωπο;
-Δε βγαίνεις να μιλήσεις στο λαό σου, ε; Τεμπελχανά! Δε σε νοιάζει τίποτα! Το μόνο που σε νοιάζει είναι να έχεις ένα θρόνο! ΠΑΡΤΑΚΙΑ, ΑΔΙΣΤΑΚΤΕ, ΗΛΙΘΙΟ ΜΑΤΑΙΟΔΟΞΟ ΖΩΟΝ!
-Βρίζεις το μονάρχη; Δε ντρέπεσαι καθόλου; Λίγη ευγένεια δε βλάπτει!
-Θα σε βρίζω και θα σε καντηλώνω, σφετεριστή!
-Το έχουμε πει χίλιες φορές και με πληγώνεις που συνεχίζεις: δε θα σκότωνα ποτέ τον πατέρα μου.
-Σε πληγώνω, ε; Θες να μάθεις, εγωπαθέστατη ψωνάρα, ποιος πονάει περισσότερο; Οι άνθρωποι που πεινάνε, κι όμως δουλεύουν! Που πέθαναν στην πείνα από τις χαζομάρες σου! Ο πατέρας σου, αν σ’ έβλεπε τώρα, θα βογκούσε από τον πόνο! Περισσότερο απ’ όλους, όμως, πονάει ο δολοφόνος, που τον έβαλες να κάνει κάτι τόσο αισχρό! Κατέστρεψες και θα τιμωρηθείς! ΚΙ Ο ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ ΗΡΘΕ Η ΩΡΑ ΝΑ ΔΕΙΞΕΙ Σ’ ΕΝΑ ΠΙΟΝΑΚΙ ΣΟΥ ΠΟΣΟ ΠΟΝΑΕΙ. ΠΥΡ!
Τελικά, ακολούθησαν κι όλοι οι άνθρωποι της πρωτεύουσας.
Μέσα σε τρία δευτερόλεπτα άρχισε να κυλάει αίμα: ο δολοφόνος πετάχτηκε μπροστά με ένα ακόντιο και έσφαξε ένα φρουρό της πύλης. Πίσω του, όμως, έρχονταν αρματωμένοι πια με τη δίψα τους για αίμα, όλοι, όλοι οι άνθρωποι του πλανήτη, έτοιμοι να ρίξουν το μονάρχη που τους τυράννησε. Μπροστά τους έτρεχαν να τους σταματήσουν όλοι οι στρατιώτες του παλατιού. Όλοι ήταν έτοιμοι να σφάξουν ή να θυσιαστούν, οι στρατιώτες να υπερασπιστούν το μονάρχη που τους διέταζε κι ο λαός να αλλάξει αυτή τη σκληρή ταλαιπωρία.
Οι εξεγερμένοι ήταν πολύ περισσότεροι από τους στρατιώτες. Το χώμα άρχισε να βάφεται -προκαλώντας σοκ στον κόσμο- σκούρο πράσινο από το αίμα των στρατιωτών. Ο Επαναστάτης πρωτοστατούσε και σκότωνε τον ένα στρατιώτη μετά τον άλλο. Σπάσαν τις πύλες, μπήκαν στο παλάτι. Βρήκαν ένα μικρό στρατό να τους περιμένει κι όλοι επιτέθηκαν χωρίς δεύτερη σκέψη. Κάποιοι σκορπίστηκαν στο παλάτι ανά ομάδες και έπιασαν τους υπηρέτες και τους σοφούς του παλατιού, παίρνοντάς τους αιχμαλώτους.
Όσοι είχαν μείνει έξω έπρεπε να αντιμετωπίσουν τους στρατιώτες που ήταν διάσπαρτοι στην πόλη και τώρα έρχονταν με ιαχές καταπάνω τους. Ταυτόχρονα, ο Επαναστάτης προπορεύτηκε στη μάχη μέσα στο παλάτι και πέρασε από όλους, τρέχοντας στην αίθουσα του θρόνου. Αντίκρισε το μονάρχη που καθόταν φοβισμένος στο θρόνο, έχοντας δει την έκβαση της μάχης, έτοιμος να βάλει τα κλάματα.
Όλοι οι στρατιώτες έτρεχαν πια πανικόβλητοι, τσιρίζοντας και έχοντας χάσει τους σχηματισμούς τους, όταν ο Επαναστάτης είπε αυτά τα λόγια:
-Πιστεύεις ότι θα καταφέρεις κάτι έτσι; Έχεις εξαντλήσει κάθε φυγοπονία και απραξία και θα πληρώσεις γι’ αυτό.
-Τι… τι εννοείς;
Του ξέφυγε ένας λυγμός κι ο Επαναστάτης σήκωσε το σπαθί του.
-Σε παρακαλώ, όχι, σταμάτα! Φέρσου πολιτισμένα. Άσε το σπαθί κι έλα να μιλήσουμε. Θέλω μια ευκαιρία ακόμα! ΜΗ ΜΕ ΣΚΟΤΩΣΕΙΣ!
-Είχες την ευκαιρία σου. Είχες χρόνια βασιλείας και βδομάδες που μιλούσες. Λόγους, όμως, δεν έβγαλες, ούτε επανόρθωσες αυτόν τον καιρό που προσπαθώ να σε πείσω. Άφησες τη χώρα σου να καταστραφεί. Σφετερίστηκες το θρόνο. Σκότωσες τον πατέρα σου.
-Νομίζεις ότι τα έκανα όλα μόνος μου; Νομίζεις ότι μπορούσα να πάω κόντρα σ’ έναν τέτοιο εξωγήινο; Η εξουσία, η λήθη, τα μέσα για να σκοτώσω τον πατέρα μου, η καταστροφή της χώρας, όλα έγιναν από ένα Πλανητοπερπατητή. Τι έπρεπε να κάνω εγώ;
-Να είσαι αυτόβουλος, σαν το πατέρα σου. Οι δικαιολογίες σου είναι φτηνές κι ο Πλανητοπερπατητής δε θα έβαζε χέρι αν δεν ήσουν εσύ. Τι συνεχίζω, όμως! Εσύ δεν παίρνεις από λόγια, και λόγους δε βγάζεις. ΚΙ ΟΠΟΥ ΔΕΝ ΠΙΠΤΕΙ ΛΟΓΟΣ…
Χρατ! Το στέρνο χωρίστηκε από την κοιλιά. Χρατ-χρατ! Τα πόδια αποχωρίστηκαν το σώμα. Χρατ-χρατ-χρατ! Τα χέρια και, τέλος, το κεφάλι αποχωρίστηκαν το σώμα. Δεν κυλούσε αίμα, μόνο μαύροι καπνοί έβγαιναν μέσα από το πτώμα.
Ο μονάρχης είναι νεκρός.
Βγήκε στο μπαλκόνι και κοίταξε κάτω. Η μάχη είχε τελειώσει. Όσοι στρατιώτες επιβίωσαν, είχαν λακίσει. Δεν έβλεπε πουθενά δικό τους πτώμα.
-Είναι νεκρός!
Ζητωκραύγασαν, χοροπήδησαν και πάταξαν τα όπλα κι άρχισαν ν’ αγκαλιάζονται.
Τα καταφέρανε και ρίξανε το μονάρχη. Κράτησε την υπόσχεσή του. Όμως, δεν ήταν απόλυτα ικανοποιημένος. Ένα πράγμα ακόμα τον εκνεύριζε και αποφάσισε να δώσει την τελική του προσπάθεια. Δεν ήξερε αν έχει εξασκηθεί αρκετά γι’ αυτό. Δεν ξέρει καθόλου από μαγεία, όμως θα προσπαθήσει. Κάνει μια ευχή.
Κατέβηκε στο σημείο όπου ήταν θαμμένο το πτώμα του Βασιλιά. Ζήτησε να του κάνουν χώρο. Το ξέθαψε. Κάποιοι σοκαρίστηκαν που ξαναείδαν το πτώμα, και μερικοί επιστήμονες τρόμαξαν που υπήρχε ακόμα σάρκα, ως και δέρμα. Ήταν σίγουρο πια ότι μάγος τον σκότωσε. Ο Επαναστάτης άρχισε τις επικλήσεις και το ράντισμα του πτώματος. Κάτι συνέβη.
Ο Βασιλιάς αναστήθηκε.
-Τι συνέβη; Το τελευταίο πράγμα που θυμάμαι είναι ένα μάγο να με απειλεί, αλλά να μου λέει να βγάλω ένα λόγο… α, ναι, περί λαϊκής κυριαρχίας.
-Αυτό θα το εκλάβω ως ομολογία.
-Τι κάνεις εσύ από πάνω μου;
-Ήσουν νεκρός και σ’ ανέστησα. Ο διάδοχός σου ήταν ένας τύραννος, κατέστρεψε τη χώρα και τον σκοτώσαμε. Σε ξαναέκανα νέο για να βασιλέψεις. Ξανανέβα στο θρόνο σου και κάνε αυτό το ρημαγμένο πλανήτη να ορθοποδήσει ξανά.
-Ήμουν… τι; Και με ανέστησες; Θα αναλάβω και πάλι καθήκοντα ηγέτη, φυσικά. Πάμε στο παλάτι. Έχω ανάγκη να καθίσω. Πρέπει να μου πεις λεπτομερώς τι συμβαίνει.
Πήγαν στην τραπεζαρία του παλατιού, που ήταν πιο κοντά στην είσοδο.
-Αν κατάλαβα καλά, ήσουν ο πρωτεργάτης αυτής της επανάστασης, που, αν είδα καλά, ήταν σχεδόν όλος ο πληθυσμός του πλανήτη! Μα αυτό είναι απίστευτο. Έχεις τεράστιες ηγετικές ικανότητες. Έχω δίκιο να τα πιστεύω αυτά;
-Πρώτα έπρεπε να πάρω τη βοήθεια των λόγιων που είχαν μείνει από την εποχή σου, αλλά, ναι: κατά βάσιν, εγώ το άρχισα.
-Τότε, μπορώ να σε ανταμείψω για το καλό που μου έκανες με τον καλύτερο τρόπο. Θέλω να γίνεις αρχιστράτηγος της χώρας. Θα τα καταφέρεις πολύ καλά.
-Σ’ ευχαριστώ, βασιλιά μου, που μου προσφέρεις τέτοια ηγετική θέση. Μα, μάλλον, πρέπει να βρω τρόπο να ταξιδέψω πέρα από τον πλανήτη. Γενικά, όμως, σκέψου πως με λένε Επαναστάτη. Οι επαναστάτες δεν πρέπει να παίρνουμε πόστα μέσα στο κράτος και να γινόμαστε μέρος ή ακόμα και κεφαλή του συστήματος. Ο επαναστάτης είναι πιστός στις αρχές και τον κοινωνικό του ρόλο, κι έτσι ζει πάντα ανεξάρτητος και μαχόμενος κατά των κακώς κειμένων. Στόχος μου είναι να ανατρέψω ό,τι προκαλεί πρόβλημα στο λαό και να διορθώνω την κρατική μηχανή υπέρ του συνόλου, όχι να γίνω μέρος της. Το στόχο αυτό δε θα τον αλλάξω ποτέ. Δεν είμαι κατάλληλος για να δουλέψω για σένα.
-Μην είσαι ξεροκέφαλος. Θα γίνεις ο μεγαλύτερος αρχιστράτηγος όλων των εποχών.
-Και τι μ’ αυτό; Δε θα είμαι πια Επαναστάτης, ούτε θα έχω αρχές.
-Θα προσφέρεις στην κοινωνία.
-Θα της πάρω ένα μοναδικό στο είδος του παράδειγμα.
-Είσαι ιδανικός για τη θέση.
-Τι να το κάνω αν θα είμαι πια ψεύτικος και υπόδουλος στη φιλοδοξία;
-Και, τέλος πάντων, δε χρειάζεται να είσαι τέλειος στην ηθική σου, ούτε σε όσα είπαμε.
-Δεν πρόκειται να γίνει, βασιλιά μου. Μα τίποτα δεν είναι τέλειο. Ούτε καν το ιδανικό.
Τίποτα δεν είναι τέλειο. Ούτε καν το ιδανικό.
Copyright 2011
All Rights Reserved - International Copyright Secured
Χα!All Rights Reserved - International Copyright Secured
The End
Bbs- Μέλος της Συντακτικής Ομάδας
- Αριθμός μηνυμάτων : 82
Ημερομηνία εγγραφής : 06/08/2010
Τόπος : Holy Roman Empire
Απ: Η Τριλογία Μου (άτιτλη, **** την τρέλα μου, κάθε μέρος έχει δικό του τίτλο)
Και ζήσαν αυτοί καλά και 'μεις καλύτερα.
Bbs- Μέλος της Συντακτικής Ομάδας
- Αριθμός μηνυμάτων : 82
Ημερομηνία εγγραφής : 06/08/2010
Τόπος : Holy Roman Empire
Απ: Η Τριλογία Μου (άτιτλη, **** την τρέλα μου, κάθε μέρος έχει δικό του τίτλο)
Το διάβασα επιτέλους! Άκου, όμως, το εξής παράδοξο. Στον υπολογιστή μου "Τα Ρόδα και τα Αγκάθια" είχαν αποθηκευτεί ως το τελευταίο μέρος της τριλογίας και τα διάβασα έτσι. Και οφείλω να ομολογήσω πως μου άρεσε πάρα πολύ. Για σκέψου το μήπως του αλλάξεις την σειρά...
Εκτός αυτού, και για να γίνω πιο συγκεκριμένη, σαν ιστορία μου άρεσε πάρα πολύ. Είναι ολοκληρωμένη, με αρχή, μέση και τέλος (ακόμα και όταν τα διαβάσεις μπερδεμένα!) και έχει πολύ καλή πλοκή. Με κέντρισαν ιδιαίτερα η τιμιότητα του δολοφόνου και η στάση του Επαναστάτη - αν και για αυτόν έχω να προσθέσω πως το λεξιλόγιό του προς το βασιλόπουλο σε κάποια σημεία δεν ταίριαζε με την καλλιέργειά του σύμφωνα με το παραμύθι. Με τον τρόπο που το διάβασα, θεώρησα πολύ ταιριαστά τον τελευταίο λόγο του βασιλιά για αρχή και την επεξήγηση της δολοφονίας του (το πρώτο δηλαδή μέρος) ως αναδρομή στο τέλος. Επίσης, αξιοπερίεργη είναι η στάση του βασιλιά, ο οποίος αν και εξαίρετη και ακέραιη προσωπικότητα, επιμένει να αναλάβει κρίσιμα καθήκοντα κάποιος που παραδέχεται ότι δεν αρμόζει για την θέση. Εμένα αυτό μου δείχνει πως καμία μαγεία και καμία ανάσταση δεν μπορεί να επαναφέρει τον άνθρωπο όπως ακριβώς ήταν. Κλειδώνει κιόλας με τα λόγια του Επαναστάτη "Μα τίποτα δεν είναι τέλειο. Ούτε καν ιδανικό". Αυτό δείχνει ότι ο βασιλιάς δεν είναι αυτός που ήταν και πως ούτε καν ο Επαναστάτης αποδεικνύεται επάξιος της φήμης του, αφού ενδίδει στην εν ψυχρώ δολοφονία του ανθρώπου που τον μεγάλωσε, άσχετα από το πως. Προϊδεάζει επίσης τον αναγνώστη για την αναδρομή "Τα Ρόδα και τα Αγκάθια", όπως το διάβασα εγώ, ενώ ως τέλος η φράση "και η ιστορία δεν σταματάει εδώ" δείχνει πως ακόμα και μετά την ανάσταση του βασιλιά, βάσανα έπονται. Είτε εκπίπτει ο βασιλιάς είτε ο Επαναστάτης είτε κάποιος άλλος, δεν είναι εξάλλου απαραίτητο να μάθουμε ποιος!
Τουλάχιστον όλα αυτά στο δικό μου μυαλό...
Όπως και να 'χει, μπράβο σου!
Εκτός αυτού, και για να γίνω πιο συγκεκριμένη, σαν ιστορία μου άρεσε πάρα πολύ. Είναι ολοκληρωμένη, με αρχή, μέση και τέλος (ακόμα και όταν τα διαβάσεις μπερδεμένα!) και έχει πολύ καλή πλοκή. Με κέντρισαν ιδιαίτερα η τιμιότητα του δολοφόνου και η στάση του Επαναστάτη - αν και για αυτόν έχω να προσθέσω πως το λεξιλόγιό του προς το βασιλόπουλο σε κάποια σημεία δεν ταίριαζε με την καλλιέργειά του σύμφωνα με το παραμύθι. Με τον τρόπο που το διάβασα, θεώρησα πολύ ταιριαστά τον τελευταίο λόγο του βασιλιά για αρχή και την επεξήγηση της δολοφονίας του (το πρώτο δηλαδή μέρος) ως αναδρομή στο τέλος. Επίσης, αξιοπερίεργη είναι η στάση του βασιλιά, ο οποίος αν και εξαίρετη και ακέραιη προσωπικότητα, επιμένει να αναλάβει κρίσιμα καθήκοντα κάποιος που παραδέχεται ότι δεν αρμόζει για την θέση. Εμένα αυτό μου δείχνει πως καμία μαγεία και καμία ανάσταση δεν μπορεί να επαναφέρει τον άνθρωπο όπως ακριβώς ήταν. Κλειδώνει κιόλας με τα λόγια του Επαναστάτη "Μα τίποτα δεν είναι τέλειο. Ούτε καν ιδανικό". Αυτό δείχνει ότι ο βασιλιάς δεν είναι αυτός που ήταν και πως ούτε καν ο Επαναστάτης αποδεικνύεται επάξιος της φήμης του, αφού ενδίδει στην εν ψυχρώ δολοφονία του ανθρώπου που τον μεγάλωσε, άσχετα από το πως. Προϊδεάζει επίσης τον αναγνώστη για την αναδρομή "Τα Ρόδα και τα Αγκάθια", όπως το διάβασα εγώ, ενώ ως τέλος η φράση "και η ιστορία δεν σταματάει εδώ" δείχνει πως ακόμα και μετά την ανάσταση του βασιλιά, βάσανα έπονται. Είτε εκπίπτει ο βασιλιάς είτε ο Επαναστάτης είτε κάποιος άλλος, δεν είναι εξάλλου απαραίτητο να μάθουμε ποιος!
Τουλάχιστον όλα αυτά στο δικό μου μυαλό...
Όπως και να 'χει, μπράβο σου!
helena- Μέλος της Συντακτικής Ομάδας
- Αριθμός μηνυμάτων : 361
Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2010
Ηλικία : 31
Τόπος : Χωρίς Σύνορα
Απ: Η Τριλογία Μου (άτιτλη, **** την τρέλα μου, κάθε μέρος έχει δικό του τίτλο)
Η καλλιέργεια του Επαναστάτη ήταν για τον ίδιο ένα αναγκαίο μέτρο. Αυτό που είχε έμφυτο, λόγω τον συνθηκών γέννησής του, ήταν η τιμωρία, η οποία, μετά την καλλιέργειά του, γίνεται ακριβοδίκαιη. Το ότι είναι αυτός μεν αδίστακτος και λίγο αιμοδιψής, αλλά και ο τρόπος που τον μεγάλωσε ο μονάρχης, είναι προϊόντα της μαγείας του Πλανητοπερπατητή, όπου το ένα έρχεται ως τιμωρία για το άλλο. Έχεις δίκιο ότι ο Επαναστάτης δεν αξίζει τη φήμη του, αν αυτή είναι η φήμη μιας άγιας ηθικής. Έχει την ηθική του βίαιου "διορθωτή". Θεωρεί λάθος όσα έγιναν με το μονάρχη και θέλει εξαρχής να τον περιορίσει δραστικά. στο τέλος, λοιπόν, κρίνει χρησιμότατο το θάνατό του. Πρόσεχε: έχω δύο λόγους να αφήσω τη σειρά έτσι: από τη μία προτιμώ να αποκεντρωθεί η προσοχή του αναγνώστη από τα γεγονότα και κυρίως τις περιγραφές, συγκεντρώνοντάς την στο τι συμβολίζει το καθένα από αυτά, ή στο νόημα που απορρέει από κάθε γεγονός. Πιστεύω ότι, αν η τελευταία φράση δεν είναι ούτε γεγονός, ούτε αλήθεια, αλλά είναι σαν να λέω τη γνώμη μου ο ίδιος, θα πετύχω τον επιθυμητό διάλογο αναγνώστη-συγγραφέα. Κυρίως, όμως, δε χρειάζομαι μια τέτοια πολύπλοκη χρονική σειρά, όταν υποννοώ ένα δεύτερο επίλογο. Πιο συγκεκριμένα, ο Επαναστάτης αρνείται τη θέση, παρουσιάζοντας τον κοινωνικό του ρόλο. Ο κοινωνικός του ρόλος, όμως, δεν έχει τελειώσει την πορεία του ακόμη. Ούτε καν στην ιστορία αυτή δεν έχει επέλθει η τελική κάθαρση. Υπάρχει ακόμα κάτι που είναι πρόβλημα για το λαό, και το ξέρει. Λέει ότι, μάλλον, θα φύγει από τον πλανήτη. Μέσα στα τελευταία λόγια του, ο μονάρχης είπε κάποια πράγματα που φανέρωναν ότι κάποιος άλλος τον διέταζε. Άρα τι θα συμβεί; Ο Επαναστάστης θα κυνηγήσει τον Πλανητοπερπατητή! Επίσης μπορεί να βρει και τη χαμένη βασίλισσα, προσπαθώντας να ξαναϊσορροπήσει τη ζωή του βασιλιά.
Τέλος, πράγματι, πολύ καλό αυτό που σκέφτηκες με τη ανάσταση του βασιλιά. Ωστόσο, αν και η ανάσταση δεν μπορεί να επαναφέρει τον άνθρωπο πλήρως, αυτό σημαίνει πως ο άνθρωπος καλείται να επαναφερθεί. Και ο βασιλιάς, σίγουρα θα το κάνει.
Πάντως, το μυαλό σου δούλεψε πολύ δημιουργικά και είναι ότι καλύτερο θα ήθελα! Θυμήσου: η τελική φράση δείχνει το σπουδαιότερο των πραγματευομένων θεμάτων. Η έννοια της τελειότητας είναι διάχυτη στο παραμύθι και ο καθένας, μέσα από αυτό που είναι, λέει τη γνώμη του. Επίσης: παρατήρησε το θέμα τελειότητα και ηθική.
Τέλος, πράγματι, πολύ καλό αυτό που σκέφτηκες με τη ανάσταση του βασιλιά. Ωστόσο, αν και η ανάσταση δεν μπορεί να επαναφέρει τον άνθρωπο πλήρως, αυτό σημαίνει πως ο άνθρωπος καλείται να επαναφερθεί. Και ο βασιλιάς, σίγουρα θα το κάνει.
Πάντως, το μυαλό σου δούλεψε πολύ δημιουργικά και είναι ότι καλύτερο θα ήθελα! Θυμήσου: η τελική φράση δείχνει το σπουδαιότερο των πραγματευομένων θεμάτων. Η έννοια της τελειότητας είναι διάχυτη στο παραμύθι και ο καθένας, μέσα από αυτό που είναι, λέει τη γνώμη του. Επίσης: παρατήρησε το θέμα τελειότητα και ηθική.
Bbs- Μέλος της Συντακτικής Ομάδας
- Αριθμός μηνυμάτων : 82
Ημερομηνία εγγραφής : 06/08/2010
Τόπος : Holy Roman Empire
Απ: Η Τριλογία Μου (άτιτλη, **** την τρέλα μου, κάθε μέρος έχει δικό του τίτλο)
Ναι, αλλά με αυτό που λες για τον Επαναστάτη τον βάζεις στο φαύλο κύκλο σύμφωνα με τον οποίο ο άνθρωπος δεν μπορεί να ξεφύγει από τις συνθήκες γέννησης και ανατροφής του. Ο βασιλιάς σου όμως ξέφυγε, όσον αφορά τη γέννηση...
Τώρα για το θέμα της τελειότητας, η οποία για μένα είναι ένα καθαρά υποκειμενικό ζήτημα, αλλά αφού θες να καταπιαστούμε με τέτοια ζητήματα... θεωρώ πιο "τέλειο" τον Επαναστάτη. Γιατί αναγνωρίζει ακριβώς το γεγονός ότι δεν είναι "τέλειος", όπως δείχνουν τα τελευταία του λόγια. Το βασιλόπουλο το σκοτώνει εν γνώση του και με την συνείδησή του καθαρή, αφού πιστεύει ότι έχει πράξει το σωστό. Ηθικός από την άλλη θα μπορούσε να θεωρηθεί ο βασιλιάς, αν και όσα λέει μετά την ανάστασή του, εμένα με βάζουν σε μεγάλες υποψίες...
Τώρα για το θέμα της τελειότητας, η οποία για μένα είναι ένα καθαρά υποκειμενικό ζήτημα, αλλά αφού θες να καταπιαστούμε με τέτοια ζητήματα... θεωρώ πιο "τέλειο" τον Επαναστάτη. Γιατί αναγνωρίζει ακριβώς το γεγονός ότι δεν είναι "τέλειος", όπως δείχνουν τα τελευταία του λόγια. Το βασιλόπουλο το σκοτώνει εν γνώση του και με την συνείδησή του καθαρή, αφού πιστεύει ότι έχει πράξει το σωστό. Ηθικός από την άλλη θα μπορούσε να θεωρηθεί ο βασιλιάς, αν και όσα λέει μετά την ανάστασή του, εμένα με βάζουν σε μεγάλες υποψίες...
helena- Μέλος της Συντακτικής Ομάδας
- Αριθμός μηνυμάτων : 361
Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2010
Ηλικία : 31
Τόπος : Χωρίς Σύνορα
Απ: Η Τριλογία Μου (άτιτλη, **** την τρέλα μου, κάθε μέρος έχει δικό του τίτλο)
Αμάαααν... πάντα το 'ξερα ότι ο αναγνώστης καταλαβαίνει διαφορετικά πράγματα από το συγγραφέα. Το είδα ξανά και ξανά με τα κείμενά μου, αλλά και των άλλων. Όμως, είναι απίστευτο. Τώρα το παραμύθι έχει αναποδογυρίσει!! Η προσέγγιση της τελειότητας γίνεται σκόπιμα και εμπεριστατωμένα από τους λόγιους στο πρόσωπο του βασιλιά, καθώς ο στόχος είναι η δημιουργία του τέλειου ηγέτη και πολιτικού (φωτισμένη δεσποτεία). Ο Επαναστάτης είναι επίτηδες ατελέστατος, μια και δεν μπορεί να κάνει μαγικά ποτέ, με μοναδική εξαίρεση ένα μισερό ξόρκι ανάστασης. Επίσης, δεν είναι απλώς ένας άνθρωπος, αλλά ένα ον άλλο, μαγικά γεννημένο, που αποκτά, εξαιτίας τις ισχύος των ξορκιών, υψηλές ικανότητες αλλά και καθοριστικά και μη αναστρέψιμα χαρακτηριστικά. Ταυτόχρονα, δεν ήθελε να ξεφύγει από τις συνθήκες γέννησής του. Όμως ξέφυγε από τις συνθήκες ανατροφής του έμπρακτα. Ο μονάρχης του έδινε μια μοιρολατρική ανατροφή και διάλεξε την καθολική παιδεία.
Ηθική έχουν και οι δύο. Όμως, ο Επαναστάτης δεν είναι πολιτικός και δεν προβάλλει ηθική με στόχο την πειθώ, άρα είναι σίγουρα ειλικρινής. Ταυτόχρονα, η ηθική του είναι που προβάλλεται πρώτη μέσα από την αντίθεση με το μονάρχη και έτσι πρωταγωνιστεί.
EN CONTREUR... ένα και μόνο πλάσμα στο σύμπαν του παραμυθιού δεν προσεγγίζει απλώς την τελειότητα: την έχει φτάσει από καιρό και κινδυνεύει να τη χάσει. Ο Πλανητοπερπατητής είναι τέλειος, χωρίς εισαγωγικά, χωρίς εξαίρεση. Όμως είναι ο μόνος ανήθικος. Και γι' αυτό κινδυνεύει. Η παντελής έλλειψη ηθικής δεν κάνει λειψή την τελειότητά του, μια και όταν μπορείς να κάνεις τα πάντα, εξουσιάζεις για τον εαυτό σου, μπορείς να έχεις ό,τι θέλεις και κανένας κανόνας δε σε δεσμεύει. Ταυτόχρονα, η ηθική στηρίζει τα άλλα όντα. Αυτός έχει μια δύσχρηστη και δυσβάσταχτη τελειότητα. Αυτά, βέβαια, δεν είναι προβλήματα. Όταν είσαι τέλειος, εννοείται πως έχεις την ευφυία και την επιδεξιότητα να χειριστείς και να αντέξεις τον εαυτό σου. Το πρόβλημα είναι ότι η τελειότητά του ήταν αστήρικτη. Πάντα υπάρχει η πιθανότητα λάθους, το τυχαίο και το απρόβλεπτο, και αυτό διορθώνεται όταν υπάρχει υποστήριξη, που έχει τη βάση της σε μιαν ηθική. Το παραμικρό λάθος του Πλανητοπερπατητή, λοιπόν, μπορεί να αποβεί μοιραίο.
Ηθική έχουν και οι δύο. Όμως, ο Επαναστάτης δεν είναι πολιτικός και δεν προβάλλει ηθική με στόχο την πειθώ, άρα είναι σίγουρα ειλικρινής. Ταυτόχρονα, η ηθική του είναι που προβάλλεται πρώτη μέσα από την αντίθεση με το μονάρχη και έτσι πρωταγωνιστεί.
EN CONTREUR... ένα και μόνο πλάσμα στο σύμπαν του παραμυθιού δεν προσεγγίζει απλώς την τελειότητα: την έχει φτάσει από καιρό και κινδυνεύει να τη χάσει. Ο Πλανητοπερπατητής είναι τέλειος, χωρίς εισαγωγικά, χωρίς εξαίρεση. Όμως είναι ο μόνος ανήθικος. Και γι' αυτό κινδυνεύει. Η παντελής έλλειψη ηθικής δεν κάνει λειψή την τελειότητά του, μια και όταν μπορείς να κάνεις τα πάντα, εξουσιάζεις για τον εαυτό σου, μπορείς να έχεις ό,τι θέλεις και κανένας κανόνας δε σε δεσμεύει. Ταυτόχρονα, η ηθική στηρίζει τα άλλα όντα. Αυτός έχει μια δύσχρηστη και δυσβάσταχτη τελειότητα. Αυτά, βέβαια, δεν είναι προβλήματα. Όταν είσαι τέλειος, εννοείται πως έχεις την ευφυία και την επιδεξιότητα να χειριστείς και να αντέξεις τον εαυτό σου. Το πρόβλημα είναι ότι η τελειότητά του ήταν αστήρικτη. Πάντα υπάρχει η πιθανότητα λάθους, το τυχαίο και το απρόβλεπτο, και αυτό διορθώνεται όταν υπάρχει υποστήριξη, που έχει τη βάση της σε μιαν ηθική. Το παραμικρό λάθος του Πλανητοπερπατητή, λοιπόν, μπορεί να αποβεί μοιραίο.
Bbs- Μέλος της Συντακτικής Ομάδας
- Αριθμός μηνυμάτων : 82
Ημερομηνία εγγραφής : 06/08/2010
Τόπος : Holy Roman Empire
Απ: Η Τριλογία Μου (άτιτλη, **** την τρέλα μου, κάθε μέρος έχει δικό του τίτλο)
ΠΑΝΤΑ άλλα σκέφτεται ο συγγραφέας και άλλα ο εκάστοτε αναγνώστης, αλλά αυτή είναι και η μαγεία του πράγματος!
Για τον Πλανητοπερπατητή το σκέφτηκα και εγώ ότι ίσως να παρουσιάζεται ως ένα τέλειο ον, αλλά για μένα το σημαντικότερο όλων είναι η επίγνωση του εαυτού σου και αυτή φαίνεται να την κατέχει ο Επαναστάτης. Ο ρόλος του Πλανητοπερπατητή δεν αναλύεται πολύ για να μπορώ να πω το ίδιο και για αυτόν. Αλλά έτσι και αλλιώς, ο Πλανητοπερπατητής είναι η αφορμή και όχι η αιτία που εξωκύλει το βασιλόπουλο, αφού από την αρχή παρουσιάζει τέτοια συμπεριφορά και διαθέσεις. Αν δεν ήταν ο Πλανητοπερπατητής, θα ήταν κάποιος άλλος. Είναι, λοιπόν, δευτερεύον ο ρόλος του. Αντίθετα, στην περίπτωση της επανάστασης, σχηματίζεται η εικόνα πως αν δεν ήταν ο Επαναστάτης, δεν θα ήταν κάποιος άλλος. Είναι συνεπώς καίριος ο ρόλος του και άρα η τελειότητά του. Αλλά, όπως σου είπα και πριν, η τελειότητα είναι υποκειμενική, εξού και η τελείως αντίθετη άποψή μας για τον Επαναστάτη.
Για τον Πλανητοπερπατητή το σκέφτηκα και εγώ ότι ίσως να παρουσιάζεται ως ένα τέλειο ον, αλλά για μένα το σημαντικότερο όλων είναι η επίγνωση του εαυτού σου και αυτή φαίνεται να την κατέχει ο Επαναστάτης. Ο ρόλος του Πλανητοπερπατητή δεν αναλύεται πολύ για να μπορώ να πω το ίδιο και για αυτόν. Αλλά έτσι και αλλιώς, ο Πλανητοπερπατητής είναι η αφορμή και όχι η αιτία που εξωκύλει το βασιλόπουλο, αφού από την αρχή παρουσιάζει τέτοια συμπεριφορά και διαθέσεις. Αν δεν ήταν ο Πλανητοπερπατητής, θα ήταν κάποιος άλλος. Είναι, λοιπόν, δευτερεύον ο ρόλος του. Αντίθετα, στην περίπτωση της επανάστασης, σχηματίζεται η εικόνα πως αν δεν ήταν ο Επαναστάτης, δεν θα ήταν κάποιος άλλος. Είναι συνεπώς καίριος ο ρόλος του και άρα η τελειότητά του. Αλλά, όπως σου είπα και πριν, η τελειότητα είναι υποκειμενική, εξού και η τελείως αντίθετη άποψή μας για τον Επαναστάτη.
helena- Μέλος της Συντακτικής Ομάδας
- Αριθμός μηνυμάτων : 361
Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2010
Ηλικία : 31
Τόπος : Χωρίς Σύνορα
Απ: Η Τριλογία Μου (άτιτλη, **** την τρέλα μου, κάθε μέρος έχει δικό του τίτλο)
Μόνο δευτερεύων δεν είναι ο ρόλος του Πλανητοπερπατητή! Μην ξεχνάμε ότι το βασιλόπουλο ήταν μόνο μαλθακό αρχικά, όχι και αδίστακτο. Αλλά υπάρχει και το εξής που κάνει το ρόλο του ζωτικό: η γέννηση του Επαναστάτη ήταν παρενέργεια του μοναδικού λάθος ξορκιού του Πλανητοπερπατητή. Και μόνο ένα τέλειο ον τα κάνει αυτά.
Bbs- Μέλος της Συντακτικής Ομάδας
- Αριθμός μηνυμάτων : 82
Ημερομηνία εγγραφής : 06/08/2010
Τόπος : Holy Roman Empire
Απ: Η Τριλογία Μου (άτιτλη, **** την τρέλα μου, κάθε μέρος έχει δικό του τίτλο)
Η γέννηση του Επαναστάτη δεν φαίνεται μέσα από το κείμενο τίνος αποτέλεσμα ή ενέργεια ήταν. Όσο για το βασιλόπουλο, δεν ήταν απλά μαλθακό. Έκλεβε από τον πατέρα του και διαφωνούσε με την ανατροφή που είχε λάβει. Επίσης, ήταν κακομαθημένο από τη μητέρα του. Ο καθένας με λίγα πειστικά λόγια και μεγαλεπίβολες υποσχέσεις θα μπορούσε να το παρασύρει.
helena- Μέλος της Συντακτικής Ομάδας
- Αριθμός μηνυμάτων : 361
Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2010
Ηλικία : 31
Τόπος : Χωρίς Σύνορα
Απ: Η Τριλογία Μου (άτιτλη, **** την τρέλα μου, κάθε μέρος έχει δικό του τίτλο)
Ουπς! Νόμιζα ότι φαίνεται... Ο Επαναστάτης είναι δημιούργημα του Πλανητοπερπατητή, εξ ου και τα τόσο διαφορετικά χαρακτηριστικά από τους άλλους. Το μωρό που βρίσκει ο μονάρχης πήρε μορφή μετά από το λάθος ξόρκι του Πλανητοπερπατητή, την ώρα της επίθεσης, και το λάθος έγινε μάλλον επειδή τον έσπρωξε ο από πίσω ακόλουθος.
Όσο για το βασιλόπουλο, πρέπει να παραδεχτούμε ότι δεν τολμούσε να βλάψει άλλον άνθρωπο, όσα κι αν έκανε, πριν να γνωρίσει τον Πλανητοπερπατητή.
Όσο για το βασιλόπουλο, πρέπει να παραδεχτούμε ότι δεν τολμούσε να βλάψει άλλον άνθρωπο, όσα κι αν έκανε, πριν να γνωρίσει τον Πλανητοπερπατητή.
Bbs- Μέλος της Συντακτικής Ομάδας
- Αριθμός μηνυμάτων : 82
Ημερομηνία εγγραφής : 06/08/2010
Τόπος : Holy Roman Empire
Απ: Η Τριλογία Μου (άτιτλη, **** την τρέλα μου, κάθε μέρος έχει δικό του τίτλο)
Ήθελε την χαριστική βολή, δηλαδή. Αλλά σου λέω, ο καθένας θα μπορούσε να του τη δώσει!! Κατ' εξοχήν το βασιλόπουλο είναι ένα άβουλο πλάσμα που θα κάνει οτιδήποτε, αρκεί να έχει μία ωραία "ζωούλα". Σκοτώνει τον πατέρα του για να γίνει βασιλιάς, αλλά δεν του αρέσει που είναι βασιλιάς! Δεν ήθελε να γίνει βασιλιάς! Τώρα που το σκέφτομαι, το μυαλό του λείπει, αυτό είναι το μεγαλύτερο ελάττωμά του...
Υ.Γ.: Αύριο θα έρθεις εφημερίδα, έτσι;
Υ.Γ.: Αύριο θα έρθεις εφημερίδα, έτσι;
helena- Μέλος της Συντακτικής Ομάδας
- Αριθμός μηνυμάτων : 361
Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2010
Ηλικία : 31
Τόπος : Χωρίς Σύνορα
Απ: Η Τριλογία Μου (άτιτλη, **** την τρέλα μου, κάθε μέρος έχει δικό του τίτλο)
Εννοείται!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
Και, πράγματι, το μεγαλύτερο ελάττωμα του βασιλόπουλου είναι αυτό. Δεν έχει μυαλό και, κατά συνέπεια, δε σκέφτεται, παρά εκτελεί εντολές και επιζητά την άνεση. Οτιδήποτε κακό του συμβαίνει, μεγαλοποιείται μέσα του, γιατί απλά είναι χαζός και παραχαϊδεμένος. Σου λέω, όμως, ότι ο Πλανητοπερπατητής κάνει παραπάνω πράγματα από μια απλή χαριστική βολή. Ο καθένας μπορεί να διαφθείρει ένα άβουλο ον, δε μπορούν, όμως, όλοι να έχουν το απόλυτο κέρδος, ούτε να διαχειριστούν ολόκληρο πλανήτη, ανάμεσα σε πολλούς άλλους που έχουν, μέσω ενός ηλίθιου.
Και, πράγματι, το μεγαλύτερο ελάττωμα του βασιλόπουλου είναι αυτό. Δεν έχει μυαλό και, κατά συνέπεια, δε σκέφτεται, παρά εκτελεί εντολές και επιζητά την άνεση. Οτιδήποτε κακό του συμβαίνει, μεγαλοποιείται μέσα του, γιατί απλά είναι χαζός και παραχαϊδεμένος. Σου λέω, όμως, ότι ο Πλανητοπερπατητής κάνει παραπάνω πράγματα από μια απλή χαριστική βολή. Ο καθένας μπορεί να διαφθείρει ένα άβουλο ον, δε μπορούν, όμως, όλοι να έχουν το απόλυτο κέρδος, ούτε να διαχειριστούν ολόκληρο πλανήτη, ανάμεσα σε πολλούς άλλους που έχουν, μέσω ενός ηλίθιου.
Bbs- Μέλος της Συντακτικής Ομάδας
- Αριθμός μηνυμάτων : 82
Ημερομηνία εγγραφής : 06/08/2010
Τόπος : Holy Roman Empire
Απ: Η Τριλογία Μου (άτιτλη, **** την τρέλα μου, κάθε μέρος έχει δικό του τίτλο)
Τότε συζητάμε για κάτι διαφορετικό. Ο καθένας θα μπορούσε να τον διαφθείρει, άρα ο ρόλος του Πλανητοπερπατητή δεν είναι κρίσιμος για την πτώση του βασιλόπουλου. Είναι όμως σημαντικός για ολόκληρο τον πλανήτη και φυσικά για τον εαυτό του, αφού καταφέρνει προς όφελός του να κυριαρχήσει στον πρώτο.Εγώ αρχικά σου είχα πει σε σχέση και μόνο με την συμπεριφορά του βασιλόπουλου.
helena- Μέλος της Συντακτικής Ομάδας
- Αριθμός μηνυμάτων : 361
Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2010
Ηλικία : 31
Τόπος : Χωρίς Σύνορα
Απ: Η Τριλογία Μου (άτιτλη, **** την τρέλα μου, κάθε μέρος έχει δικό του τίτλο)
Θέτοντάς το έτσι, οκ.
Πάντως, αν κάποιο άλλο, και κατά συνέπεια ατελές ον, διέφθειρε το βασιλόπουλο, θα ήταν πιο εύκολο και πιο προβλέψιμο να αποτύχει το εγχείρημα.
Και ένα παραπάνω: ο ρόλος του Πλανητοπερπατητή είναι σημαντικός για την προσωπική του πτώση, που προοικονομείται. Θα τον καταστρέψει ο Επαναστάτης, το δημιούργημά του.
Πάντως, αν κάποιο άλλο, και κατά συνέπεια ατελές ον, διέφθειρε το βασιλόπουλο, θα ήταν πιο εύκολο και πιο προβλέψιμο να αποτύχει το εγχείρημα.
Και ένα παραπάνω: ο ρόλος του Πλανητοπερπατητή είναι σημαντικός για την προσωπική του πτώση, που προοικονομείται. Θα τον καταστρέψει ο Επαναστάτης, το δημιούργημά του.
Bbs- Μέλος της Συντακτικής Ομάδας
- Αριθμός μηνυμάτων : 82
Ημερομηνία εγγραφής : 06/08/2010
Τόπος : Holy Roman Empire
Απ: Η Τριλογία Μου (άτιτλη, **** την τρέλα μου, κάθε μέρος έχει δικό του τίτλο)
Τραγική ειρωνεία το λένε αυτό...
helena- Μέλος της Συντακτικής Ομάδας
- Αριθμός μηνυμάτων : 361
Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2010
Ηλικία : 31
Τόπος : Χωρίς Σύνορα
Σελίδα 1 από 1
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης